Περίπλοκη εξίσωση το πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο
Η σύνοδος της G7 αποφάσισε να επιβληθούν δεσμεύσεις πώλησης σε καθορισμένη μέγιστη τιμή
Να «διερευνήσουν» την επιβολή πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου συμφώνησαν οι ηγέτες των επτά ισχυρότερων κρατών της Δύσης στη Σύνοδο Κορυφής στις Βαυαρικές Άλπεις.
«ΘΑ ΕΞΕΤΑΣΟΥΜΕ μια σειρά προσεγγίσεων, συμπεριλαμβανομένης της επιλογής για πιθανή απαγόρευση όλων των υπηρεσιών που επιτρέπουν τη μεταφορά ρωσικού αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών παγκοσμίως, αν η τιμή στην οποία αγοράζεται δεν είναι αυτή που έχει συμφωνηθεί με τους διεθνείς εταίρους ή χαμηλότερη», αναφέρεται στο τελικό ανακοινωθέν.
Το κύριο μέλημα των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στο Ελμάου ήταν να στείλουν ένα μήνυμα αποφασιστικότητας και ενότητας σε σχέση με τον ρωσικό πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας. Ο οικοδεσπότης, Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, προειδοποίησε μάλιστα κλείνοντας τις εργασίες της συνόδου ότι «η G7 παραμένει ενωμένη στην υποστήριξή της προς την Ουκρανία… θα συνεχίσουμε να διατηρούμε και να αυξάνουμε το οικονομικό και πολιτικό κόστος αυτού του πολέμου για τον πρόεδρο Πούτιν και το καθεστώς του». Όπως γράφει η γερμανική «Handelsblatt», «οι λεγόμενοι σέρπα -οι διαπραγματευτές των επτά αρχηγών κρατών- παζάρεψαν τη διατύπωση της τελικής δήλωσης μέχρι το τέλος. Υπήρξε αγώνας για το ανώτατο όριο της τιμής του φυσικού αερίου, για τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, τις κυρώσεις στον χρυσό της Μόσχας και τη διατύπωση της ενεργειακής πολιτικής».
Σύγκρουση δύο γραμμών
Στη σύνοδο των επτά συγκρούστηκαν δύο γραμμές: η αμερικανική πρόταση, που προέβλεπε την επιβολή πλαφόν στις τιμές αγοράς του ρωσικού πετρελαίου, και η γαλλική, που ζητούσε ένα παγκόσμιο ανώτατο όριο τιμών στις τιμές του πετρελαίου και όχι μόνο στις πωλήσεις πετρελαίου της Μόσχας. Τελικά, η Γαλλία υπαναχώρησε καθώς η δήλωση των ηγετών κλίνει προς την αμερικανική προσέγγιση ως προτιμώμενη επιλογή. Η κεντρική ιδέα που επικράτησε μάλιστα είναι να συνδεθούν οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η ασφάλιση των δεξαμενόπλοιων και η θαλάσσια μεταφορά φορτίων πετρελαίου με μια ανώτατη τιμή στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου. Έτσι, αν ένας μεταφορέας ή ένας εισαγωγέας θέλει αυτές τις υπηρεσίες, θα πρέπει να δεσμεύεται ότι το ρωσικό πετρέλαιο πωλείται σε μια καθορισμένη μέγιστη τιμή.
Το σκεπτικό των G7 είναι να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη των καρτέλ τους ως αγοραστές, για να μειωθούν δραστικά τα έσοδα της Ρωσίας από τις πωλήσεις υδρογονανθράκων - έσοδα που έχουν αυξηθεί σημαντικά τους τέσσερις μήνες του πολέμου, λόγω της απογείωσης των τιμών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Καναδάς μπορεί να έχουν απαγορεύσει τις αγορές πετρελαίου από τη Ρωσία και η Ε.Ε. να σχεδιάζει να το κάνει ως τα τέλη του χρόνου, αλλά η Μόσχα εξακολουθεί να κερδίζει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ευρώ την ημέρα από τις εξαγωγές ενέργειας.
Πολύπλοκος μηχανισμός
Το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου θα είναι πάντως ένας πολύπλοκος μηχανισμός, που συνεπάγεται τη δημιουργία νέων εργαλείων. Η Ρωσία βρίσκει νέες διεξόδους για τους υδρογονάνθρακές της, με αποτέλεσμα τον Μάιο οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου από την Κίνα να αυξηθούν κατά 55% σε ετήσια βάση. Συνεπώς, μια συμφωνία σε επίπεδο G7 δεν είναι αρκετή. «Μπορούμε να αναρωτηθούμε εάν χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα θα συμφωνήσουν να σταματήσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, όταν μάλιστα αυτό διαπραγματεύεται
σε τιμή σημαντικά χαμηλότερη από αυτή της παγκόσμιας αγοράς», τονίζει ο Κάρστεν Φριτς, αναλυτής της Commerzbank.
Προς το παρόν «η Ινδία βοηθά τη Ρωσία να συνεχίσει να πουλάει το πετρέλαιό της, παρά τις δυτικές κυρώσεις», προσθέτει ο Γερμανός ειδικός. «Μεταξύ των τρόπων που εξετάζονται είναι να απαγορευτεί σε Ευρωπαίους πλοιοκτήτες και Βρετανούς ασφαλιστικούς μεσίτες να προσφέρουν υπηρεσίες για το ρωσικό πετρέλαιο εάν πωλείται πιο πέρα από την καθορισμένη τιμή», εξηγεί ο Γκέοργκ Ζάχμαν, αναλυτής στο ινστιτούτο Bruegel.
«Είναι επίσης απαραίτητο να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μια ευρεία συμμαχία», τονίζει ο Κάρστεν Φριτς, αναφέροντας το παράδειγμα της Ινδίας που παρέχει
πιστοποίηση ασφάλειας για περισσότερα από 80 πλοία που ανήκουν σε θυγατρική της ρωσικής ναυτιλιακής εταιρείας Sovcomflot, με έδρα το Ντουμπάι. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στη Μόσχα να παρακάμπτει τις κυρώσεις που την εμποδίζουν να προσφύγει στους δυτικούς φορείς πιστοποίησης. «Δεν είναι κάτι που μπορούμε να το βγάλουμε από τα συρτάρια μας σαν να ήταν μια δοκιμασμένη μέθοδος... είναι μια νέα ιδέα», σχολίασε ο κορυφαίος διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, αναγνωρίζοντας ότι «ο μηχανισμός μένει ακόμη να εφευρεθεί».