Ο δικός μου Ένιο Μορικόνε
«Υπήρξε το soundtrack δύσκολων δικών μου στιγμών. Όταν είχα ανάγκη να ακουμπήσω κάπου, αντί να κλάψω, έβαζα ν’ ακούσω τη μουσική του» λέει ο Σταύρος Λάντσιας για τον νέο του δίσκο
Ο
Ένιο Μορικόνε δεν κάνει απλώς μουσική «υπόκρουση». Κάνει κάτι το οποίο είναι μέρος της ταινίας και συμβάλλει -εξίσου σημαντικά- στη δραματουργία. «Η μουσική μου είναι πάντα στην υπηρεσία της ταινίας» έλεγε, ενδεικτικό ότι γνώριζε ποιος ήταν ο δικός του ρόλος. Δεν είναι τυχαίο ότι είχε συνεργασίες με σπουδαίους σκηνοθέτες και έκαναν πολλές υπέροχες ταινίες μαζί. Εμπορικός, χωρίς όμως να είναι απλοϊκός, συνεχώς ανανεωνόταν. Μια ιδιοφυΐα που φαίνεται από το πιο απλό.
Ο Ένιο Μορικόνε ήθελε να κάνει τη δική του τέχνη, αλλά δεν είχε την απόλυτη ελευθερία. Έπρεπε να δημιουργήσει έργα «κατά παραγγελία». Τα αναγνωρίσιμα μουσικά θέματά του και οι ευρηματικές ενορχηστρώσεις του ξεχωρίζουν. Ο «maestro» υπηρετούσε το όραμα του σκηνοθέτη χωρίς να χάνει τη μουσική του ταυτότητα, που από τις πρώτες νότες είναι διακριτή. Είχε τη δυνατότητα να σε ελκύει μέσα σε μια ταινία, και μετά, ακούγοντας το soundtrack, να νιώθεις πως τη βλέπεις ξανά.
Ενδεικτικός της ιδιοφυΐας του είναι ο τρόπος που ενσωματώνει τις επιρροές του στις συνθέσεις του. Στη «Συμμορία των Σικελών» έχει χρησιμοποιήσει τον Μπαχ χωρίς να ακούγεται Μπαχ. Εδώ αρμόζει η φράση που έλεγε ο Χατζιδάκις: «Οι μέτριοι αντιγράφουν, οι μεγάλοι κλέβουν». Όμως οι μεγάλοι κλέβουν τόσο καλά που, αισθητικά, μετατρέπουν το έργο ενός άλλου δημιουργού σε κάτι νέο, δικό τους.
Μαθήματα πιάνου
είναι εκεί. Ο δίσκος του με τίτλο «My Ennio Morricone», από το Stavros Lantsias Quartet, ηχογραφήθηκε καλοκαίρι. Στις Νύχτες Πρεμιέρας, όπου προβλήθηκε η ταινία του Τζουζέπε Τορνατόρε -αφιέρωμα στον «maestro»- ο Σταύρος έπαιξε για πρώτη φορά τη μουσική του και, εκτός από τον γιο του, γνώρισε και τον βιογράφο του. Ήρθε σε επαφή μαζί τους και, με την άδειά τους, προχώρησε στην ολοκλήρωση του άλμπουμ.
Σκηνοθετώντας τη μουσική
Στα περιεχόμενα του δίσκου υπάρχουν κομμάτια που είναι προφανείς επιλογές, όπως τα μουσικά θέματα από την ταινία «Σινεμά ο Παράδεισος», και άλλα που δεν είναι τόσο γνωστά, όπως μια κρυφή μελωδία από τη «Λολίτα». Στην επιλογή των συνθέσεων του μεγάλου κινηματογραφικού συνθέτη συμμετείχαν και οι άλλοι τρεις του γκρουπ: ο ντράμερ Μιχάλης Καπηλίδης, ο κοντραμπασίστας Μιχάλης Καλκάνης και ο τρομπετίστας Ανδρέας Πολυζωγόπουλος. Γνωρίζοντας καλά τα δυνατά σημεία τους, ο Σταύρος άκουγε συγκεκριμένα κομμάτια και σχεδίαζε το πώς θα «έλαμπε» καλύτερα ο καθένας τους σ’ αυτά.
«Κάνω casting, σκέφτομαι την ενορχήστρωση σε σχέση με τους μουσικούς. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να προσπαθείς να πάρεις από έναν μουσικό κάτι για το οποίο δεν είναι τόσο καλός και δεν του αρέσει κιόλας. Οι συγκεκριμένοι τρεις είναι μοναδικοί. Ο Καπηλίδης είναι πρώτο όνομα στα τύμπανα για κάθε είδος μουσικής. Ο Ανδρέας γράφει μουσική, έχει τον δικό του ήχο και “τραγουδάει” μελωδίες. Ο Καλκάνης έρχεται από μουσική οικογένεια, με παραδοσιακά ακούσματα, γράφει μουσική και έχει σπουδάσει Μουσική Παραγωγή».
Συνέχεια με συνέπεια
«Κάνω συμβιβασμούς, αλλά κοιτάζω τη μεγάλη εικόνα. Παίρνω τόση ευχαρίστηση κάνοντας αυτό που μου αρέσει και που ταυτόχρονα αρέσει και στον κόσμο. Διαλέγω τις μάχες που μπορώ να κερδίσω, φτάνει να έχω ένα όραμα να με καθοδηγεί. Πιο παλιά είχα αγωνία για ό,τι έκανα. Αργότερα χαλάρωσα και σκέφτηκα: συγκεντρώσου σ’ αυτό που θέλεις να κάνεις με συνέχεια και συνέπεια» λέει ο Σταύρος Λάντσιας κλείνοντας μια συζήτηση που θα μπορούσε να διαρκέσει πολλές ώρες ακόμα!