Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη
μα η μεγάλη συναυλία του Μαρτίου για την ειρήνη στα Προπύλαια με πλειάδα καλλιτεχνών. Οι ίδιοι καλλιτέχνες με τα ίδια τραγούδια στην ΕΡΤ, με προσδιορισμένο, δηλαδή, το πλαίσιο, καθόλου δεν ενόχλησαν. Η συναυλία του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο ΑΠΘ επίσης δέχτηκε την απρόκλητη επίθεση των ΜΑΤ με χημικά. Επομένως, αυτό που ενοχλεί σφόδρα στον πολιτισμό είναι όταν γίνεται απρόβλεπτος, όταν κινητοποιεί ανθρώπους που αντιστέκονται στο κεντρικό αφήγημα. Αυτή είναι, άλλωστε, η μεγάλη ανατρεπτική δύναμη του πολιτισμού.
Θέση της Αριστεράς είναι ότι πολιτιστική κληρονομιά και σύγχρονος πολιτισμός είναι αλληλοτροφοδοτούμενα πεδία, αλλά και πεδία ανάπτυξης. Να γίνω πιο σαφής. Ο πολιτισμός στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δεν είναι εργαλείο ανάπτυξης, είναι πεδίο δίκαιης, ισότιμης, συμπεριληπτικής και βιώσιμης ανάπτυξης. Οι αρχαιότητες της Βενιζέλου αποτελούν κορυφαίο παράδειγμα του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., το οποίο εξαφάνισε το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της Ν.Δ. Το σχέδιο της Ν.Δ. έχει έντονο άρωμα διαπλοκής και κατασπατάληση δημόσιου χρήματος. Κατέστρεψε τις αρχαιότητες της Βενιζέλου στο μετρό Θεσσαλονίκης σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος και χρήματος ή -άλλο παράδειγμαδιαπραγματεύτηκε σε γκρίζα ζώνη τα κυριαρχικά δικαιώματα του ελληνικού λαού για την κατοχή των αρχαιοτήτων με σκοτεινά και ιδιωτικά συμφέροντα, όπως έγινε με τις κυκλαδικές αρχαιότητες. Αυτά θα σταματήσουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., λοιπόν, έχει πια ολοκληρωμένο σχέδιο συμπεριληπτικό, δημοκρατικό και βιώσιμο που συνοψίζεται εμβληματικά σε μία θέση. Ο πολιτισμός είναι πεδίο του κεντρικού πολιτικού σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ, με διαφάνεια, δημόσιο έλεγχο και εξάλειψη όλου του δικτύου διαφθοράς εντός και εκτός υπουργείου Πολιτισμού, που έχει αναπτυχθεί επί δεκαετίες και διαβρώνει θεσμούς και πρόσωπα, και κατασπαταλά δημόσιους πόρους χωρίς έλεγχο και λογοδοσία. Η υπόθεση Λιγνάδη δεν ήταν ατύχημα διαδρομής. Ήταν το αποκορύφωμα μιας αδιαφανούς πελατειακής πολιτικής της κυβέρνησης των «αρίστων» με συγκεκριμένο αφήγημα, και στον πολιτισμό και πέρα απ’ αυτόν. Ανοιχτοί, λοιπόν, δημόσιοι διαγωνισμοί, έλεγχος και λογοδοσία για το δημόσιο χρήμα, εθνική πολιτιστική πολιτική όπου το κράτος και όχι τα ιδρύματα θα εκπονούν το πολιτιστικό σχέδιο, θεσμική προστασία της υλικότητας του πολιτισμού (Συλλογικές Συμβάσεις, αμοιβές, μικρομεσαίες επιχειρήσεις), ειδικά σχέδια αντιμετώπισης έκτακτων συνθηκών, όπως, π.χ., η πανδημία, η ενεργειακή κρίση, πολιτιστική δημοκρατία και συμπερίληψη όλης της χώρας και όλων των κοινωνικών τάξεων και των διαφορετικοτήτων στο πολιτισμικό αγαθό. Ένα από τα εμβληματικά σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ, είναι η ανασυγκρότηση του πλαισίου των πολιτιστικών θεσμών της περιφέρειας, αλλά και η οργάνωση της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης (ανωτατοποίηση των καλλιτεχνικών σπουδών, διαβάθμιση πτυχίων και βεβαίως το ζήτημα της ένταξης των καλλιτεχνικών μαθημάτων στο πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο εκπαιδευτικό σύστημα που έχουν πεταχτεί στην κυριολεξία στον Καιάδα). Ένα, ωστόσο, εξίσου σημαντικό πεδίο είναι η πολιτιστική διπλωματία πάνω στο τραπέζι και όχι κάτω από το τραπέζι, στο πλαίσιο μιας εθνικής πολιτικής με την οποία θα διεκδικούνται τα συμφέροντα της χώρας στο πλαίσιο και σε άμεση συνομιλία με τα μεγάλα προτάγματα και τις προκλήσεις της εποχής σε διεθνές επίπεδο. Η μυστική διπλωματία των συμφερόντων, αναχρονιστική, ξεπερασμένη και εναντίον του εθνικού συμφέροντος και των προκλήσεων της εποχής, όπως αυτή που ασκεί η Ν.Δ., θα τελειώσει άμεσα. Σε μια εποχή που μεγάλα κινήματα κατά της αρχαιοκαπηλίας και της αποικιοποίησης των πολιτιστικών αγαθών είναι σε δυναμική εξέλιξη, δεν νοείται η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη να μιλάει είτε για δανεισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα είτε για διπλωματία που ξεπλένει αρχαιοκάπηλους. Δεν νοείται η Ελλάδα με αυτό το πολιτιστικό κεφάλαιο, που είχε πρωτοστατήσει διεθνώς για την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας, να ξαναγυρίζει πολύ πίσω σε σκοτεινές διαδρομές.
Χρειάστηκαν τρεις δεκαετίες για την απενοχοποίηση της ακροδεξιάς ατζέντας, του φασισμού εν τέλει. Σ’ αυτές τις δεκαετίες η Δημοκρατία, το Κράτος Δικαίου και η κοινωνική ισότητα θεωρήθηκαν πολυτέλεια απέναντι σε ένα άλλο δόγμα, το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή την αποτελεσματικότητα πάση θυσία. Η ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων και η κοινωνικοποίηση του μίσους για τον αδύναμο, για τον άλλο, για τον μη «άριστο» έγιναν τα αξιώματα όλης αυτής της περιόδου. Οι νεοφιλελεύθερες ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις μετέτρεψαν σε ευρωπαϊκά αξιώματα. Οι πολιτικές που εφάρμοσαν και οι νοοτροπίες που καλλιέργησαν εναντίον χωρών, όπως η Ελλάδα την περίοδο της κρίσης, σε αγαστή συμφωνία με ντόπιες νεοφιλελεύθερες και ακροκεντρώες δυνάμεις εμπέδωσαν την αντίληψη ότι η Δημοκρατία είναι πολυτέλεια όταν υπάρχει ο κανόνας της αποτελεσματικότητας. Σ’ αυτό συνέβαλε και η «προδοσία» των σοσιαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ήταν που, σε εκείνη την γκρίζα περίοδο, όπου ως και η Χρυσή Αυγή θεωρήθηκε ότι σε πιο λάιτ εκδοχή της εξυπηρετεί το σύστημα, ξαναέφερε δυναμικά στην επιφάνεια το αυτονόητο. Αποτελεσματικότητα χωρίς Δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρχει. Αυτή, λοιπόν, την περίοδο με μία από τις κύριες δυνάμεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς, τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., δίνεται μια μεγάλη μάχη ανάμεσα σε δύο πολιτικά-ιδεολογικά σχέδια: το δεξιό-ακροδεξιό σχέδιο και το σχέδιο των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων. Γι’ αυτό το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., όπως το παρουσίασε ο Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ, συνδυάζει τρία πράγματα: τον ριζοσπαστισμό, τον ρεαλισμό και τον οραματισμό. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ριζοσπαστικό αλλά και πιο ρεαλιστικό για την επιβίωση των κοινωνιών από την άρση των ανισοτήτων πάσης φύσεως. Το σπάσιμο του διλήμματος Δημοκρατία ή αποτελεσματικότητα είναι ριζοσπαστική και οραματική θέση σήμερα. Δεν υπάρχει δίλημμα: αποτελεσματικότητα χωρίς Δημοκρατία είναι αποτελεσματικότητα για τους λίγους που εμπεριέχει ή οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην Ακροδεξιά. Πολλές φορές οι ιστορικοί όταν ερευνούμε το παρελθόν, αναρωτιόμαστε πώς οι τότε ηγεσίες δεν κατάλαβαν τα σημεία των καιρών, που παρ’ όλα αυτά ήταν κραυγαλέα. Όπως στην Ιστορία λοιπόν, έτσι και σήμερα οι ηγεσίες βλέπουν ό,τι η ιδεολογία τους και ο πολιτικός σχεδιασμός τους τούς επιτρέπουν. Οι ηγεσίες της Ε.Ε., εγκλωβισμένες εντελώς σε ένα νεοφιλελεύθερο σχέδιο, απαντούν γραφειοκρατικά, κυνικά και εν τέλει αναποτελεσματικά σε τρεις μεγάλες προκλήσεις. Στην οικονομική κρίση, όπου πρόταξαν τον «κανόνα» εναντίον της Δημοκρατίας και απομόνωσαν τις κοινωνίες από την πολιτική, αφήνοντάς τες έρμαιο στα χέρια των αγορών. Στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, που το αντιμετώπισαν και το αντιμετωπίζουν με όρους ξενοφοβίας, Ευρώπης-φρούριο, απενοχοποιώντας με δυναμικό τρόπο την Ακροδεξιά, εντείνοντας ταυτοχρόνως τις «συνοριακές» κρίσεις, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα που αποδέχτηκαν ασμένως τον ρόλο του φύλακα του ευρωπαϊκού φρουρίου. Στη γεωπολιτική και γεωστρατηγική κατάσταση στην περιοχή, όπου χωρίς όραμα και ρεαλισμό άφησαν μέσα στην αυλή τους να ξεσπάσει ένας πόλεμος που εξελίσσεται σε μια πολύ μεγάλη κρίση, όχι μόνο ενεργειακή αλλά και γεωπολιτική. Η νεοφιλελεύθερη Ευρώπη μοιάζει γερασμένη και παραδομένη: έχει παραδώσει όλα τα όπλα της στην Αμερική και στο ΝΑΤΟ χωρίς δικό της ευρωπαϊκό σχέδιο ασφάλειας, ευημερίας και ειρήνης. Αυτά ήταν και παραμένουν τα τρία μεγάλα γεγονότα της εποχής μας, μαζί βέβαια με την πανδημική και την κλιματική κρίση. Είναι επιτακτική ανάγκη λοιπόν, όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αλλά και για όλο τον αριστερό, προοδευτικό κόσμο της Ευρώπης, να εμπνεύσει τις κοινωνίες ότι η ασφάλεια, η ευημερία, ο σεβασμός των δικαιωμάτων όλων των ανθρώπων και η ειρήνη δεν είναι συγκρουόμενες μεταξύ τους αξίες, αλλά προϋποθέσεις η μια της άλλης. Οποιοδήποτε σχέδιο δεν έχει αυτή την αλληλουχία προϋποθέσεων είναι καταστροφικό.