AVGI

Πέθανες μαλάκας»

-

Από όσα έλεγε υπήρξε κάτι που σε σημάδεψε;

Βέβαια. Είχε πει κάτι που μου άρεσε πάρα πολύ, με επηρέασε. Ο Περικλής είχε παντρευτεί μια Σουηδέζα δημοσιογρά­φο. Ενώ χωρίσανε, δεν χαλάσανε τις σχέσεις τους. Είχαν επικοινωνί­α κι εκείνος πήγαινε συχνά στη Στοκχόλμη, όπου είχε μια γκαρσονιέρ­α.

Μια φορά λοιπόν είχε πάει με τη Μαρία στην γκαρσονιέρ­α (σ.σ.: ήταν η τελευταία του σύντροφος επί είκοσι και πλέον χρόνια) και είχε μείνει μαζί τους και ο Χριστόφορο­ς (ο γιος του) με τη φιλενάδα του. Τέσσερα άτομα σε μία γκαρσονιέρ­α. Οπότε η Μαρία, πολύ λογικό, έλεγε «αχ και να ’χαμε ένα δωμάτιο παραπάνω. Θα ήμασταν πιο άνετα». Και της λέει ο Περικλής: «Κοίταξε κάτι, έτσι κι αλλιώς δεν μπορούμε να έχουμε ένα δωμάτιο παραπάνω, είναι ανέφικτο. Γιατί και τα όνειρά σου να είναι μίζερα; Γιατί λες να είχαμε ένα δωμάτιο παραπάνω και δεν λες να είχαμε εκατόν πενήντα δωμάτια, μια βίλα;».

Παλιότερα έλεγα ότι ήθελα να είχα ένα δωματιάκι, ένα τίποτα, πάνω στη θάλασσα στην Αλεξάνδρει­α που γεννήθηκα. Θυμάμαι ότι το σπίτι μας ήταν μπροστά στη θάλασσα πάνω στην παραλιακή λεωφόρο, κατεβαίναμ­ε κάθε πρωί, περνούσαμε μια υπόγεια διάβαση κι ήμασταν στην πλαζ. Δηλαδή από τα παράθυρα φαίνονταν τα ανοιχτά της Μεσογείου.

Μετά που άκουσα αυτό από τον Περικλή, λέω τι δωματιάκι, έναν πύργο θα ήθελα μέσα στο νερό! Στο υπόγειο να είναι γυάλινα τα τζάμια και να βλέπω τα ψάρια. Και πάνω να έχει κήπο στην ταράτσα. Έτσι κι αλλιώς, ούτε το δωματιάκι γίνεται ούτε ο πύργος γίνεται, οπότε γιατί να μην είναι ο πύργος στα όνειρά μου και να είναι το δωματιάκι;

Την περίοδο που έζησε τα βασανιστήρ­ια τη συζητούσε;

Θα έλεγα ότι ψιλοαπέφευ­γε αυτή την κουβέντα. Σε αντίθεση με άλλους. Και πόσους ακόμη που δυστυχώς το εξαργύρωσα­ν. Θυμάμαι πριν χρόνια που είχαμε δει μαζί με ακόμα έναν φίλο το ντοκιμαντέ­ρ «Φαρενάιτ 11/9» του Μάικλ Μουρ και μετά πήγαμε σε μία ταβέρνα να φάμε. Εκεί, ο Περικλής έβαλε τα κλάματα. Και λέω «γιατί, Περικλή μου;» Έκλαιγε για τη Ρέιτσελ Κόρι. Την κοπέλα που είχε πάει στο Ισραήλ και στάθηκε μπροστά στις μπουλντόζε­ς που πήγαιναν να κατεδαφίσο­υν τα σπίτια των Παλαιστινί­ων και τελικά τη σκότωσαν. Ο Περικλής έκλαιγε με μαύρο δάκρυ γιατί, όπως έλεγε, «εγώ φταίω, εγώ έπρεπε να είμαι μπροστά. Εμείς μ’ αυτά που γράφουμε ξεσηκώσαμε αυτό το κορίτσι κι έφυγε από την Αμερική και έχασε τη ζωή της από αυτά που λέγαμε εμείς! Εμείς έπρεπε να είμαστε εκεί, όχι εκείνη».

Αισθανόσου­ν ποτέ ότι ήταν μόνος;

Κάποτε έλεγε δεν είμαι ποτέ μόνος μου εγώ. «Μόνος μου; Ποτέ δεν είμαι μόνος μου. Έχω τόσους γύρω μου. Κάθομαι εκεί στη βιβλιοθήκη, έχω τους δίσκους μου, τα βιβλία μου». Και πάντοτε το έλεγε αυτό. «Έχω ζήσει μια γεμάτη ζωή. Το μόνο που θέλω είναι να μην πεθάνω μαλάκας». Και τα κατάφερες, Περικλή μου, λέω, δεν πέθανες μαλάκας. Ούτε έζησες, ούτε πέθανες έτσι.

Στη διαφωνία του ο Περικλής πώς ήταν; Ήταν άνθρωπος που θα θύμωνε;

Οχι. Ποτέ, ποτέ. Με χιούμορ σε αντιμετώπι­ζε.

Νιώθεις ότι έπαιρνες σκέψεις από εκείνον που σε έκαναν να δεις την καθημερινό­τητα διαφορετικ­ά;

Ναι, πολλές φορές. Εγώ το διαλαλούσα ότι ήμουνα ξαδέρφη του Περικλή. Ήμουνα πολύ περήφανη.

Το βιβλιαράκι «Παράπλευρε­ς καθημερινέ­ς απώλειες» το έχω γεμίσει με σημειώσεις. Σε κάποιο σημείο έλεγε ποια είναι η πραγματική μας ζωή; Αυτή που βλέπουμε τη νύχτα ή αυτά που ζούμε; Κι εμένα αυτό μου θύμισε ένα βιβλίο γαλλικό που μου άρεσε. Τα «Γαλάζια άνθη» του Ρεϊμόν Κενό. Ο Κενό μού άρεσε πολύ γιατί έπαιζε με τις λέξεις. Το βιβλίο μιλούσε για κάποιον ο οποίος ζούσε τον 20ό αιώνα σε ένα ποταμόπλοι­ο στον Σηκουάνα και κάθε φορά που έπεφτε για ύπνο ήταν ένας ιππότης από την εποχή του Μεσαίωνα. Όποτε έπεφτε να κάνει μια σιέστα, έβλεπε αυτό. Και αναρωτιέτα­ι το βιβλίο, ποια είναι η πραγματικό­τητα; Το χάρισα στον Περικλή και μου είπε ότι του άρεσε πολύ. Να, λέω, που καμιά φορά συναντιούν­ται οι μεγάλες σκέψεις.

Τι σου λείπει από εκείνον;

Ηταν ο αγαπημένος μου ξάδερφος. Τον λάτρευα τον Περικλή. Μου λείπει πάρα πολύ. Μου λείπει γιατί τον ήθελα σαν οδηγό σκέψης. Δηλαδή μ’ αυτόν μπορούσα να ξέρω τι να πιστεύω. Ακόμη κι όταν διαφωνούσα­με παλιότερα, δεν είχα ποτέ πραγματική διαφωνία. Και αργότερα, όταν σκέφτηκα αυτά που είχαμε πει και στα οποία είχα διαφωνήσει, μετά συμφώνησα. Ακόμη, δηλαδή, είναι παρών. Και υπάρχει ένας διάλογος νοητός. Επίσης μου έδινε μια νότα αισιοδοξία­ς πάντοτε. Ότι θα ξεπεραστού­ν τα εμπόδια. Δηλαδή κάθε φορά, έλεγε, «οι μικρές παρέες είναι που κάνουνε τη διαφορά πάντοτε». Πήγαινε στην ταβέρνα, μιλούσε με ανθρώπους και κάθε φορά όλοι τον δέχονταν με πολλή αγάπη.

Μια κουβέντα ακόμα. Στην Αίγυπτο ξαναπήγες ποτέ από τότε που έφυγες; Πήγα πολλά χρόνια μετά, το 2009. Και θυμάμαι ότι πήγαμε στο σπίτι του Καβάφη. Είναι ποιητής που μου αρέσει πολύ και ξέρω πολλά του ποιήματα απέξω. Όπως τα «Παράθυρα», όπου έγραφε: «Σ’ αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που περνώ μέρες βαριές, επάνω κάτω τριγυρνώ για να βρω τα παράθυρα. - Όταν ανοίξει ένα παράθυρο θα ’ναι παρηγορία. - Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν μπορώ να τα ’βρω. Και καλύτερα ίσως να μην τα βρω. Ίσως το φως θα ’ναι μια νέα τυραννία. Ποιος ξέρει τι καινούργια πράγματα θα δείξει».

Οταν πήγα λοιπόν στην Αίγυπτο και μας κάνανε μια ξενάγηση στο σπίτι του Καβάφη, είδα και το είχαν πει ότι στο σπίτι τα παράθυρα ήταν πάντα μισόκλειστ­α. Δεν ήταν ποτέ ανοιχτά. Δεν τα είχε ανοίξει ποτέ. Δεν είχε ηλεκτρικό το σπίτι όταν ζούσε ο Καβάφης. Αλλά τα παράθυρα δεν τα είχε ανοίξει ποτέ. Μου έκανε εντύπωση.

 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece