Το ΕΕΣ ζητά από την ΕΚΤ πιο αυστηρή τραπεζική εποπτεία
ΣΥΝΑΓΕΡΜΟ επαγρύπνησης και για τις ευρωπαϊκές τράπεζες κρούει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (European Court of Auditors), ζητώντας από την ΕΚΤ πιο αυστηρή διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, στον απόηχο των κλυδωνισμών στα περιφερειακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ.
Το ΕΕΣ ζητά αυξημένες εγγυήσεις, με επιβολή υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων στις τράπεζες πιο υψηλού ρίσκου, διαμηνύοντας ουσιαστικά πως η ΕΚΤ πρέπει να σφίξει τα λουριά στις τράπεζες και δη στο μέτωπο των κόκκινων δανείων.
Καίριας σημασίας
Σε έκθεσή του που δημοσιεύουν οι «Financial Times», το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο τονίζει ότι το αυστηρότερο εποπτικό πλαίσιο έχει καίρια σημασία καθώς η ελαστική διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου μπορεί να διαβρώσει τη βιωσιμότητα όχι μόνον των ίδιων των τραπεζών, αλλά και ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η ΕΚΤ εποπτεύει 110 συστημικές τράπεζες σε 21 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε χρόνο αξιολογεί τις προκλήσεις που αυτές αντιμετωπίζουν σε ό,τι αφορά τη χρηματοδοτική έκθεσή τους, τη διακυβέρνηση και τη ρευστότητα, καθώς και την ικανότητά τους στη διαχείριση κινδύνου. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να τους επιβάλει πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις για την κάλυψη των εντοπιζόμενων κινδύνων και διορθωτικά μέτρα για τον περιορισμό τους.
Πρόσφατα η ΕΚΤ προειδοποίησε ότι οι προοπτικές για τις τράπεζες επιδεινώνονται λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, ενώ, όπως προκύπτει από τις προηγούμενες κρίσεις, οι ανεπαρκείς προβλέψεις μπορούν να αποτελέσουν απειλή για τη βιωσιμότητά τους.
Σύμφωνα όμως με το ΕΕΣ, η ΕΚΤ δεν προχώρησε στην επιβολή αναλογικά υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων στις τράπεζες που έχουν προφίλ αυξημένου κινδύνου και δεν αυστηροποίησε τα μέτρα εποπτείας σε τράπεζες που εμφανίζουν κατ’ εξακολούθηση
ελλείψεις και ανεπάρκειες στη διαχείριση κινδύνου.
«Για να αποτραπούν χρεοκοπίες τραπεζών λόγω ελλιπούς διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου, η ΕΚΤ πρέπει να διασφαλίζει ότι οι τράπεζες διαχειρίζονται δεόντως τους πιστωτικούς κινδύνους», δήλωσε ο Μιχαήλ Κοοζλόφς, μέλος του ΕΕΣ και εκ των συντακτών της έκθεσης. «Πρόκειται για βασική προτεραιότητα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη σημασία της εμπιστοσύνης στον τραπεζικό τομέα και την τρέχουσα δύσκολη οικονομική συγκυρία».
Συνολικά, η έκθεση αναγνωρίζει πως η ποιότητα των αξιολογήσεων της ΕΚΤ ως προς τους πιστωτικούς κινδύνους και τους ελέγχους των τραπεζών ήταν επαρκής, παρά τις όποιες αδυναμίες. Σημειώνει όμως ότι η ΕΚΤ δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τα εργαλεία και τις εποπτικές εξουσίες της για να διασφαλίζει ότι οι εντοπιζόμενοι κίνδυνοι καλύπτονται πλήρως από πρόσθετα κεφάλαια, ούτε για να πιέζει τις τράπεζες να διαχειρίζονται καλύτερα τον κίνδυνο αυτό.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η νέα προσέγγιση που εφάρμοσε η ΕΚΤ το 2021 για τον καθορισμό του ύψους των κεφαλαίων, πέραν του κανονιστικού ελάχιστου ορίου, που θα πρέπει να διακρατεί μια τράπεζα, δεν εγγυάται την κατάλληλη κάλυψη των διαφόρων κινδύνων και δεν εφαρμόστηκε με συνέπεια. Ειδικότερα, η ΕΚΤ δεν επέβαλε απαιτήσεις ανάλογες των κινδύνων που αντιμετώπιζαν οι τράπεζες, ήτοι δεν προχώρησε σε σαφή σύνδεση μεταξύ του εύρους των κινδύνων και της επιβαλλόμενης απαίτησης.