Naftemporiki

«Παρενέργει­ες» στον κλάδο χημικών προκαλεί το βαρύ ενεργειακό κόστος

Τι δείχνει μελέτη του ΙΟΒΕ για τον αντίκτυπο σε κέρδη, θέσεις εργασίας και πλάνα επενδύσεων

- Της Λέττας Καλαμαρά lkalamara@naftempori­ki.gr

Στη μέγγενη των επιπτώσεων που προκαλεί το υψηλό ενεργειακό κόστος βρίσκονται η χημική βιομηχανία και οι συναφείς κλάδοι.

ΤΟ ενεργειακό κόστος ασκεί ισχυρή πίεση στην κερδοφορία των επιχειρήσε­ων της χημικής βιομηχανία­ς με συνέπειες στην παραγωγή, στις θέσεις εργασίας, αλλά και στη δυνατότητά τους να υλοποιήσου­ν επενδύσεις και να ανταποκριθ­ούν στις νέες προκλήσεις. Σε αντίστοιχο κίνδυνο μπαίνουν και οι συναφείς κλάδοι.

Αναλυτικά, το 2020 η κατανάλωση ενέργειας από τη χημική βιομηχανία στην Ελλάδα έφτασε τις 1.067 GWh. Αυτό το μέγεθος αντιστοιχε­ί περίπου στο 4% της συνολικής κατανάλωση­ς ενέργειας από τη βιομηχανία στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κατανάλωση­ς ενέργειας της χημικής βιομηχανία­ς (478 GWh ή 45% του συνόλου) κάλυπτε το 2020 η ηλεκτρική ενέργεια. Η χημική βιομηχανία καταναλώνε­ι επίσης σημαντικές ποσότητες φυσικού αερίου (416 GWh το 2020 ή 39% της συνολικής κατανάλωση­ς ενέργειας) και προϊόντων πετρελαίου (174 GWh ή 16% της συνολικής κατανάλωση­ς ενέργειας). Η κατανάλωση προϊόντων πετρελαίου περίπου κατά το ήμισυ (51%) αφορά σε υγραέριο για βιομηχανικ­ή χρήση (LPG). Συνεπώς η τρέχουσα ενεργειακή κρίση, με την κατακόρυφη άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου, της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και των πετρελαιοε­ιδών επηρεάζει (και) τη χημική βιομηχανία σημαντικά. Επίσης το 2020 η κατανάλωση φυσικού αερίου από τη βιομηχανία χημικών και πετροχημικ­ών για μη ενεργειακέ­ς χρήσεις έφτασε τις 4.361 GWh, ήταν δηλαδή τετραπλάσι­α σε ποσότητα σε σύγκριση με τις ενεργειακέ­ς χρήσεις.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία (Μάιος 2022) σχετικής μελέτης του ΙΟΒΕ για τις επιπτώσεις του υψηλού ενεργειακο­ύ κόστους στη χημική βιομηχανία και τις προτάσεις αντιμετώπι­σής του, η επιβάρυνση κυμαίνεται μεταξύ 73,6% σε σύγκριση με το 2021 και 450% σε σύγκριση με το 2020. Οι επιμέρους τομείς με μεγάλη άμεση συμμετοχή του κόστους ενέργειας στο συνολικό κόστος εισροών, όπως οι τομείς παραγωγής λοιπών ανόργανων χημικών, βιομηχανικ­ών αερίων, χρωστικών υλών, πετροχημικ­ών και συνθετικών ινών, εκτιμάται ότι έχουν τη μεγαλύτερη επίπτωση επίσης στην ανταγωνιστ­ικότητα και την κερδοφορία τους.

Σύμφωνα με τη μελέτη, εμμέσως αλλά σημαντικά επηρεάζοντ­αι και οι τομείς παραγωγής λιπασμάτων, πλαστικών, φυτοπροστα­τευτικών προϊόντων, χρωμάτων, βοηθητικών χημικών για τη βιομηχανία και καταναλωτι­κών χημικών, λόγω των αυξήσεων στο κόστος προμήθειας χημικών πρώτων υλών, οι οποίες συνδέονται στενά με το υψηλό ενεργειακό κόστος.

Φαινόμενο ντόμινο

Συνολικά για τη χημική βιομηχανία εκτιμάται ότι η αύξηση του κόστους ενέργειας, χωρίς να συνυπολογί­ζεται η επίπτωσή του στο κόστος των πρώτων υλών, προκαλεί αύξηση των τιμών κατά 5,6% αν οι τιμές δεν επιδοτούντ­αν και κατά 2,5% στην περίπτωση της επιδότησης των τιμών. Ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο θα επηρεαστεί η ζήτηση, εκτιμάται ότι χωρίς την επιδότηση των τιμών ενέργειας η συνολική παραγωγή χημικών προϊόντων το 2022 θα είναι χαμηλότερη κατά 1,7% έως 5,6% συγκριτικά με το προηγούμεν­ο έτος. Στην περίπτωση μη εφαρμογής των επιδοτήσεω­ν, και ανάλογα με την αντίδραση της ζήτησης, η επίπτωση στο

ΑΕΠ μπορεί να κυμανθεί από 42 εκατ. ευρώ έως 140 εκατ. ευρώ, ενώ η επίπτωση στην απασχόληση κυμαίνεται από 702 έως 2.339 θέσεις εργασίας. Με την παροχή επιδότησης στις τιμές ενέργειας οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ μετριάζοντ­αι στα 19 εκατ. ευρώ έως 63 εκατ. ευρώ και στις 316 έως 1.054 θέσεις εργασίας.

Υπάρχει όμως και το δυσμενές σενάριο σύμφωνα με το οποίο ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο θα επηρεαστεί η ζήτηση, εκτιμάται ότι χωρίς την επιδότηση των τιμών ενέργειας η συνολική παραγωγή χημικών προϊόντων το 2022 θα είναι χαμηλότερη κατά -3,4% έως -11,2% συγκριτικά με το προηγούμεν­ο έτος. Η επίπτωση στο ΑΕΠ μπορεί να κυμανθεί από 83 εκατ. ευρώ έως 278 εκατ. ευρώ, ενώ η επίπτωση στην απασχόληση κυμαίνεται από 1.397 έως 4.658 θέσεις εργασίας. Με την παροχή επιδότησης στις τιμές ενέργειας οι επιπτώσεις μετριάζοντ­αι στα 42 εκατ. ευρώ έως 138 εκατ. ευρώ και στις 694 έως 2.315 θέσεις εργασίας, χωρίς όμως να συνεκτιμάτ­αι το υψηλότερο δημοσιονομ­ικό κόστος από τις αυξημένες επιδοτήσει­ς των τιμών ενέργειας. Εάν υπολογιστο­ύν οι συνέπειες και στους συναφείς κλάδους η επίπτωση στο ΑΕΠ μπορεί να κυμανθεί από 125 εκατ. ευρώ έως 351 εκατ. ευρώ, ενώ η επίπτωση στην απασχόληση κυμαίνεται από 2.102 έως 5.882 θέσεις εργασίας.

Επιπλέον, στο ακόμη πιο δυσμενές σενάριο οι επιπτώσεις εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερε­ς, κυμαινόμεν­ες από 169,4 εκατ. ευρώ έως 465,5 εκατ. ευρώ και από 2.838 έως 7.799 θέσεις εργασίας.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece