Διελκυστίνδα για την παροχή ρευστότητας
Το ΥΠΟΙΚ ζητάει να αυξηθεί η χρηματοδότηση του επιχειρείν, οι τράπεζες επιθυμούν μικρότερο ρίσκο
Στην ύπαρξη «υψηλού ρίσκου» λόγω υψηλού ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων απέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος τη στενότητα της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενώ την ίδια ώρα ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, κάλεσε τα τραπεζικά ιδρύματα να αναζητήσουν δυνατότητες αύξησης της δανειοδότησης των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων, και να μειώσουν το περιθώριο των επιτοκίων.
Συγχρόνως, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Βασίλης Ράπανος, παρουσίασε στοιχεία από τα οποία προκύπτει πως 6 στα 10 αιτήματα για δάνεια απορρίπτονται από τις τράπεζες λόγω χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας των υποψήφιων δανειοληπτών.
Επίσης, στο 16% των αιτημάτων δανεισμού η επένδυση χαρακτηρίζεται από τα πιστωτικά ιδρύματα μη σκόπιμη, ενώ στο 14% των περιπτώσεων οι τράπεζες εκτιμούν ότι δεν θα αποπληρωθούν τα δάνεια.
Αναλυτικότερα, στην παρέμβασή του ο υπουργός Οικονομικών στην κοινοβουλευτική επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων με αντικείμενο την παροχή ρευστότητας από τα τραπεζικά ιδρύματα στην πραγματική οικονομία, αναγνώρισε ότι οι τράπεζες «διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, αλλά όχι στην επιθυμητή ένταση και έκταση ειδικά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις» και κάλεσε δε τα πιστωτικά ιδρύματα, «χωρίς να αγνοούν τους ευρωπαϊκούς κανόνες, να προσαρμόσουν τα πιστωτικά κριτήρια στις προοπτικές των επιχειρήσεων και της χώρας».
Ζήτησε ακόμη να αναβαθμίσουν το σύστημα συλλογής πληροφοριών και δεδομένων προκειμένου να είναι σε θέση να αναλύουν σε μεγαλύτερο βάθος τις ελληνικές επιχειρήσεις και να εντοπίζουν περισσότερες βιώσιμες επιχειρήσεις και να τιμολογούν τον πιστωτικό κίνδυνο με μεγαλύτερη ακρίβεια, ώστε να μειωθεί και το πράγματιυψηλό κόστος δανεισμού, το οποίο διατηρεί υψηλό, ιδιαίτερα σε σύγκριση με άλλες χώρες, το καθαρό επιτοκιακό έσοδο (net interest income) των τραπεζών.
Περαιτέρω σημείωσε ότι θα
επιχειρήσεις είναι η ρευστότητα. Όπως επισήμανε ο κ. Μπρατάκος, οι επιπτώσεις της πανδημίας, η μείωση των εισοδημάτων, η πτώση του τζίρου, η μείωση των εξαγωγών, συνδυαστικά με το υψηλό κόστος του τραπεζικού δανεισμού, με το υψηλό κόστος των ασφαλιστικών και των φορολογικών επιβαρύνσεων, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, καθιστούν την ελληνική μικρομεσαία επιχειρηματικότητα σε πολύ δύσκολη θέση. «Οι τράπεζες δεν έχουν αναλάβει τον πολύ σημαντικό ρόλο που τους αναλογεί, παρά την απαιτούμενη ρευστότητα που έχουν ήδη λάβει», είπε και πρόσθεσε ότι οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τις επιχειρήσεις για να είναι αξιόχρεες και να λάβουν χρηματοδότηση είναι αδύνατο να πληρούνται από τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), Γιώργος Καββαθάς, τόνισε ότι από ένα σύνολο 700.000 επιχειρήσεων μόνο 30.000 έως 40.000 επιχειρήσεις πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια και κατέθεσε τρεις προτάσεις για να διπλασιαστεί ο αριθμός τους. Συγκεκριμένα πρότεινε: α) να δημιουργηθεί ένας οδηγός χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις, β) να αναπτυχθούν εξειδικευμένα χρηματοδοτικά προϊόντα και καινοτόμα εργαλεία για τις μικρές επιχειρήσεις και γ) να αναληφθούν δράσεις και παρεμβάσεις, στα θέματα που αφορούν την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Γιώργος Καρανίκας, ανέφερε ότι ο αποκλεισμός των επιχειρήσεων από τον τραπεζικό δανεισμό εξαιτίας των αυστηρών τραπεζικών κριτηρίων είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα του επιχειρηματικού κόσμου και απαιτούνται δραστικές και άμεσες αποφάσεις. Το τοπίο αυτό, όπως τόνισε, έχει δημιουργηθεί αν και οι τράπεζες έχουν αντλήσει φθηνή ρευστότητα από τα έκτακτα προγράμματα της ΕΚΤ με μηδενικά ακόμα και με αρνητικά επιτόκια, αλλά δυστυχώς μέχρι και σήμερα δεν έχουν ανταποκριθεί, σε μεγάλο βαθμό, στις ανάγκες της αγοράς.
[SID:14720073-14720314]