Ο πολίτης θα βρίσκει το δίκιο του πολύ νωρίτερα
«Μόνο από την αλλαγή της ενοποίησης και της αναδιάρθρωσης, περιμένουμε μείωση του χρόνου έκδοσης τελεσίδικων αποφάσεων από τα 4,5 έτη στα 2,5, με τελικό στόχο την επίτευξη ευρωπαϊκού μέσου όρου του 1,5 έτους, στο τέλος της τετραετίας»
νομική ανάπτυξη της χώρας, όπως και για τη διεθνή θέση της σ’ έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο και ανταγωνιστικό κόσμο. Ήδη, αυτή η μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης προεξοφλείται, αξιολογείται και καταγράφεται με κάθε τρόπο στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές περιβάλλον.
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι, με την υπουργοποίησή σας, ο πρωθυπουργός σάς έδωσε το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο για να κάνετε τομές στη Δικαιοσύνη. Είναι έτσι; Σκοπεύετε να προχωρήσετε και σε άλλες αλλαγές;
Οι αλλαγές στην ελληνική Δικαιοσύνη για καλύτερη ποιότητα και γρηγορότερες αποφάσεις αποτελούν μία από τις μεγάλες προκλήσεις της δεύτερης θητείας της κυβέρνησης του Κυρ. Μητσοτάκη. Μέσα σε 10 μήνες, προχωρήσαμε συστηματικά και συνδυαστικά σ’ ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό σχέδιο θεσμικών, οργανωτικών, ψηφιακών και υλικοτεχνικών τομών και αναμορφώσεων στην ελληνική Δικαιοσύνη.
Στις αρχές του 2024 ψηφίσαμε την αναμόρφωση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας, με σημείακλειδιά την έκτιση των ποινών, που περιορίζουν την ατιμωρησία και ταυτόχρονα επιταχύνουν τους όρους και τις διαδικασίες της ποινικής δίκης. Σε νομοπαρασκευαστική προετοιμασία βρίσκονται ανάλογες πρωτοβουλίες για αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και στη δικονομία του Συμβουλίου της Επικρατείας, στον Οργανισμό των Δικαστηρίων, στον Κώδικα των Δικηγόρων, στον Κώδικα Συμβολαιογράφων και στο νομικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών. Στην επιτάχυνση θα βοηθήσει και η σημαντική μεταφορά δικαστηριακής ύλης στους δικηγόρους, σύμφωνα με τον νόμο που ψηφήσαμε πρόσφατα.
Πώς κρίνετε τη στάση της αντιπολίτευσης μέχρι σήμερα στα ζητήματα των μεταρρυθμίσεων στον χώρο της Δικαιοσύνης;
Η μέχρι σήμερα στάση της αντιπολίτευσης στα θέματα των μεταρρυθμίσεων της Δικαιοσύνης είναι αφοριστική, χωρίς σοβαρές αντιπροτάσεις. Η βαθύτερη λογική της είναι να εκμεταλλευτεί τα ζητήματα της Δικαιοσύνης, όχι για ν’ αλλάξουμε κάτι προς το καλύτερο, θεσμικά και λειτουργικά, αλλά για να εντείνουμε τον πόλεμο φθοράς προς την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό.
Αυτή η στάση σημαίνει δύο αλληλένδετα πράγματα: Έλλειψη ενδιαφέροντος για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις με ταυτόχρονη απουσία προτάσεων. Αυτό το είδαμε και στις αλλαγές του Ποινικού Νόμου, το βλέπουμε
τώρα και στον Νέο Δικαστικό Χάρτη, με πλήρη καταγγελία του πρώτου και με το να μην αλλάξει τίποτα στον δεύτερο. Αναφέρομαι κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ. Η νέα ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, στις συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις που έρχονται στο προσκήνιο, αναπαράγει τη μηδενιστική πολιτική της παλιάς ηγεσίας και μάλιστα πολλές φορές με πιο έντονη φρασεολογία και κενότητα λόγου. Το δε ΠΑΣΟΚ, που για κάποιο διάστημα προσπάθησε να πολιτευτεί ως υπεύθυνη με προτάσεις αντιπολίτευση, δυστυχώς πλέον έχει μετεξελιχθεί σ’ έναν ανταγωνιστή καταγγελιολογίας του ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση θα προχωρήσει το θετικό μεταρρυθμιστικό της έργο προς όφελος της κοινωνίας και της χώρας και οι πολίτες θα έχουν πολύ σύντομα την ευκαιρία των ευρωεκλογών να κρίνουν και να συγκρίνουν.
Ποιο είναι το διακύβευμα των επικείμενων ευρωεκλογών;
Είναι διπλό, σε Ελλάδα και Ευρώπη. Στην Ελλάδα χρειάζεται σταθερότητα, για να γίνεται καλύτερη η χώρα. Στην Ευρώπη απαιτείται ηγετική ικανότητα, για να μπορεί να έχει ισχυρό ρόλο η Ελλάδα. Οι πολίτες πρέπει να
επιλέξουν τη σταθερή λύση που καλυτερεύει ήδη επί πέντε χρόνια την Ελλάδα. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις, υπάρχουν αποδεδειγμένες λύσεις.
Αναλύστε μας το σκεπτικό σας όσον αφορά την Ελλάδα.
Με τις κυβερνήσεις του Κυρ. Μητσοτάκη, η χώρα πορεύεται σταθερά, βελτιώνεται και καλυτερεύει σε μια απρόβλεπτη εποχή με διαρκείς αναταράξεις, γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές. Με την πολιτική τους μέχρι σήμερα παράγουν σταθερά γεωπολιτική ασφάλεια, εθνική ενίσχυση, ασφαλή σύνορα, ικανότητα διαχείρισης κρίσεων, επενδυτική ανάκαμψη, οικονομική ανάπτυξη, αύξηση της απασχόλησης, μεταρρυθμίσεις στη φορολογία, Παιδεία, Υγεία, Δικαιοσύνη.
Υπάρχουν βέβαια και προβλήματα που επιμένουν και ταλανίζουν τους πολίτες, όπως η ακρίβεια, η εγκληματικότητα, οι κρατικές αγκυλώσεις. Σημασία έχει όμως ότι αναγνωρίζονται και παλεύονται από αυτή την κυβέρνηση, που είναι η μόνη που μπορεί να δώσει λύσεις. Το άλλο διακύβευμα είναι η Ευρώπη, με επίσης διπλή διάσταση. Ποιος ηγέτης και ποια πολιτική δύναμη μπορεί να εκπροσωπήσει
επάξια την Ελλάδα στην Ευρώπη; Ποιος μπορεί να συνάψει διπλωματικές συμμαχίες διασφάλισης των εθνικών συμφερόντων, να διαπραγματευτεί το Ταμείο Ανάκαμψης, να μιλήσει για πράσινη μετάβαση με όρους διασφάλισης των αγροτών και εν γένει να έχει την αξιοπιστία πενταετούς αναβάθμισης της χώρας, μετά τη δεκαετή καταστροφική κρίση και υποβάθμιση του 2009-2019;
Η απάντηση στα ερωτήματα είναι προφανής. Μόνο η σημερινή κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη μπορεί ν’ ανταποκριθεί σε τέτοιου είδους εθνικές και πολιτικές προκλήσεις.
Και όσον αφορά το ευρωπαϊκό διακύβευμα;
Η δεύτερη διάσταση του ευρωπαϊκού διακυβεύματος είναι η ίδια η πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τη συζήτηση σήμερα, στον ευρωπαϊκό διάλογο, κλέβουν οι δύο σημαντικές εκθέσεις του Ντράγκι και του Λέτα. Η καθεμία από τη σκοπιά της, αλλά και σε απόλυτη συνάφεια μεταξύ τους, θέτουν το στρατηγικό ζήτημα πορείας της Ευρώπης σ’ ένα σημείο καμπής για την ίδια και τον κόσμο. Στο επίκεντρο της ατζέντας είναι η γεωπολιτική και οικονομική αυτονομία και ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Με απλά λόγια, το μέγα ζητούμενο είναι αν η Ευρώπη θα κάνει ένα άλμα από τα «επιμέρους κρατικά εγώ» στο πολυπόθητο «ευρωπαϊκό εμείς». Στρατηγική την οποία έχει στηρίξει αλλά και έχει προωθήσει με πρωτοβουλίες του ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, καθότι συμβαδίζει απόλυτα με τα εθνικά συμφέροντα της χώρας αλλά και με τον ξεκάθαρο ευρωπαϊκό προσανατολισμό της κυβέρνησης.