Οι Ευρωπαίοι σηκώνουν μαζικά τις αποταμιεύσεις τους
Αν το bank run είναι η εκδήλωση πανικού, το bank walk είναι η σιωπηλή αντίδραση εκατομμυρίων απηυδισμένων καταθετών από τις χαμηλές αποδόσεις των αποταμιεύσεών τους την ώρα που οι τράπεζες παρουσιάζουν υπερκέρδη
Οι
αποδόσεις των αποταμιεύσεων των Ευρωπαίων παραμένουν στην «κατάψυξη», παρά το ότι τα επιτόκια «ψήνονται στον φούρνο» εδώ και πάνω από έναν χρόνο. Αποτέλεσμα αυτής της ακραίας αντίφασης είναι ένα σιωπηλό ρεύμα συνεχών αναλήψεων, που, σύμφωνα με τους αναλυτές, τροφοδοτεί διάφορες επενδυτικές αναζητήσεις. Με τις αποδόσεις ταμιευτηρίου να μην ακολουθούν ούτε κατά διάνοια τις σημαντικές αυξήσεις επιτοκίων στις οποίες έχει προχωρήσει μέχρι τώρα η ΕΚΤ, οι καταθέτες φαίνεται να στρέφονται σε επενδυτικά προϊόντα - όσοι βέβαια από αυτούς δεν σηκώνουν χρήματα απλώς για να καλύψουν τρέχουσες ανάγκες και υποχρεώσεις.
Σε χθεσινό μεγάλο ρεπορτάζ του, το Reuters δεν παραλείπει να υπενθυμίσει ότι το φαινόμενο του bank walk, δηλαδή της αργής, αλλά αξιοσημείωτης εκροής καταθέσεων λόγω χαμηλών αποδόσεων, παρατηρείται την ώρα που οι τράπεζες ανακοινώνουν για άλλη μια χρονιά μεγάλα κέρδη εν μέσω πολέμου, καλπάζοντος πληθωρισμού, ενεργειακής κρίσης και «μονιμοποίησης» της μισθολογικής στασιμότητας για εκατομμύρια εργαζόμενους.
Ανησυχίες
Ενδεικτικά, η HSBC αύξησε τις πληρωμές μπόνους για τον διευθύνοντα σύμβουλό της στις αρχές του χρόνου, καθώς τα κέρδη του τέταρτου τριμήνου του 2022 υπερδιπλασιάστηκαν χάρη στην εκτόξευση του κόστους εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανείων. Η τράπεζα με έδρα το Λονδίνο αύξησε το μπόνους του Νόελ Κουίν κατά 36%, σε σχεδόν 2,2 εκατομμύρια δολάρια, ανεβάζοντας τη συνολική αμοιβή του στα 5,5 εκατομμύρια δολάρια για το 2022. Το 2021 η αμοιβή του ήταν 4,9 εκατομμύρια.
Το πρακτορείο υπενθυμίζει ότι οι τράπεζες έχασαν λίγο χρόνο στο να προχωρήσουν σε αυξήσεις στο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων για τους δανειολήπτες τους όταν τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας «ξύπνησαν» απότομα από τον σχεδόν δεκαπενταετή λήθαργό τους πέρυσι, αλλά δεν έδειξαν την ίδια σπουδή και στο να αυξήσουν τα επιτόκια των καταθέσεων για τα εκατομμύρια των αποταμιευτών-πελατών τους.
Αυτό σαφώς ενίσχυσε τα κέρδη τους, ειδικά των μεγάλων τραπεζών, σε σημείο που τα αποτελέσματα ξεπέρασαν τις προσδοκίες πολλών αναλυτών, όμως άφησε τους αποταμιευτές δυσαρεστημένους. Τώρα σηκώνουν μαζικά τα λεφτά τους σε μια τάση που εγείρει εκ νέου ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, όσο, βέβαια, κι αν οι τραπεζίτες διαβεβαιώνουν ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας.
«Οι περισσότερες τράπεζες υπερηφανεύονται για τα επίπεδα της ρευστότητας και της κεφαλαιακής επάρκειά τους, που είναι πάνω από τις απαιτήσεις των ρυθμιστικών Αρχών, αλλά η κατάρρευση της Silicon Valley Bank στις ΗΠΑ και της ελβετικής Credit Suisse είναι προειδοποιητικές ιστορίες για το τι μπορεί να συμβεί όταν οι πελάτες εγκαταλείπουν τις τράπεζες με επιταχυνόμενο ρυθμό» υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά στο ρεπορτάζ.
«Οι παραδοσιακές τράπεζες πρέπει να αποφασίσουν αν θα μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους διατηρώντας τα επιτόκια των καταθέσεων όσο το δυνατόν χαμηλότερα ή αν θα δώσουν προτεραιότητα στη ρευστότητα και στη σταθερότητά τους, αυξάνοντας τα επιτόκια και διατηρώντας τα κεφάλαια
των πελατών τους» λέει ο Νίκολα Μαρινέλι, επίκουρος καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Regent του Λονδίνου.
Μεγάλες εκροές
Τα στοιχεία της αμερικανικής εταιρείας χρηματοοικονομικών αναλύσεων Refinitiv Lipper έδειξαν περισσότερα από 34 δισεκατομμύρια ευρώ καθαρών ροών σε κεφάλαια της ευρωπαϊκής χρηματαγοράς τον Μάρτιο, τον τύπο των περιουσιακών στοιχείων με τις περισσότερες πωλήσεις τον συγκεκριμένο μήνα. Πρόκειται ουσιαστικά για ποσά που έφυγαν από τις ευρωπαϊκές τράπεζες αποδυναμώνοντας περεταίρω την καταθετική βάση τους.
Στη Βρετανία, οι πελάτες της NatWest απέσυραν 11,1 δισεκατομμύρια λίρες το πρώτο τρίμηνο του έτους, οι καταθέσεις της HSBC, εξαιρουμένων των εφάπαξ εισροών, μειώθηκαν επίσης κατά 10 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι Barclays και Lloyds Banking Group κατέγραψαν μείωση των καταθέσεών τους κατά 5 δισ. και 2,2 δισ. λίρες αντίστοιχα.
Στη Γερμανία, τα στοιχεία της Bundesbank έδειξαν ότι οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν σχεδόν κατά 8% σε σχέση με πέρυσι, με την Deutsche Bank, τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, να αποδίδει εν μέρει τη δική της πτώση κατά 4,7% το πρώτο τρίμηνο του 2023 στους φόβους μετάδοσης της τραπεζικής κρίσης των ΗΠΑ και της Ελβετίας.
Η γαλλική BNP Paribas ανέφερε επίσης μέτρια πτώση στις καταθέσεις του πρώτου τριμήνου, ενώ η ισπανική Santander ήταν η μόνη μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα που παρουσίασε αύξηση των καταθέσεών της κατά 6% την ίδια χρονική περίοδο.