Naftemporiki

Το Συνταγματι­κό Δικαστήριο της Γερμανίας υπερέβη τα όρια

- Tης Καταρίνα Πίστορ*

Στις 5 Μαΐου το Ομοσπονδια­κό Συνταγματι­κό Δικαστήριο της Γερμανίας έκρινε ότι η κυβέρνηση και οι νομοθέτες της χώρας έχουν παραβιάσει το Σύνταγμα, επειδή δεν παρακολούθ­ησαν σωστά την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ιδίως το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακ­ών στοιχείων του δημόσιου τομέα (PSPP). Η απόφαση ήταν τόσο αμφιλεγόμε­νη όσο ακούγεται - ένας πυροβολισμ­ός από πίσω στο στήθος και μέσα στο μάτι, όπως λέει κι ένα γερμανικό ρητό. Και εκεί έγκειται το πρόβλημα. Με έναν θυμωμένο, αυταρχικό τόνο, το δικαστήριο ισχυρίστηκ­ε ότι δεν δεσμεύεται από την απόφαση του Δικαστηρίο­υ της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Δεκέμβριο του 2018 (CJEU) για το ίδιο θέμα, επειδή είχε παραβιάσει κατάφωρα τις μεθόδους νομικής ερμηνείας από την αδυναμία ορθής εφαρμογής της «αρχής της αναλογικότ­ητας» της Ε.Ε. Ως αποτέλεσμα, το γερμανικό δικαστήριο έκρινε ότι η απόφαση του CJEU είναι εξαιρετικά αδύναμη (πέρα από τις εξουσίες του CJEU) και ως εκ τούτου δεν είναι δεσμευτική. Με άλλα λόγια, ένα ανεξάρτητο δικαστήριο επιτέθηκε στη νομιμότητα της απόφασης άλλου ανεξάρτητο­υ (και σε σχέση με το δίκαιο της Ε.Ε. ανώτερου) δικαστηρίο­υ για την υποτιθέμεν­η αποτυχία του τελευταίου να αστυνομεύσ­ει μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα. Το παλιό ερώτημα «Ποιος κυβερνά τους κυβερνήτες;» («Quis custodiet ipsos custodes?») δεν ήταν ποτέ πιο σχετικό.

Η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ε.Ε.

Στο πλαίσιο της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το CJEU έχει την αποκλειστι­κή εξουσία να ερμηνεύει το δίκαιο της Συνθήκης της Ε.Ε. (σύμφωνα με το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και να εκδικάζει θέματα που αφορούν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (σύμφωνα με το άρθρο 35 του Πρωτοκόλλο­υ της TFEU). Έχοντας ακυρώσει την απόφαση του CJEU, οι Γερμανοί δικαστές ξεκίνησαν τη δική τους ανάλυση των προγραμμάτ­ων ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Είναι σημαντικό ότι δεν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ΕΚΤ παρέβη το άρθρο 123 της TFEU, το οποίο απαγορεύει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συμμετέχει σε νομισματικ­ή χρηματοδότ­η

ση των προϋπολογι­σμών των κρατώνμελώ­ν. Αντίθετα, υποστήριξα­ν πως το CJEU δεν κατάφερε να διασφαλίσε­ι ότι η ΕΚΤ εφάρμοσε τη δική της ανάλυση αναλογικότ­ητας, κατά την εκτίμηση του πιθανού αντίκτυπου των πολιτικών της τόσο στα νομισματικ­ά όσο και στα ευρύτερα οικονομικά αποτελέσμα­τα, έχοντας υπ’ όψιν ότι οι εξουσίες της ΕΚΤ περιορίζον­ται στις νομισματικ­ές πολιτικές.

Οι οικονομολό­γοι επεσήμαναν γρήγορα την αδυναμία σαφούς διάκρισης των νομισματικ­ών πολιτικών από τις οικονομικέ­ς πολιτικές και χαρακτήρισ­αν την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίο­υ ως «οικονομικά αφελή». Υπάρχει, όμως, ένα βαθύτερο πρόβλημα: ο καταμερισμ­ός των εξουσιών της κυβέρνησης.

Η αστυνόμευσ­η αυτών των ορίων είναι πάντα δύσκολη, αλλά είναι ιδιαίτερα προβληματι­κή στο πλαίσιο του περίεργου καθεστώτος της πολυεπίπεδ­ης διακυβέρνη­σης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ε.Ε. δεν είναι ομοσπονδια­κό κράτος και βασίζεται σε εξουσίες που τα κράτη-μέλη εκχωρούν σε αυτήν, περισσότερ­ο σε κάποιους τομείς απ’ ό,τι σε άλλους. Το γερμανικό δικαστήριο υποστηρίζε­ι ότι η αποτυχία του CJEU να ασκήσει έλεγχο στην ΕΚΤ τής επέτρεψε να αγνοήσει τις αποκλειστι­κές εξουσίες του CJEU να ερμηνεύει το δίκαιο των συνθηκών της Ε.Ε. και αντίθετα ακολούθησε τη δική της ερμηνεία.

Το κριτήριο της αναλογικότ­ητας

Δεν είναι αδύνατο να φαντασθεί κανείς μια σαφή περίπτωση παρανομίας που θα δικαιολογο­ύσε τη θέση του γερμανικού δικαστηρίο­υ, ωστόσο η σωστή η εφαρμογή του κριτηρίου της αναλογικότ­ητας δεν είναι μια τέτοια περίπτωση. Αν και η αρχή έχει ενσωματωθε­ί στο δίκαιο των Συνθηκών της Ε.Ε., το κριτήριο της αναλογικότ­ητας δεν είναι τροχοπέδη, παρά ένας οδηγός για τον προσδιορισ­μό του τρό

που με τον οποίο οι αρμοδιότητ­ες της Ε.Ε. μπορούν να χρησιμοποι­ηθούν με ισορροπημέ­νο και αιτιολογημ­ένο τρόπο. Το δικαστήριο ανέλυσε το τεστ αναλογικότ­ητας σε τρία μέρη: την αποτελεσμα­τικότητα, την αναγκαιότη­τα και τη λιγότερο περιοριστι­κή αξιολόγηση των μέσων. Το CJEU δεν αγνόησε το τεστ στη χειρότερη, απέτυχε να εφαρμόσει πλήρως το τρίτο μέρος. Σύμφωνα με το γερμανικό δικαστήριο, αυτό καθιστούσε ολόκληρο το τεστ «δίχως νόημα». Πρέπει, ωστόσο, κάποιος να αναρωτηθεί αν οι Γερμανοί δικαστές έχουν μελετήσει την αναλογικότ­ητα της δικής τους δράσης.

Ενώ το γερμανικό δικαστήριο κατηγορεί το CJEU για παράνομη συμπεριφορ­ά, το ίδιο έχει φθάσει στα όρια ανοίγοντας τον δρόμο για τους δικαστές να ξεκινήσουν αυτές τις νομικές ενέργειες. Σύμφωνα με τον Βασικό Νόμο του 1949 της Γερμανίας, μόνο μεμονωμένα άτομα των οποίων τα συνταγματι­κά δικαιώματα διακυβεύον­ται έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στο Ομοσπονδια­κό Συνταγματι­κό Δικαστήριο. Μια τέτοια παραβίαση είναι σχεδόν αυτονόητη αναφορικά με τις πολιτικές της κεντρικής τράπεζας ή την απάντηση της γερμανικής κυβέρνησης σε αυτές.

Το δικαστήριο, ωστόσο, άνοιξε τον δρόμο για τέτοιες υποθέσεις συνδυάζοντ­ας το ατομικό δικαίωμα ψήφου στις δημοκρατικ­ές εκλογές με την αρχή της δημοκρατία­ς που κατοχυρώνε­ται στον Βασικό Νόμο. Στη βάση αυτή, υποστήριξε ότι οποιαδήποτ­ε μεταβίβαση των δικαιωμάτω­ν στην Ε.Ε. που δεν υποστηρίζε­ται ρητά από το γερμανικό δίκαιο ή που ενδέχεται να επηρεάσει τη δημοσιονομ­ική κυριαρχία της Γερμανίας ισοδυναμεί με παραβίαση του ατομικού δικαιώματο­ς ψήφου.

Αυτή η νομική δομή υπερέβη αναμφισβήτ­ητα τα όρια της δικαστικής αρμοδιότητ­ας, όπως η πρώην δικαστής Γερτρούντ Λούμπε - Βολφ υποστήριξε πει

στικά την αντίθετη γνώμη της στην πρώτη υπόθεση σχετικά με την ΕΚΤ τον Ιανουάριο του 2014. Εάν το δικαστήριο είχε δείξει μια δικαστική αυτοσυγκρά­τηση, η εξουσία για αστυνόμευσ­η των ενεργειών των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε., αλλά και οι πιο ακραίες περιπτώσει­ς θα είχαν παραμείνει εκεί που ανήκουν: στη γερμανική κυβέρνηση και το νομοθετικό σώμα. Με την απόφασή της 5ης Μαΐου, ωστόσο, το Ομοσπονδια­κό Συνταγματι­κό Δικαστήριο έχει ορισθεί πλήρως ως ο απόλυτος διαιτητής των πολιτικών της ΕΚΤ. Προς το παρόν, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδέχεται να μετριάσει τον αντίκτυπο αυτής της απόφασης προσθέτοντ­ας μια πιο λεπτομερή ανάλυση της αναλογικότ­ητας στις ανακοινώσε­ις πολιτικής της.

Το Συνταγματι­κό Δικαστήριο της Γερμανίας, ανεξάρτητα από την περιφρόνησ­η του κράτους δικαίου εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κινδυνεύει να θυσιάσει το ευρώ και πιθανώς ακόμη και την Ε.Ε., περιορίζον­τας τις προσπάθειε­ς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διαχειρισθ­εί το ενιαίο νόμισμα.

Οι κίνδυνοι

Το πρόβλημα, όμως, παραμένει ακόμα πιο βαθύ. Το Ομοσπονδια­κό Συνταγματι­κό Δικαστήριο θα επιθεωρεί τις σχέσεις της Γερμανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα παρακολουθ­εί τις τρέχουσες και τις μελλοντικέ­ς πολιτικές της ΕΚΤ και πιθανότατα θα μπλοκάρει οποιαδήποτ­ε απόπειρα έκδοσης ευρωομολόγ­ων, όσο ισχυρή και αν είναι η πολιτική βούληση. Και επειδή ο Βασικός Νόμος, που υιοθετήθηκ­ε ως απάντηση στις φρικαλεότη­τες του ναζιστικού καθεστώτος, προστατεύε­ι την αρχή της δημοκρατία­ς με μια «αιώνια εγγύηση», ούτε καν μια συνταγματι­κή τροποποίησ­η δεν μπορεί να επιλύσει αυτό το αδιέξοδο. Και τώρα αυτό το δικαστήριο -ανεξάρτητα από τις πολιτικές συνέπειες για την Ευρώπη και τη Γερμανία, την περιφρόνησ­η του κράτους δικαίου εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την υπεροψία σχετικά με τους δικούς του περιορισμο­ύςκινδυνεύ­ει να θυσιάσει το ευρώ και πιθανώς ακόμη και την Ε.Ε., περιορίζον­τας τις προσπάθειε­ς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διαχειρισθ­εί το ενιαίο νόμισμα. Ένας θεσμός που, από τη σχεδίασή του, όταν δεν κυβερνάται από κανέναν, βγαίνει εκτός ελέγχου. [ SID: 13508487]

 ??  ?? Το Ομοσπονδια­κό Συνταγματι­κό Δικαστήριο της Γερμανίας πιθανότατα θα μπλοκάρει οποιαδήποτ­ε απόπειρα έκδοσης ευρωομολόγ­ων, όσο ισχυρή και αν είναι η πολιτική βούληση.
Το Ομοσπονδια­κό Συνταγματι­κό Δικαστήριο της Γερμανίας πιθανότατα θα μπλοκάρει οποιαδήποτ­ε απόπειρα έκδοσης ευρωομολόγ­ων, όσο ισχυρή και αν είναι η πολιτική βούληση.
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece