Η προσέλευση στην κάλπη των προοδευτικών πολιτών είναι ιστορική αναγκαιότητα
Ποια είναι η εκτίμησή σας για το σημερινό αποτέλεσμα; Θα υπάρξει μαζική προσέλευση των προοδευτικών πολιτών στην κάλπη;
Η προσέλευση στην κάλπη των προοδευτικών πολιτών είναι ιστορική αναγκαιότητα σε αυτή τη συγκυρία, με αυτή την κυβέρνηση και τα πεπραγμένα της. Δεν μιλάμε πλέον με υποθέσεις, υπάρχουν συγκεκριμένο έργο και επιλογές που καταδικάζουν τις επιλογές Μητσοτάκη σε κάθε επίπεδο, θεσμικό, κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό, με βαριές επιπτώσεις και για την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό, μίας Ελλάδας που πάλεψε για πάνω από μία δεκαετία ενάντια στις συνέπειες της χρεοκοπίας μίας άλλης συντηρητικής κυβέρνησης, αυτής του Κώστα Καραμανλή.
Ποιο είναι το κλίμα στην Ευρώπη σε σχέση με τις ελληνικές εκλογές, δεδομένων των πρόσφατων πολύ αυστηρών συστάσεων της Επιτροπής PEGA για τις υποκλοπές; Πώς θα επηρεάσει την Ευρώπη το ενδεχόμενο μίας κυβέρνησης προοδευτικής συνεργασίας στην Ελλάδα;
Οι περισσότερες κυβερνήσεις στην Ε.Ε. αυτή την ώρα είναι κυβερνήσεις συνεργασίας, γιατί αυτό ζήτησαν και τελικά επέβαλαν οι πολίτες με την πολυδιάσπαση της ψήφου τους. Στην Ελλάδα οι συντηρητικοί προσπαθούν, από τη μία, να πείσουν τον Έλληνα πως δεν υπάρχει η κουλτούρα των συνεργασιών για να αποκρύψουν πως εκείνοι την απεύχονται γιατί προτιμούν τις υπερεξουσίες δίχως έλεγχο του «επιτελικού κράτους», δηλαδή της υπερσυγκέντρωσης όλων των εξουσιών στο Μαξίμου, με τον πρωθυπουργό σε ρόλο προφήτη από το όρος Χάρβαρντ. Αν δεν έχουμε κουλτούρα συνεργασίας, τότε έχουμε κουλτούρα σύγκρουσης και δεν βλέπω πως αυτό θα βοηθούσε στην πρόοδο της χώρας. Ο κύριος Μητσοτάκης νομίζει πως κανείς δεν κατανοεί πως οι παρακολουθήσεις, το παρακράτος, είναι δομικό στοιχείο μίας υπερσυγκεντρωτικής κυβέρνησης άλλων εποχών. Πως οι υποκλοπές και οι παρακολουθήσεις ακόμα και συγγενικών προσώπων συναποτελούν ένα καθεστωτικό μοντέλο διακυβέρνησης. Αυτά είναι λυμένα ζητήματα στην Ε.Ε. και δεν μπορεί να κοροϊδέψει κανέναν. Ως εκ τούτου, το ενδεχόμενο μίας προοδευτικής συνεργασίας όχι μόνο δεν θα εκπλήξει κανέναν, αλλά θα έρθει μάλλον ως ανακούφιση για την επιστροφή της χώρας μας σε μία ευρωπαϊκή, δημοκρατική κανονικότητα, αντί της σημερινής συμπερίληψής της με χώρες, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.
Η προσέλευση των προοδευτικών πολιτών στις σημερινές εκλογές «είναι ιστορική αναγκαιότητα σε αυτή τη συγκυρία, με αυτή την κυβέρνηση και τα πεπραγμένα της» ξεκαθαρίζει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής ο Πέτρος Κόκκαλης. Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία εκτιμά ότι σε επίπεδο Ευρώπης μία προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας στην Ελλάδα «θα έρθει μάλλον ως ανακούφιση για την επιστροφή της χώρας μας σε μία ευρωπαϊκή, δημοκρατική κανονικότητα», υπογραμμίζοντας ότι η Ν.Δ. του Μητσοτάκη απεύχεται τις συνεργασίες «γιατί προτιμά τις υπερεξουσίες δίχως έλεγχο του “επιτελικού κράτους”». Ο Π. Κόκκαλης σημειώνει ότι «οι παρακολουθήσεις, το παρακράτος, είναι δομικό στοιχείο μίας υπερσυγκεντρωτικής κυβέρνησης άλλων εποχών» και καλεί τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης να «σηκώσουν τη σημαία», αντί «για άκυρους προεκλογικούς συμψηφισμούς που τελικά δεν θα ωφελήσουν ούτε τους ίδιους, αλλά θα προσφέρουν δεκανίκια στην πιο κακή διακυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, μίας νέας ΕΡΕ». Όσον αφορά την κλιματική κρίση, κατηγορεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι «επιλέγει τον λιγνίτη ή τις εξορύξεις και μάλιστα με χρήμα φορολογουμένων», την ώρα που «η αγορά έχει ήδη απορρίψει αυτές τις πρακτικές» και η πρόεδρος της Κομισιόν μιλά για το τέλος των ορυκτών καυσίμων.
Το θέμα των υποκλοπών επανήλθε στην επικαιρότητα μετά το πόρισμα της PEGA, αλλά και το ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών. Πόσο πιστεύετε ότι θα μετρήσει για την ψήφο των πολιτών σήμερα;
Λυπάμαι πολύ γι’ αυτό που θα πω, αν και δεν είμαι ο πρώτος, δεδομένης της τελευταίας κατάταξης της χώρας μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά την ελευθερία του Τύπου. Στην Ελλάδα παρατηρούμε σε μικρογραφία όσα συμβαίνουν στη γειτονική Τουρκία, με τον Ταγίπ Ερντογάν να διεκδικεί με αξιώσεις ακόμα την εξουσία, παρά την κατάσταση της οικονομίας και παρά τα αποτελέσματα των κακών εργολαβιών ημετέρων μετά τον τελευταίο σεισμό, ελέω των ελεγχόμενων μέσων και μίας συστημικής συμμαχίας που τελικά πλήττει τον τουρκικό λαό, αλλά και την ευημερία στην περιοχή μας. Οι πολίτες έχουν πολλή δουλειά μπροστά τους για να ξεδιαλύνουν τι ισχύει σε κάθε νέο σκάνδαλο της επιτελικής κυβέρνησης, δηλαδή του Μαξίμου. Είναι μία πορεία στην οποία θα βοηθούσε πολύ αν και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης σήκωναν τη σημαία, αντί για άκυρους προεκλογικούς συμψηφισμούς που τελικά δεν θα ωφελήσουν ούτε τους ίδιους, αλλά θα προσφέρουν δεκανίκια στην πιο κακή διακυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, μίας νέας ΕΡΕ.
Δυστυχώς, το ζήτημα του περιβάλλοντος απασχόλησε πολύ λίγο την προεκλογική εκστρατεία. Πώς πρέπει να κινηθεί η νέα κυβέρνηση για να αποτρέψει την κλιματική καταστροφή; Σε ποια σημεία θα πρέπει να πιέσει την ευρωπαϊκή ηγεσία;
Για την ώρα, το ζητούμενο είναι να πιέσει η ευρωπαϊκή ηγεσία τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση και όποιον άλλον αποφασίσει να ακολουθήσει τα βήματά της πολύ πριν φτάσουμε στο προφανές αίτημα για αντικατάσταση του Συμφώνου Δημοσιονομικής Πειθαρχίας από ένα Σύμφωνο Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι μία ολοκληρωμένη, ριζοσπαστική απάντηση στα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά προβλήματα του σημερινού κόσμου, με λύσεις που προφανώς σέβονται τα πλανητικά όρια, δηλαδή το περιβάλλον και τις διαθέσιμες πρώτες ύλες, με τρόπο υπεύθυνο, επαρκή, με τρόπο που προάγει την αλληλεγγύη και τη συνεργασία, αντί τη φτώχεια και τις συγκρούσεις.
Την περασμένη Δευτέρα, στο συνέδριο που οργανώσαμε με δεκαεννιά συναδέλφους από όλες τις δημοκρατικές παρατάξεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο Beyond Growth 2023, με συμμετοχή που ξεπέρασε τις πέντε χιλιάδες, η επίτροπος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μίλησε στην έναρξη για το τέλος των ορυκτών καυσίμων και την ανάγκη για αλλαγή από το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της δήθεν ανάπτυξης, που, όπως και ο κ. Μητσοτάκης, λαμβάνει την ανθρώπινη δυστυχία και τις κοινωνικές ανισότητες ως αναπόφευκτο φυσικό φαινόμενο. Μπροστά σε τέτοιες κοσμογονικές αλλαγές υπέρ των πολλών, με πυρήνα, αν θέλετε, και το περιβάλλον, γιατί επιλέγει μία κυβέρνηση τον λιγνίτη ή τις εξορύξεις και μάλιστα με χρήμα φορολογουμένων, αφού η αγορά έχει ήδη απορρίψει αυτές τις πρακτικές;