Εκτίναξη κερδών για τις εισηγμένες, την ώρα που οι μισθοί μειώνονται
Στα 10,4 δισ. ευρώ ανήλθαν τα κέρδη των εταιρειών του Χρηματιστηρίου Αθηνών κατά την περσινή χρονιά. Κοντά στο μισό ελληνικό ΑΕΠ έφτασε ο τζίρος τους, την ώρα που ο μέσος πραγματικός μισθός μειώθηκε το 2022, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ
Την ώρα που οι πολίτες μετρούν μέχρι και το τελευταίο ευρώ προκειμένου να βγάλουν τα τρέχοντα έξοδα του μήνα (και αυτό αν τα καταφέρουν), οι 150 εισηγμένες εταιρείες του Χρηματιστηρίου Αθηνών παρουσίασαν τεράστια κέρδη της τάξης των 10,4 δισ. ευρώ για το σύνολο του 2022. Όπως προκύπτει, οι εταιρείες ενέργειας, οι αντίστοιχες διύλισης αλλά και οι τράπεζες έκαναν «πάρτι» κερδών με τις… πλάτες της κυβέρνησης Μητσοτάκη, την ώρα που η πλατιά κοινωνική πλειονότητα βιώνει εξαιρετικά δύσκολες στιγμές. Και όλα τα παραπάνω επί των ημερών της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία έχει μειώσει τη φορολογία των επιχειρήσεων. Στον αντίποδα, τα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ έδειξαν ότι ο μέσος πραγματικός μισθός συρρικνώθηκε κατά 7,4%, κάτι το οποίο αποτυπώνει με σαφή τρόπο την πολιτική στρατηγική της Ν.Δ.
Ειδικότερα, οι 150 εισηγμένες που δημοσίευσαν αποτελέσματα - συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, των επενδυτικών και των ασφαλιστικών εταιρειών- εμφάνισαν καθαρά κέρδη συνολικά 10,41 δισ. ευρώ, σημειώνοντας εκρηκτική αύξηση κατά 303,6%. ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Mytilineos, Jumbo, Aegean, ΟΛΠ, Cenergy, Βιοχάλκο, Autohellas, Motor Oil, ΕΛ.ΠΕ. και τράπεζες ήταν οι εταιρείες που σημείωσαν τεράστια κέρδη. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το 2022 ήταν έτος-ρεκόρ για κύκλο εργασιών (106,85 δισ. ευρώ ή σχεδόν μισό ελληνικό ΑΕΠ), λειτουργικά κέρδη (14 δισ. ευρώ) και καθαρή κερδοφορία (10,4 δισ. ευρώ), και συνέβη με σημαντικά μικρότερο αριθμό εταιρειών (150) σε σχέση με την προηγούμενη υψηλή επίδοση της αγοράς το 2009. Τα λειτουργικά κέρδη εκτινάχθηκαν, επίσης, σε ιστορικά υψηλά και στα 14,013 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 35,6%. Παράλληλα, η καθαρή θέση των εισηγμένων στο σύνολο του 2022 διαμορφώθηκε στα 66,489 δισ., παρουσιάζοντας αύξηση της τάξης του 8% σε σχέση με το 2021, τα ταμειακά διαθέσιμα ανήλθαν στα 17,862 δισ., με αύξηση 7,7%, ενώ σημειώθηκε μικρή αύξηση του δανεισμού κατά 2,9% και στα 23,04 δισ. ευρώ.
Χορός δισεκατομμυρίων για τράπεζες, διυλιστήρια και εταιρείες ενέργειας
Η χρονιά που πέρασε ήταν θεαματική για τις τράπεζες, αφού Alpha Bank, Τράπεζα Πειραιώς, Εθνική και Eurobank ξεπέρασαν τους στόχους τους, την ώρα που οι δανειολήπτες πλήττονται από τις αυξήσεις των επιτοκίων και οι προμήθειες για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές είναι αρκετά επιβαρυντικές. Τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών ανήλθαν στα 3,7 δισ. ευρώ και ήδη κάνουν σχέδια πώς θα επωφεληθούν οι μέτοχοί τους.
Η τεράστια αύξηση των κερδών των δύο ελληνικών εταιρειών διύλισης που καταγράφηκε το 2022 καθιστά σαφές ότι, παρά την κρίση, αποτελούν ακόμη έναν κλάδο της ενέργειας που αποκομίζει «ουρανοκατέβατα» κέρδη λόγω ακριβώς των συνθηκών που επικρατούν στις διεθνείς αγορές (μεγάλη αύξηση στα περιθώρια διύλισης) και λιγότερο λόγω των δικών τους δραστηριοτήτων. Ενδεικτικά, αξίζει να σημειωθεί ότι τα ποσοστά αύξησης
των κερδών των δύο μεγάλων μονοπωλίων του χώρου των πετρελαιοειδών, της Motor Oil και των ΕΛ.ΠΕ., μεταξύ 2021 και 2022 είναι εξωπραγματικά: 377,7% και 162% αντίστοιχα.
«Πάρτι» έκαναν και οι εταιρείες ενέργειας. Η HelleniQ Energy δημοσίευσε κέρδη 889,5 εκατ. ευρώ, όπως και η Mytilineos, που προβλέπει για φέτος κέρδη προ φόρων και αποσβέσεων άνω του 1 δισ. ευρώ. Επίσης, η Aegean ανακοίνωσε ισχυρή κερδοφορία πάνω από… 2.000% σε σχέση με το 2021, στα 106,7 εκατ. ευρώ.
Ανατιμήσεις λόγω κέρδους
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ένα πρώτο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ανάλυση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, σχετικά με τις ανατιμήσεις στις εγχώριες τιμές ενέργειας που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν αποκλειστικά και μόνο από τις διεθνείς αυξήσεις και συνδέονται με τα κέρδη των επιχειρήσεων ενέργειας που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Όπως αναφέρεται, το 2021 η διαφορά (των μεταβολών) μεταξύ του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή Ενέργειας και του Δείκτη Τιμών Παραγωγού Ενέργειας ανήλθε στο 0,9% τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρωζώνη και στο 0 μεταξύ των δύο περιοχών. Ωστόσο, το 2022 η διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης ενέργειας των εγχώριων παραγωγών και της τιμής αγοράς που πληρώνουν οι τελικοί καταναλωτές αυξάνεται, κάτι που συμβαίνει μεν και στην Ευρωζώνη, όμως στην Ελλάδα η αύξηση της διαφοράς ήταν 6 φορές μεγαλύτερη από ό,τι στην Ευρωζώνη (14,9% έναντι 2,4%). Αν και το κόστος παραγωγού στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 37,9% (έναντι 35,2% στην Ευρωζώνη), η τελική τιμή της ενέργειας αυξήθηκε κατά 52,8% στην Ελλάδα, έναντι 37,6% στην Ευρωζώνη.
Στη μελέτη επισημαίνεται ότι ναι μεν η αύξηση των διεθνών τιμών ενέργειας έπαιξε ρόλο στην αύξηση των τιμών ενέργειας και στην Ελλάδα, όμως το 25% της τελικής αύξησης δεν οφείλεται στις διεθνείς συνθήκες, αλλά «κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται στην αύξηση του ποσοστού κέρδους των επιχειρήσεων ενέργειας που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα».