Ο πήχης βιωσιμότητας στο δημόσιο χρέος
Μετά τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τάσσεται υπέρ της εκτίμησης ότι απαιτείται ένας πιο ρεαλιστικός και βιώσιμος μηχανισμός προσαρμογής του δημοσίου χρέους στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, κάτι που βρίσκει απολύτως σύμφωνη και την ελληνική κυβέρνηση.
Μετά την πανδημία και την αύξηση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., ο υφιστάμενος κανόνας μείωσης του χρέους κατά το 1/20 ετησίως της διαφοράς πάνω από το 60% του ΑΕΠ, θεωρείται πλέον κάτι περισσότερο από «ασφυκτικός» όχι μόνο για την Ελλάδα, που έχει χρέος στο επίπεδο του 200%
του ΑΕΠ, αλλά και για πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επισήμως, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της, καθώς η διαπραγμάτευση για το νέο Σύμφωνο θα κορυφωθεί στο β’ εξάμηνο του 2022, όταν πλέον θα έχει ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο στην Ε.Ε. (σ.σ.: θα έχει οριστεί η γερμανική κυβέρνηση και θα έχουν πραγματοποιηθεί και οι εκλογές στη Γαλλία). Η ελληνική κυβέρνηση θα αναζητήσει μια «συνταγή» που θα οδηγεί σε «λογικά» πρωτογενή πλεονάσματα για τα επόμενα χρόνια τα οποία θα μπορούν να υποστηριχθούν και να παραχθούν από την αύξηση του ΑΕΠ. Το «λογικό» δεν έχει ποσοτικοποιηθεί, ωστόσο, σε ανεπίσημες συζητήσεις, τοποθετείται στην περιοχή του 2%.
Οι «ασκήσεις» του οικονομικού επιτελείου δείχνουν ότι αν ο πήχης μπει στο να παράγονται σε ετήσια βάση πρωτογενή πλεονάσματα που να καλύπτουν τους τόκους εξυπηρέτησης του χρέους, θα καταστεί εφικτό και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους και να διατηρηθεί ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας και να χρηματοδοτηθούν οι μειώσεις φορολογικών συντελεστών που θέλει να προωθήσει η κυβέρνηση. Για να διασφαλιστούν τα «λογικά πλεονάσματα» θα πρέπει να συμφωνηθεί πιο ομαλός τρόπος αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους σε ετήσια βάση και φυσικά μεγαλύτερο «κατώφλι» από το 60% που ισχύει σήμερα.
[SID:14829408]