Ενώπιον οικονομικής παράλυσης η Ε.Ε.
Πολωνία - Ουγγαρία εξακολουθούν να μπλοκάρουν τον επταετή προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης
Αντιμέτωπη με πλήρη παράλυση ή ακόμη και οικονομική κατάρρευση βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς παραμένει το αδιέξοδο που δημιουργεί η αμετακίνητη στάση της Πολωνίας και της Ουγγαρίας που εξακολουθούν να «μπλοκάρουν» την έγκριση του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΠΔΠ) της περιόδου 2021-2027 και μαζί την υλοποίηση της έναρξης του Ταμείου Ανάκαμψης. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποιεί τα κράτη μέλη για τις σοβαρότατες επιπτώσεις -πολιτικές και οικονομικές- εάν δεν βρεθεί συμφωνία τις αμέσως επόμενες μέρες.
Ειδικότερα, εάν μέσα στις αμέσως επόμενες μέρες δεν ξεπεραστούν οι διαφωνίες, τότε η Κομισιόν θα προετοιμάσει ένα σχέδιο χρηματοδότησης της Ε.Ε., το οποίο θα βασίζεται στον προϋπολογισμό του 2020. Στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί καμία νέα δαπάνη, παρά μόνο τα υφιστάμενα κοινοτικά προγράμματα που δεν λήγουν στις 31 Δεκεμβρίου 2020. Πρόκειται για τη λεγόμενη διαδικασία των δωδεκατημορίων, από τον αριθμό των μηνών του ημερολογιακού έτους.
Στο παρελθόν έχει συμβεί αυτό, αλλά αφορούσε διαφωνίες για τον προϋπολογισμό ενός έτους, τώρα έχουμε διαφωνίες για το δημοσιονομικό πακέτο μιας επταετίας. Για παράδειγμα, από την 1η Ιανουαρίου το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα συνεισφέρει στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Το ΠΔΠ της περιόδου 2021-2027 έχει προβλέψει την κάλυψη αυτής της «τρύπας», ωστόσο, αν δεν εγκριθεί από το Συμβούλιο, δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί η συμφωνία.
Πρακτικά, δεν θα υπάρχουν αρκετά χρήματα για τη χρηματοδότηση της πολιτικής συνοχής, ούτε για το σκέλος των γεωργικών δαπανών που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου, θα πληρώνονται μόνο οι εισοδηματικές ενισχύσεις στους αγρότες και οι δαπάνες για την ομαλή λειτουργία των αγορών.
Θα είναι αδύνατη η υλοποίηση άλλων προγραμμάτων και δαπανών στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., της ανθρωπιστικής βοήθειας, ακόμη και τρεχουσών δαπανών όπως οι διοικητικές.
Δεν θα χρηματοδοτηθούν ούτε καν οι δαπάνες που αφορούν την καταπολέμηση της πανδημίας του κορονοϊού, αφού κανένας κοινοτικός οργανισμός που ασχολείται με τον συντονισμό των πολιτικών δεν θα μπορεί να λειτουργεί ελλείψει προϋπολογισμού. Η Ε.Ε. δεν θα μπορέσει να αγοράσει τα εμβόλια για τα οποία έχει συμφωνήσει με τις πολυεθνικές φαρμακευ
τικές εταιρείες. Με άλλα λόγια, η λειτουργία της Ε.Ε. θα παραλύσει, ενώ η μη ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης θα έχει δραματικές επιπτώσεις για τις χώρες που έχουν πληγεί καίρια από την πανδημία στην οικονομία, όπως η Ιταλία, η Ισπανία ή ακόμη και η Ελλάδα. Όχι μόνο δεν πάρουν την προκαταβολή ύψους 10% από τα ποσά που τους αναλογούν από το εν λόγω ταμείο, αλλά δεν θα πάρουν ούτε και τα χρήματα της συνιστώσας REACT-EU του Ταμείου Ανάκαμψης, που χρηματοδοτεί με 50 δισ. ευρώ δαπάνες που έγιναν από τον Φεβρουάριο του 2020 μέχρι σήμερα.
Για να φανεί το μέγεθος του προβλήματος, μόνο για το 2021 ο κοινοτικός προϋπολογισμός και το Ταμείο Ανάκαμψης θα συνεισφέρουν γύρω στα 370 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 133 δισ. ευρώ σε δάνεια, στις προσπάθειες των κρατών μελών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του κορονοϊού στην οικονομία. Πάνω από 40% των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, δηλαδή 210 δισ. ευρώ, και πάνω από 50% των δανείων, δηλαδή 130 δισ. ευρώ, θα αποδεσμευθούν τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του Ταμείου, δηλαδή το 2021. Χωρίς συμφωνία, τα χρήματα αυτά, που τόσο μεγάλη ανάγκη έχουν ορισμένες χώρες, δεν μπορούν να αποδεσμευθούν.
Είναι προφανές ότι η πίεση
που ασκείται στις δύο ανατολικές χώρες να υποχωρήσουν είναι πρωτοφανής, ωστόσο δεν είναι βέβαιο πως θα υποκύψουν, και στην περίπτωση που επιβεβαιωθούν αυτοί οι φόβοι τότε η Ε.Ε. θα μπει σε μια άνευ προηγουμένου κρίση, όπου θα απειληθεί ακόμη και η ύπαρξή της.
Ερωτηθείς σχετικά, χθες, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν αρνήθηκε να μπει σε λεπτομέρειες σχετικά με τις επιπτώσεις σε περίπτωση μη συμφωνίας, αλλά επιβεβαίωσε ότι εάν επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο, θα υπάρξουν περικοπές στον προϋπολογισμό του 2021 και ότι η Ε.Ε. θα λειτουργεί με τη διαδικασία των δωδεκατημορίων.
Κατηγορηματικές αρνήσεις σε ρήτρα κράτους δικαίου
Οι δύο χώρες αρνούνται κατηγορηματικά να αποδεχθούν οποιαδήποτε διασύνδεση της χορήγησης κοινοτικών κονδυλίων στα κράτη μέλη με την προηγούμενη τήρηση των κανόνων του κράτους δικαίου. Η άρνηση αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις τους βρίσκονται στο στόχαστρο της Κομισιόν, η οποία έχει ήδη προσφύγει εναντίον τους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβιάσεις του κράτους δικαίου, κυρίως μέσω της «άλωσης» της Δικαιοσύνης.
Η νέα νομοθεσία που προβλέπει τη ρητή διασύνδεση και την αναστολή των χρηματοδο
τήσεων σε περιπτώσεις παραβιάσεων του κράτους δικαίου εγκρίθηκε τις προηγούμενες εβδομάδες και τα άλλα κράτη μέλη αρνούνται να κάνουν πίσω. Όπως τονίζεται στο κείμενο της συμφωνίας Συμβουλίου-Ευρωβουλής, οι νέοι κανόνες θα αναστέλλουν τις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις σε μια χώρα εάν παραβιάζονται σε αυτήν θεμελιώδεις αξίες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, η ισότητα και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Επιπλέον, αναφέρονται και συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως η απειλή κατά της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας, κάτι που συμβαίνει άλλωστε στην Ουγγαρία και την Πολωνία. Το «πάγωμα» των χρηματοδοτήσεων θα γίνεται το αργότερο μέσα σε 7 μήνες από τον εντοπισμό της παράβασης, ενώ οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία.
Το ΠΔΠ, που εγκρίθηκε σε επίπεδο Ευρωπαίων ηγετών στις 21 Ιουλίου έπειτα από τετραήμερες σκληρές διαπραγματεύσεις, έχει συνολικό ύψος 1,1 τρισ. ευρώ για το σύνολο της επταετίας, ενώ οι πόροι του θα χρησιμοποιηθούν από την Κομισιόν ως εγγύηση προκειμένου η Ε.Ε. να δανειστεί στις αγορές τα 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάκαμψη των οικονομικών στα κράτη μέλη. Χωρίς συμφωνία για το ΠΔΠ δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης. Συνολικά τα δύο πακέτα έχουν προϋπολογισμό περίπου 1,85 τρισ. ευρώ.
Η γερμανική προεδρία, που εκπροσωπεί τα κράτη μέλη, κατέληξε τον Νοέμβριο σε συμφωνία με την Ευρωβουλή για το ΠΔΠ, η οποία πρέπει να επικυρωθεί τώρα από το Συμβούλιο (κράτη μέλη) και την ολομέλεια της Ευρωβουλής. Σε επίπεδο Συμβουλίου, η Πολωνία και η Ουγγαρία «μπλοκάρουν» τη συμφωνία για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Χωρίς ομοφωνία δεν μπορεί να εγκριθεί ο προϋπολογισμός.
Ενώπιον του αδιεξόδου που καταγράφεται σε επίπεδο Συμβουλίου, η Κομισιόν προειδοποίησε τα κράτη μέλη για το χρονοδιάγραμμα και τις επιπτώσεις σε περίπτωση που συνεχιστεί το αδιέξοδο.
Συμφωνία μεταρρύθμισης του ESM
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης συμφώνησαν να ανανεώσουν το ταμείο διάσωσης και να δημιουργήσουν ένα χρηματοπιστωτικό στήριγμα για να βοηθήσουν τους προβληματικούς δανειστές που χρειάζονται έκτακτη ενίσχυση. Έπειτα από σχεδόν έναν χρόνο καθυστέρησης, οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία για την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
Η συμφωνία για τους όρους της νέας συνθήκης ESM -η οποία θα πρέπει να επικυρωθεί από τα κοινοβούλια των κρατών μελών- σηματοδοτεί την ολοκλήρωση ενός από τα σημαντικότερα κομμάτια προς την κατεύθυνση της ενοποίησης της Ευρωζώνης και ανοίγει τον δρόμο για συνομιλίες πάνω σε πιο αμφισβητούμενα μέρη της τραπεζικής ένωσης του μπλοκ, όπως η κοινή ασφάλιση καταθέσεων.
«Αυτό είναι ένα κρίσιμο βήμα για την ενίσχυση της τραπεζικής ένωσης και αποτελεί σημαντικό συμπλήρωμα των προσπαθειών μας για την υποστήριξη της οικονομικής ανάκαμψης» δήλωσε ο Πασκάλ Ντόναχιου, πρόεδρος της Ευρωομάδας.
Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, οι υπουργοί Οικονομικών συμφώνησαν να δημιουργήσουν ένα κοινό backstop για το Ταμείο Ενιαίας Εξυγίανσης του μπλοκ για την παροχή επιπλέον μετρητών για τραπεζικές διασώσεις από τον ESM σε περίπτωση που το ταμείο εξαντληθεί. Το backstop πρόκειται να τεθεί σε ισχύ το 2022 - δύο χρόνια νωρίτερα από ό,τι είχε αρχικά προγραμματιστεί.
«Το backstop είναι η τελευταία λύση. Είναι ένα δίχτυ ασφαλείας εάν το χρειαστούμε ποτέ», είπε ο πρόεδρος του Eurogroup και πρόσθεσε ότι η απόφαση ήταν αποτέλεσμα της σημαντικής προόδου που έχει καταγραφεί στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης. Ο Όλαφ Σολτς, Γερμανός υπουργός Οικονομικών, δήλωσε ότι η συμφωνία θα κάνει την Ευρωζώνη «ακόμη πιο ισχυρή έναντι των επιθέσεων από κερδοσκόπους». «Ένας σταθερός τραπεζικός τομέας αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη και την απασχόληση στην Ευρώπη. Συνεχίζουμε να μειώνουμε τους κινδύνους στους ισολογισμούς των τραπεζών», δήλωσε ο κ. Σολτς.