Μεταξύ της ισοτιμίας ευρώ και της έκδοσης - μαμούθ των ομολόγων από την Κομισιόν
Με ένα δύσκολο εγχείρημα είναι αντιμέτωπη η ΕΚΤ, καθώς καλείται να διατηρήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στην ισοτιμία του ευρώ και τα σχέδια της Κομισιόν να εκδώσει ομόλογα σχεδόν ενός τρισ. ευρώ εντός της επόμενης τριετίας. Εάν η έκδοση των πρώτων κοινών ομολόγων από την Κομισιόν οδήγησαν σε άνοδο το ευρώ έναντι του δολαρίου, όπως υποπτεύονται παράγοντες της αγοράς, τότε πώς θα καταφέρει η ΕΚΤ να αποτρέψει μια μεγαλύτερη ανατίμηση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος; Προς το παρόν, το ευρώ έχει σταθεροποιηθεί σε επίπεδα χαμηλότερα από το 1,20 δολάριο ύστερα από άνοδο άνω του 10% που είχε παρουσιάσει την περίοδο Μαρτίου-Αυγούστου. Τελευταία, όμως, το δολάριο αμφιταλαντεύεται λόγω των σεναρίων που θέλουν τη χορήγηση ενός νέου πακέτου στήριξης της αμερικανικής οικονομίας.
Αυτήν την εβδομάδα, η Κομισιόν πραγματοποίησε την πρώτη δημοπρασία των «κοινωνικών» ομολόγων, η οποία είχε μεγάλη απήχηση. Οι προσφορές 233 δισ. ευρώ και πλέον που υποβλήθηκαν για τα δύο ομόλογα, συνολικού ύψους 17 δισ. ευρώ, ξεπέρασαν τις προσδοκίες. Αν μη τι άλλο, η έκδο
ση των 10ετών και 20ετών ομολόγων όπου αντλήθηκαν 10 δισ. και 7 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, υπερκαλύφθηκε 14 φορές.
Κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας καταγράφηκε ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά 1,4%. Ο στρατηγικός επενδυτής της Deutsche Bank, Τζορτζ Σαραβέλος, αποκάλυψε στο Reuters πως ήταν πολύ έν
τονο το ενδιαφέρον εκείνων που διαχειρίζονται τα αποθέματα των κεντρικών τραπεζών. Το μερίδιό τους στην έκδοση ανήλθε στο 37% και αυτά τα ομόλογα θα διατηρηθούν μέχρι τη λήξη τους. «Οι κεντρικές τράπεζες είναι συνήθως επενδυτές που δεν προχωρούν σε κινήσεις αντιστάθμισης κινδύνου. Οι τοποθετήσεις αυτές αντανακλούν την εμπιστοσύνη τους στο ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η κυριαρχία του δολαρίου αμφισβητείται», πρόσθεσε ο κ. Σαραβέλος. Σε πρώτη φάση, η Κομισιόν στοχεύει να ολοκληρώσει τη χρηματοδότηση του προγράμματος SURE για να συνεχίσει έπειτα με τις εκδόσεις του Ταμείου Ανάκαμψης από το 2021 μέχρι το 2026, αυξάνοντας αισθητά την προσφορά των ομολόγων της στις διεθνείς αγορές.