«Μπροστά» με τους φασίστες αγκαλιά;
Το
ντιμπέιτ ήταν ένας κατ’ επίφαση διάλογος που όλοι επέκριναν την επόμενη μέρα, ακόμα κι αυτοί που έθεσαν τους κανόνες. Η μεγάλη ακροαματικότητά του όμως έδειξε ότι η κοινωνία δεν κοιμάται, παρά τα πολλά χασμουρητά που έφεραν οι αλλεπάλληλοι μονόλογοι. Φαίνεται ότι ακόμα και η πιο «βουβή» προεκλογική περίοδος δεν μεταφράζεται τελικά σε αδιαφορία.
Ωστόσο, ένα κέρδος ήταν ότι κατέρρευσε εντυπωσιακά το «όλοι ίδιοι είναι» που σταθερά χτίζουν τα μίντια, αφού οι συμπλεύσεις των κομμάτων ήταν δυσεύρετες. Σημαντικό επίσης ήταν ότι ο πρωθυπουργός παγιδεύτηκε επικοινωνιακά. Παραδέχθηκε την ύπαρξη του σκανδάλου των υποκλοπών και επίσης ότι δεν υπήρχε εθνικός λόγος παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη. «Άδειασε» έτσι όλη την επιχειρηματολογία της συγκάλυψης με τα περί απορρήτου.
Παρ’ όλα αυτά, η έλλειψη απευθείας διαλόγου είχε ως αποτέλεσμα να επιβραβευθεί ο Κυριάκος Βελόπουλος για τον επιθετικό ακροδεξιό λαϊκισμό του, νομιμοποιώντας τα νεοναζιστικής κοπής αφηγήματά του χωρίς κανείς να μπορεί να τα αντικρούσει, αφού ο διάλογος είχε απαγορευθεί. Οι μισάνθρωπες απόψεις ακούστηκαν νομιμοποιημένες ως επιχειρήματα, χωρίς αντίλογο, σε πανελλαδική κλίμακα. Γίναμε όλοι και όλες μάρτυρες του εθνοπατριωτικού του μανιφέστου και του νεοφασιστικού σκοταδισμού που αποβλέπει στην αναίρεση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως οι αμβλώσεις. Χωρίς την ουσία της πολιτικής αντιπαράθεσης, δηλαδή τον απευθείας διάλογο, τα ντιμπέιτ λειτουργούν ως τηλεβόας νεοφασιστικών παραληρημάτων. Αν είναι έτσι, ζούμε και χωρίς αυτά. Αλλά και ο πρωθυπουργός δεν υστέρησε σε γραφικότητα και ανορθοδοξολογία. Φρεγάτες και Παναγίες γκέισες παρουσιάστηκαν ως «πειστήρια» παράλογων ισχυρισμών και δαιμονοποιήσεων.
Και πριν καν προλάβουμε να συνέλθουμε από τα fake news που ενδύθηκαν σοβαροφάνειας στα φώτα του ντιμπέιτ, ήρθε το μεγάλο ξεπούλημα του αντιφασιστικού αγώνα. Η εθνική υπερηφάνεια που επιχείρησε να αναθερμάνει ο πρωθυπουργός κραδαίνοντας μια φωτοκόπια της φρεγάτας έγινε μέσα σε δυο μέρες πανηγυρική δήλωση δουλοπρέπειας στη Γερμανία. Τόσο απλά και ξεδιάντροπα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Άκης Σκέρτσος επιβεβαίωσε πανηγυρικά τη δουλοπρέπεια της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς στη Γερμανία «χαρίζοντας» τις γερμανικές αποζημιώσεις.
Λες και είναι στο χέρι του. Μόλις λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, για άλλη μια φορά με ευθύνη της Δεξιάς το θέμα επιχειρείται να θαφτεί για πάντα. Εύλογα λοιπόν δικαιούμαστε να ρωτήσουμε: τι εξαγοράζει άραγε με αυτήν τη σκανδαλώδη υποχώρηση η κυβέρνηση; Εξευμενισμό σε μελλοντικές δημοσιονομικές προσαρμογές ή παραγραφή του σκανδάλου των υποκλοπών και διάσωση του βασικού υπαίτιου; Πόσο εύκολο τους είναι να χαρίζουν τις θυσίες του ελληνικού λαού και να θυμούνται τη δόξα του ελληνικού έθνους μόνο όταν πρόκειται να αγορεύσουν στη Βουλή για ανώφελα και ατέρμονα εξοπλιστικά προγράμματα;