Πικρή γεύση στο φινάλε του κερδοφόρου β' τριμήνου
Οι ερμηνείες των εγχώριων αναλυτών μετά τον πτωτικό Ιούνιο, ο οποίος περιόρισε τον Γ.Δ. στο 14,44%
Ηπρόσφατη αλυσίδα των τεσσάρων πτωτικών συνεδριάσεων διαμόρφωσε αρνητική μηνιαία επίδοση. Η απόδοση του δεύτερου τρίμηνου περιορίστηκε στο +14,44% για τον Γ. Δ. και στο + 13,40% για τον 25άρη, οδηγώντας την πτώση από την αρχή του έτους στο 30%.
Αν και τον Ιούνιο τα τραπεζικά blue chips ήταν ανάμεσα στους νικητές, ο ΔΤΡ χάνει φέτος περίπου 59%. Αυτή η εικόνα δεν μπορεί να ωθήσει τους εγχώριους παράγοντες σε ευοίωνες προσδοκίες και δικαίως οι επιφυλάξεις περιλαμβάνονται στις τοποθετήσεις τους.
Η Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ ανέφερε: «Σήμερα (σ.σ.: χθες), τελευταία ημέρα του πρώτου εξαμήνου, λήγει η προθεσμία για τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων για το 2019, με περίπου 60 εταιρείες να αναμένεται να “συνωστιστούν” στις σχετικές ανακοινώσεις. Την ίδια ώρα, δόθηκε μια τελευταία ευκαιρία στους θεσμικούς επενδυτές να επιδιώξουν τον “καλλωπισμό” επιλεγμένων αποτιμήσεων (window dressing), αποφεύγοντας μια πέμπτη συνεχή υποχώρηση, καθώς η έξαρση της πανδημίας λειτουργεί τοξικά στις αγορές».
Η Leon Depolas Sec. επισημαίνει: «Εντός των εκτιμώμενων ορίων παραμένει ακόμα ο Γ.Δ. του Χ.Α. Στο εξωτερικό, η συνολική εικόνα είναι σταθεροποιητική, με τους επενδυτές να τηρούν στάση αναμονής προς το παρόν. Σήμερα (σ.σ.: χθες) ανακοινώθηκαν, μεταξύ άλλων, οι λιανικές πωλήσεις του μηνός Απριλίου στη χώρα μας, προσφέροντας περαιτέρω δεδομένα για την οικονομική δραστηριότητα μιας δύσκολης περιόδου».
Ο Δημήτρης Τζάνας, διευθυντής Επενδύσεων της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, σχολίασε αναλυτικά: « Μετά τη νηοπομπή των τεσσάρων συνεχών πτωτικών συνεδριάσεων στο Χ.Α., ήταν η σειρά των αγοραστών να αντεπιτεθούν την τελευταία ημέρα του πρώτου εξαμήνου, σε μια απόπειρα καλλωπισμού των αποτιμήσεων. Η έξαρση, όμως, της πανδημίας Covid-19 επαναφέρει στο προσκήνιο σενάρια περιοριστικών μέτρων, αναστέλλει τον βηματισμό επαναφοράς στην κανονικότητα για την παγκόσμια οικονομία και διαταράσσει την επενδυτική ψυχολογία. Έτσι, η αποκλίνουσα συμπεριφορά ανάμεσα στην πορεία των δεικτών στις διεθνείς αγορές και τις δυσοίωνες προβλέψεις για την οικονομία οδηγεί την επενδυτική κοινότητα στην εκτίμηση ότι στην παρούσα φάση υφίσταται θέμα υπερτίμησης των επιδόσεων των δεικτών. Για
ακόμη μια φορά, μετά τον φοβερό Μάρτιο, οπότε όλα τα χρηματιστήρια είχαν βυθιστεί, η πανδημία επιδεικνύει τα τοξικά χαρακτηριστικά της στις αγορές».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «από την άλλη πλευρά, η διατήρηση των χαμηλών αποδόσεων στα ελληνικά ομόλογα, διαμορφώνει προϋποθέσεις αναζωογόνησης της αγοράς των εταιρικών ομολόγων, καθώς μερικές από τις κορυφαίες εταιρείες δρομολογούν εκδόσεις που αναμένεται να ολοκληρωθούν με επιτυχία. Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ επιδιώκει να αντλήσει 500 εκατ. ευρώ για να εκτελέσει το επενδυτικό της πρόγραμμα, η Lamda ζητεί 320 εκατ. ευρώ για το έργο του Ελληνικού και ο Τιτάν θα εκδώσει ομολογιακό δάνειο 250 εκατ. ευρώ για να αποπληρώσει το ακριβό ομολογιακό δάνειο που είχε συνάψει παλιό
τερα. Οι εκδόσεις αυτές θα αποσπάσουν ρευστότητα από την αγορά που αφορά την άμεση επιλογή μετοχικών αξιών. Συνιστούν, όμως, ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης για τη φερεγγυότητα των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με την εύρυθμη αποπληρωμή των δανειακών τους υποχρεώσεων, εξέλιξη που σε επόμενο χρόνο θα οδηγήσει και σε ανάληψη επενδυτικών κινδύνων με νέες εισροές στο ελληνικό χρηματιστήριο για μετοχικούς τίτλους. Την ίδια ώρα, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών επιβεβαιώνει ότι το ύψος των νέων δανειοδοτήσεων των ελληνικών τραπεζών θα φτάσει τα 17 δισ. ευρώ για το 2020, διαμορφώνοντας “άλλα” δεδομένα στα μεγέθη του ισολογισμού τους με την ολοκλήρωση του δευτέρου εξαμήνουτου έτους».
Και ο κ. Τζάνας καταλήγει: «Για την Ευρώπη, καταλυτικής
σημασίας θα είναι η Σύνοδος Κορυφής στις 17-18 Ιουλίου, με τους ηγέτες να καλούνται να αποφασίσουν για το μέγεθος και τη διάρθρωση του Ταμείου Ανάκαμψης. Επομένως, το σενάριο της αναμονής εν όψει αυτών των εξελίξεων είναι το πιθανότερο σε σχέση με την κίνηση του Γ. Δ. του ελληνικού χρηματιστηρίου. Επί του παρόντος, η συναλλακτική υποτονικότητα απέτρεψε την υπέρβαση των 680 μονάδων, με την καθοδική κίνηση να οδηγεί μέχρι τις 630 μονάδες και το ελληνικό χρηματιστήριο να μη συγχρονίζεται με την ανοδική κίνηση των διεθνών αγορών. Συσσώρευσης συνέχεια επομένως μέχρις ότου κάποιος θετικός καταλύτης να αναβαθμίσει τις συναλλαγές και να οδηγήσει τον Γ.Δ. πάνω από τις 700 μονάδες».