Αύξηση ΑΕΠ 2,6 δισ. θα φέρουν οι επενδύσεις στην ενέργεια
Μια σημαντική συνιστώσα της οικονομίας χαρτογραφεί η νέα μελέτη της διαΝΕΟσις
«Ηθεαματική αύξηση των επενδύσεων, η διατηρήσιμη ισορροπία του εξωτερικού ισοζυγίου και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας αποτελούν βασικά ζητούμενα ενός νέου αναπτυξιακού και παραγωγικού προτύπου για την Ελλάδα. Ο ενεργειακός τομέας μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις επιδιώξεις και να αναδειχθεί ως ένας από τους πλέον σημαντικούς τομείς για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας».
Αυτό σημειώνει νέα έρευνα της διαΝΕΟσις που συνέταξε ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα και όπου γίνεται μια πλήρης και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας.
Όπως τονίζεται: «Ο ενεργειακός τομέας δύναται επομένως να αποτελέσει μια σημαντική συνιστώσα σε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο για την Ελλάδα, προσελκύοντας επενδύσεις και ενισχύοντας την ισορροπία του εξωτερικού ισοζυγί
ου και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Καλείται, όμως, να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονη μεταβλητότητα, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τον ενεργειακό και τον επενδυτικό σχεδιασμό».
+2,6 δισ. στο ΑΕΠ
Έτσι, οι συντάκτες της μελέτης, επικαλούμενοι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, κάνουν λόγο για σχεδιασμό επενδύσεων ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία, οι οποίες, αν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας.
Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε. (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη με
τάβαση κ.ά.). Το 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις), προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις «πράσινης» ανάπτυξης.
Ειδικά οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την «πράσινη» ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα.
Μείωση κόστους
Επίσης, οι ερευνητές στέκονται στη μείωση του κόστους ρεύματος και υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια κίνηση τόσο στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας όσο και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας.
Να σημειωθεί ότι, με βάση τη μελέτη, μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια.
Σύμφωνα, πάντως, με τη μελέτη, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας και φτάνουν μέχρι τους ιλιγγιώδεις ανεξόφλητους λογαριασμούς της ΔΕΗ (περίπου 2,7 δισ. ευρώ το 2019). [SID:14291213]