Με οδηγό το «απεταξάμην»
Από
το άνοιγμα της κάλπης της απλής αναλογικής απόψε θα προκύψουν για τον Νίκο Ανδρουλάκη πολλά διλήμματα, άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο πιεστικά, που όλα όμως αφορούν το ζύγισμα του κόστους ανάμεσα στις συνεργασίες και στη συνέχιση της πορείας του ΠΑΣΟΚ στην αντιπολίτευση.
Με όλη την προεκλογική στρατηγική του, τις διαδοχικές προϋποθέσεις που έβαλε για να μπει σε συνεργασία, με αποκορύφωμα το βέτο για «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας», και επιμένοντας κατηγορηματικά έως και την τελευταία στιγμή ότι δεν θα υποχωρήσει από αυτό, φαίνεται ότι πολιτικός στόχος του Ν. Ανδρουλάκη είναι να αποφύγει συνεργασία και με τη Ν.Δ. και με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η τακτική του ήταν να καλλιεργήσει εκ των προτέρων κλίμα σύγκρουσης και αντιπαλότητας με τους δύο αρχηγούς ώστε να μπορεί μετεκλογικά να στηρίξει την άρνησή του στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, γνωρίζοντας ότι αυτό δεν μπορεί να το δεχτεί το πρώτο κόμμα. Πρακτικά, βάσει όσων επιμένει ότι θα κάνει, εάν φτάσει η τρίτη εντολή στα χέρια του, θα θέσει τις προγραμματικές θέσεις του, θα επιμείνει για πρόσωπα κοινής αποδοχής σε βασικά υπουργεία και δεν θα υποχωρήσει από τον όρο για τρίτο πρόσωπο στη θέση του πρωθυπουργού.
Στη Χαρ. Τρικούπη θεωρούν βέβαιη τη νίκη της Ν.Δ. σήμερα και εκτιμούν ότι σε αυτή την περίπτωση ο Κυρ. Μητσοτάκης με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα κάψει την εντολή. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ν. Ανδρουλάκης διευκολύνεται. Το ερώτημα θα αφορά πλέον το αν θα αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του ενόψει των δεύτερων εκλογών. Κι αν η απόρριψη του Κυρ. Μητσοτάκη -«που με παρακολουθούσε»- είναι προφανής και πειστική για να αποκρούσει εξωγενείς
αλλά και εσωτερικές πιέσεις για συνεργασία με τη Ν.Δ., ο Ν. Ανδρουλάκης έπρεπε να βρει έναν τρόπο για να είναι «καλυμμένος» και στην περίπτωση νίκης του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι όλο αυτό το διάστημα εξομοίωνε ισοπεδωτικά τον Αλ. Τσίπρα με τον Κυρ. Μητσοτάκη μιλώντας για «αναξιοπιστία». Αυτός ήταν ο τρόπος για να αποφεύγει να τοποθετείται για το ζητούμενο της προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας που ευθύς εξαρχής είχε θέσει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολέψει εξαιρετικά τον Ν. Ανδρουλάκη, ακριβώς διότι, εν αντιθέσει με ό,τι ισχύει για τη Ν.Δ., αφενός οι δημόσια κατατεθειμένες προγραμματικές προτεραιότητες δείχνουν μεγάλα περιθώρια επίτευξης προγραμματικής συμφωνίας, αφετέρου δεν ήταν ο Αλ. Τσίπρας εκείνος που τον παρακολούθησε, αλλά ο Κυρ. Μητσοτάκης. Συνεπώς, ένα ναυάγιο στη συγκρότηση της προοδευτικής κυβέρνηση θα σημαίνει μεγάλο πολιτικό κόστος για το ΠΑΣΟΚ στις δεύτερες εκλογές, το οποίο θα είναι επιπρόσθετο σε αυτό που ούτως ή άλλως θα υποστούν τα μικρότερα κόμματα εξαιτίας της πόλωσης ανάμεσα στους δύο πρώτους. Η στρατηγική αυτή των πολλών εμποδίων που κατατείνει στον δρόμο της αντιπολίτευσης εδράζεται στην πεποίθησή του ότι με τον τρόπο που θα αντιπολιτεύεται θα μπορέσει σε βάθος χρόνου να ανατάξει τις δυνάμεις του απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Κλειδί το ποσοστό για τα εσωκομματικά
Κλειδί για τις αποφάσεις του θα είναι η σχέση του ποσοστού που θα πιάσει το ΠΑΣΟΚ σε σύγκριση με το 8% του ‘19 και κυρίως σε σχέση με τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. Ο Ν. Ανδρουλάκης έχει δηλώσει ότι αν δεν πετύχει «ισχυρό διψήφιο» που έχει ζητήσει για να έχει δύναμη να επιβάλει το πρόγραμμά του και τα πρόσωπα μιας κυβέρνησης, θα έχει αποτύχει και θα
το διαβάσει ως μήνυμα των πολιτών να παραμείνει στην αντιπολίτευση. Από τα δημοσκοπικά ευρήματα τουλάχιστον δεν προκύπτει ισχυρό διψήφιο, ενώ μονοψήφιο ποσοστό θα δρομολογήσει έντονες εσωτερικές αναταράξεις και αποδόμηση της προεκλογικής στρατηγικής του από εσωκομματικούς αντιπάλους. Αυτές οι πιέσεις, δεξιόστροφες ή αντιδεξιές, θα εξελιχθούν στο διάστημα των διερευνητικών εντολών ή στον δρόμο προς τις δεύτερες κάλπες, ανάλογα με τις εξελίξεις. Πάντως στη Χαρ. Τρικούπη εκτιμούν ότι το ΠΑΣΟΚ θα κινηθεί από 10% έως 11,5%. Είναι δεδομένο ότι ακόμα και σε περίπτωση αδύναμου διψήφιου, ο Ν. Ανδρουλάκης θα μιλήσει για θρίαμβο του κόμματος. Επιπλέον, ακόμα και ένα ποσοστό που κατά γενική ομολογία δεν θα συνιστά «ισχυρό διψήφιο» θα μπορεί να ερμηνευτεί με τέτοιο τρόπο από τον Ν. Ανδρουλάκη ώστε να κάτσει στο τραπέζι των συζητήσεων. Αυτό κυρίως για λόγους τακτικής, στο πλαίσιο του παιχνιδιού επίρριψης ευθυνών για την ακυβερνησία, στην περίπτωση που διαβλέπει ως βέβαιο έναν δεύτερο γύρο. Για να μπορεί να πει: «έκανα τα πάντα, αλλά…».
Εσωκομματικές αντιδράσεις θα προκαλέσει οποιαδήποτε εκδοχή συνεργασίας. Είτε από το αντιδεξιό κομμάτι, εάν τελικά υπάρξει συνεργασία με τη Ν.Δ., είτε από το κομμάτι που εκφράζει ο Ανδ. Λοβέρδος, σε περίπτωση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιδράσεις όμως θα προκαλέσει και τυχόν απόφασή του να μείνει στην αντιπολίτευση, ιδιαίτερα αν αυτό γίνει απέναντι σε μια Ν.Δ. που θα χρειάζεται συμπλήρωμα. Ήδη ο Ανδ. Λοβέρδος προειδοποίησε ότι «δεν είμαστε κόμμα-αντιρρησίας». Το ύψος της εκλογικής δύναμης του ΠΑΣΟΚ θα ενισχύσει ή θα αφαιρέσει επιχειρήματα από τον Ν. Ανδρουλάκη στον τρόπο που θα χειριστεί το εσωτερικό τοπίο. Ένας «δικαιωμένος» αρχηγός θα μπορεί να επιβάλει τις αποφάσεις του ευκολότερα απέναντι σε πιέσεις για συνεργασία π.χ. με τη Ν.Δ.
Νίκη της Ν.Δ. και κάψιμο της απλής αναλογικής βλέπουν στο ΠΑΣΟΚ, με τον Ανδρουλάκη να θεωρεί ότι έτσι διευκολύνεται η στρατηγική του, ενώ μια νίκη του ΣΥΡIZA θα τον δυσκολέψει. Η Χαρ. Τρικούπη υπολογίζει ότι θα λάβει διψήφιο ποσοστό, από 10% έως 11,5%