Προσοχή σε μία παγκόσμια οικονομία με πολλές φωτιές παντού
ΜΕΓΑΛΑ ΣΟΚ στην παγκόσμια οικονομία, όπως η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι εύλογο ότι προσελκύουν τη μεγαλύτερη προσοχή. Αλλά ένα νέο παγκόσμιο πρότυπο «μικρών εστιών φωτιάς παντού» μπορεί να είναι εξίσου ανησυχητικό για τη μακροπρόθεσμη οικονομική ευημερία. Με την πάροδο του χρόνου, αυτές οι μικρές εστίες φωτιάς μπορούν να συνενωθούν σε μία που να είναι εξίσου απειλητική με την αρχική μεγάλη φωτιά που λειτούργησε ως καταλύτης.
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ το να προκαλεί εκτεταμένους θανάτους και καταστροφές και να εκτοπίζει εκατομμύρια ανθρώπους από τα σπίτια τους, ο πόλεμος της Ουκρανίας συνεχίζει να πυροδοτεί ισχυρούς στασιμοπληθωριστικούς κινδύνους σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Η συνεπακόλουθη ζημία -είτε υπό τη μορφή υψηλότερων τιμών τροφίμων και ενέργειας είτε υπό τη μορφή διαταραχών στην παγκόσμια αλυσίδα τροφοδοσίας- δεν μπορεί να αντισταθμιστεί ούτε εύκολα ούτε και γρήγορα από αναπροσαρμογές των εσωτερικών πολιτικών.
ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ χώρες, οι άμεσες οικονομικές συνέπειες του πολέμου περιλαμβάνουν υψηλότερο πληθωρισμό (που υπονομεύει την αγοραστική δύναμη), χαμηλότερη ανάπτυξη, αυξημένη ανισότητα και μεγαλύτερη χρηματοοικονομική αστάθεια. Εν τω μεταξύ, το πολυμερές σύστημα βρίσκεται πλέον αντιμέτωπο με μεγαλύτερα εμπόδια ως προς τη μορφή του διασυνοριακού συντονισμού πολιτικής που απαιτείται για την αντιμετώπιση πιεστικών παγκόσμιων προβλημάτων, όπως η κλιματική αλλαγή, οι πανδημίες και η απειλητική για τη ζωή μετανάστευση.
ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ είναι ιδιαίτερα έντονες για τους «εύθραυστους» εισαγωγείς εμπορευμάτων στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ιδίως σε σύγκριση με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ανεπτυγμένες οικονομίες. Είναι η διαφορά μεταξύ των εύλογων ανησυχιών για την κρίση κόστους διαβίωσης στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, και του φόβου του λιμού σε ορισμένες αφρικανικές χώρες. Τα υψηλότερα εμπορικά και δημοσιονομικά ελλείμματα των ΗΠΑ φαίνονται πολύ λιγότερο προβληματικά από τις πιθανές στάσεις πληρωμής χρέους από υπερχρεωμένες χώρες χαμηλού εισοδήματος. Και ενώ η πρόσφατη πτώση της αξίας του γιεν μπορεί να τραβήξει