I love Cyclades με μπόλικα κλισέ
Κάτω από τον ήλιο της Αμοργού και της Σαντορίνης οι πρωταγωνίστριες του «Les Cyclades» συναντούν κατσίκες, κότες και ιθαγενείς με τους οποίους αδυνατούν να επικοινωνήσουν
Φέτος
το καλοκαίρι αναμένεται να δούμε στους κινηματογράφους μια ρομαντική κομεντί από τη Γαλλία με τίτλο «Les Cyclades» (ή «Two tickets to Greece», όπως είναι ο διεθνής τίτλος της) σε σκηνοθεσία του Μαρκ Φιτουσί, με πρωταγωνίστρια την Ολίβια Κοτ και την Κρίστιν Σκοτ Τόμας σε βοηθητικό ρόλο. Ο σκηνοθέτης Μ. Φιτουσί (όπως και ο Σεντρίκ Κλαπίς του «Salade Grecque») έχει δείξει δείγματα γραφής στο «Call my agent». Η ρομαντική αυτή ταινία περιγράφει την περιπέτεια δύο παιδικών φιλενάδων που συναντιούνται ξανά έπειτα από πολλά χρόνια και παίρνουν την απόφαση να εκπληρώσουν το παντοτινό τους όνειρο: να ταξιδέψουν παρέα στην Αμοργό. Η μία πλέον είναι συμβιβασμένη και συντηρητική, ενώ η άλλη έχει εξελιχθεί σε παρορμητική γυναίκα με διάθεση για εξωστρέφεια. Οι δύο γυναίκες θα χαθούν στα νησιά των Κυκλάδων με προορισμό τον τόπο που είδαν για πρώτη φορά μικρές στο «Απέραντο γαλάζιο» του Λικ Μπεσόν.
Προσπερνώντας και εδώ τα χιλιοειπωμένα περί διαφήμισης των νησιών μας (από το «Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» και το «Mamma mia» μέχρι σήμερα αυτή η συζήτηση δεν έχει εξελιχθεί ιδιαίτερα), αν ενστερνιστούμε την αφελή ματιά του Γάλλου σκηνοθέτη, οι ολιγοήμερες διακοπές σε ένα κυκλαδίτικο νησί δεν αποτελούν επίσκεψη σε έναν τόπο με τους δικούς του κατοίκους και τη δική του ξεχωριστή ομορφιά, αλλά εξωτική περιπέτεια με απρόοπτα από άγριες κατσίκες και κότες σε ένα άγονο και απειλητικό τοπίο. Από τη μία ο ήλιος και η ξηρασία και από την άλλη η έλλειψη επικοινωνίας με τους ιθαγενείς που κυκλοφορούν συγκεκριμένες ώρες και μιλούν ανερμάτιστα.
Πέρσι είχε γυριστεί στη χώρα μας μια ανάλογη ταινία με τον πρωτότυπο (!) τίτλο «I love Greece», όπου οι οικογενειακές διακοπές στη Σίφνο είχαν πάρει αλλόκοτη τροπή από την έλλειψη νερού, τα ζώα και τον δυνατό ήλιο. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ήρωες των ταινιών αυτών δεν συναντούν και δεν συνδιαλέγονται ποτέ με Έλληνα του τόπου
στον οποίο βρίσκονται, παρά μόνο για το comic relief στο νευρωτικό δράμα τους. Ειδικότερα, οι δύο γυναίκες του «Les Cyclades» ανοίγουν κανονική κουβέντα με συνάνθρωπο που θεωρούν ισότιμο μόνο με μια παρέα σέρφερ, επίσης περιπετειώδεις τουρίστες στο νησί. Στο soundtrack του «Salade Grecque» είχαμε το πειραγμένο μπουζούκι σε ηλεκτρονικό remix, εφόσον οι hipster είχαν τον πρώτο λόγο, ενώ στις σαφώς πιο μεσόκοπες κομεντί έχουμε παραδοσιακά συρτάκια στα χωριά όπου σταμάτησε να μετράει ο χρόνος και πλέον προσφέρονται μόνο ως άγονο πεδίο ώστε να πάρει ο τουρίστας μερικά χρήσιμα μαθήματα ζωής μέσα από τα παθήματά του.
Οι ιστορίες πίσω από το «I love Greece» και το «Les Cyclades», και από οποιαδήποτε ανάλογη rom-com ακολουθήσει μετά το καλοκαίρι του 2024, αξιοποιούν σίγουρα τη φωτογένεια των νησιών μας. Το κάνουν ωστόσο για να αφηγηθούν τα μπλεξίματα των προνομιούχων ζευγαριών ή των άσπονδων φίλων που επισκέπτονται τη χώρα μας για να βρουν την αγάπη μέσα από «εξωτικά» παθήματα και άφθονα «Ώπα!». Ας ελπίσουμε να απαντήσει η ελληνική κινηματογραφία σ’ αυτή τη μονοδιάστατη προσέγγιση με τις δικές της ιστορίες.