Πώς το καθεστώς Μητσοτά μεθόδευσε τη συγκάλυψη
ΗΕξεταστική Επιτροπή που ερευνούσε την υπόθεση παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη έκλεισε την Παρασκευή με την κατάθεση του ίδιου του θύματος. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ήταν το μόνο πολιτικό πρόσωπο που εξετάστηκε κατά τη διάρκεια μιας διαδικασίας-εξπρές, που υπό τις διαταγές Μητσοτάκη μετατράπηκε σε εργαστήριο συγκάλυψης του σκανδάλου. Έτσι δημιουργήθηκε ένα νέο σκάνδαλο πάνω στο υπάρχον σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, με τις πιθανές ποινικές ευθύνες να πολλαπλασιάζονται.
Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για τη συγκάλυψη έδειξαν με τον πιο σαφή τρόπο ότι το καθεστώς Μητσοτάκη έπαιξε τα ρέστα του και υπερέβη ακόμα και τα δημοκρατικά όρια με πρωτοφανείς για τα κοινοβουλευτικά χρονικά μεθοδεύσεις.
Προστασία μαρτύρων και το «απόρρητο»
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατά τις εναρκτήριες συνεδριάσεις της Επιτροπής κατέθεσαν
εκτενείς λίστες μαρτύρων που θα μπορούσαν να δώσουν κρίσιμες λεπτομέρειες για την υπόθεση. Στη λίστα περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που είχε την πολιτική ευθύνη των ενεργειών της ΕΥΠ, ο Γρηγόρης Δημητριάδης, που παραιτήθηκε, αναλαμβάνοντας παραδόξως μια ευθύνη που δεν είχε, η εισαγγελέας και στελέχη της ΕΥΠ, οι δημοσιογράφοι που έπεσαν θύματα παρακολουθήσεων και αποκάλυψαν την υπόθεση, και οι πραγματικοί δικαιούχοι των εταιρειών Intellexa και Krikel, που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο σκάνδαλο.
Η Ν.Δ. έφτιαξε μονοκομματικό προεδρείο και εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την πλειοψηφία στην Επιτροπή. Και «έκοψε» όλους τους προαναφερθέντες υποψήφιους μάρτυρες, ώστε να μην υποβληθούν στη βάσανο των ερωτήσεων της Επιτροπής. Ακόμα και όταν νεότερα ρεπορτάζ αποκάλυψαν κρίσιμα έγγραφα που αποδείκνυαν την ιδιοκτησιακή σχέση του Φέλιξ Μπίτζιου με την Intellexa και του Γιάννη Λαβράνου με την Krikel, το αυτί της Ν.Δ. δεν ίδρωσε. Απεναντίας, απέρριψε και πάλι τα δυο αιτήματα της αντιπολίτευσης να κληθούν οι συγκεκριμένοι στην Επιτροπή.
Όσοι πάντως μάρτυρες έφτασαν στην Επιτροπή και εμπλέκονταν ευθέως με το σκάνδαλο και το καθεστώς Μητσοτάκη χρησιμοποίησαν την «ομερτά»: επικαλέστηκαν το «απόρρητο» και δεν έδωσαν καμία λεπτομέρεια για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη. Ο Κ. Μητσοτάκης θα μπορούσε να δώσει και τυπικά άδεια να καταθέσουν τα πάντα. Ωστόσο, για τον πρωθυπουργό η σιωπή είναι χρυσός.
Το μπλόκο στο Επιστημονικό Συμβούλιο
Για τη λειτουργία του Κοινοβουλίου κρίσιμος είναι ο ρόλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, πρόεδρος του οποίου είναι ο Κώστας Μαυριάς, ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής υπάγεται απευθείας στον πρόεδρο της Βουλής. Βουλευτές έχουν τη δυνατότητα να απευθύνουν ερώτημα προς το Συμβούλιο για τη λειτουργία της Βουλής και των Επιτροπών της μέσω του προέδρου. Εκείνος με τη σειρά του το μεταβιβάζει στο Συμβούλιο, το οποίο απαντά.
Το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής έχει ουσιαστικά τεθεί
σε αχρηστία με ευθύνη του προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα, ο οποίος αρνείται επίμονα να απευθύνει κρίσιμα ερωτήματα της αντιπολίτευσης προς το Συμβούλιο. Συγκεκριμένα, κατά τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής, στις 12 Σεπτεμβρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αιτήθηκε να απευθυνθεί ερώτημα προς το Επιστημονικό Συμβούλιο για το εάν μπορεί μάρτυρας να αρνείται να καταθέσει στην Εξεταστική επικαλούμενος γενικό απόρρητο και για το εάν είναι δυνατόν να διευρυνθεί χρονικά ή με άλλον τρόπο το αντικείμενο έρευνας της Εξεταστικής χωρίς προηγούμενη απόφαση της Ολομέλειας. Το αίτημα απορρίφθηκε από την πλειοψηφία που κατέχει η Ν.Δ., ενώ και ο Κ. Τασούλας δεν συνέβαλε επ’ ουδενί στο να προωθηθεί το αίτημα. Ο λόγος; Όπως έγραφε η ΑΥΓΗ στις 18/9/2022, «ο καθηγητής Μαυριάς στο βιβλίο του “Συνταγματικό Δίκαιο” (εκδόσεις Σάκκουλα, 2021) αναφέρει στη σελίδα 595: “Αν η Εξεταστική Επιτροπή διαπιστώσει ότι επιβάλλεται διεύρυνση του αντικειμένου της έρευνας, οφείλει, δοθέντος ότι η απόφαση της Ολομέλειας οριοθετεί τη σχετική έρευνα, η οποία είναι δεσμευτική για την Εξετα
Η «ομερτά» των κρίσιμων μαρτύρων, οι μεθοδεύσεις του προέδρου της Βουλής, η «στημένη» έρευνα της ΕΑΔ και ο κρίσιμος ρόλος της υπαλλήλου της ΕΥΠ Ευαγγελίας Γεωργακοπούλου