Μια κορυφαία ορχήστρα στο Μέγαρο Μουσικής
Ρωσοουγγρικός μουσικός άξονας σε μια μοναδική βραδιά με την Εθνική Φιλαρμονική Ορχήστρα της Ουγγαρίας υπό τη διεύθυνση της Alevtina Ioffe και με τον Alexander Dmitrievitch Malofeev στο πιάνο
Ρωσοουγγρικό
πρόγραμμα προσέφερε η Εθνική Φιλαρμονική Ορχήστρα της Ουγγαρίας στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) του ΜΜΑ την Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής περιοδείας της για τα 100 χρόνια από την ίδρυσή της. Μια κεντροευρωπαϊκής κοπής ορχήστρα σε σύμπραξη με Ρώσους αρχιμουσικό και πιανίστα, που διαπρέπουν πλέον εκτός της διεθνώς απομονωμένης πατρίδας τους. Τα βιογραφικά στο συνοδευτικό φυλλάδιο, πέραν της κοινής μοσχοβίτικης γέννησής τους, αρκούνται σε αναφορές σπουδών, διαγωνισμών και εμφανίσεων, λες και δεν αφορούν ανθρώπους με καταγωγή, ιδέες, στρατεύσεις, αντιθέσεις και τα κόστη τους, απομειώνοντας έτσι την προσωπικότητα των βιογραφουμένων. Απαιτείται αίφνης σχολαστικότητα ανάγνωσης του βιογραφικού της αρχιμουσικού Alevtina Ioffe, με έμφαση στη χρήση του αόριστου χρόνου και στην αναφορά καταληκτικής χρονολογίας (2021-2022), προκειμένου να εικάσουμε (Ορθώς; Ούτε η διαδικτυακή περιήγηση μας βοήθησε) ότι η θητεία της, ως η πρώτη γυναίκα στη Ρωσία που ανέλαβε την ηγετική θέση της μουσικής διεύθυνσης θεάτρου (του Μιχαηλόβσκι της Αγίας Πετρούπολης), έληξε σύντομα (πιθανόν) λόγω του ρωσοουκρανικού πολέμου.
Αλλά και για τον γεννημένο μόλις το 2001 Alexander Dmitrievitch Malofeev απαιτήθηκε η αναδρομή στον καναδικό τύπο του μοιραίου 2022, προκειμένου, επ’ ευκαιρία της ακύρωσης της εμφανίσεώς του με τη Συμφωνική του Μόντρεαλ, να ενημερωθούμε για τις δύο επίκαιρες (2 και 7 Μαρτίου) αναρτήσεις του στο facebook, όπου ευθαρσώς είχε τοποθετηθεί κατά του πολέμου. Δήλωνε τότε την ενόχλησή του «για το μίσος που κυριαρχεί στη Ρωσία και στον κόσμο όλο», προειδοποιώντας ότι «η αλήθεια είναι ότι κάθε Ρώσος θα αισθάνεται ενοχή για δεκαετίες εξαιτίας της τρομερής και αιματηρής απόφασης που κανένας μας ούτε να επηρεάσει ούτε να προβλέψει μπορούσε». Ταυτόχρονα «αισθανόταν πολύ άβολα» για το πιεστικό αίτημα των συνεχών αντιπολεμικών τοποθετήσεων από φόβο για την οικογένειά του στη Ρωσία. «Καταλαβαίνω ότι μόνη μου διέξοδος είναι να προσεύχομαι και να κλαίω» με τη συναί
σθηση ότι «τα προβλήματά μου είναι ασήμαντα σε σύγκριση με εκείνα των ανθρώπων στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων των συγγενών μου που ζουν εκεί» δήλωνε τότε, καταλήγοντας ότι «το σημαντικότερο είναι να σταματήσει η αιματοχυσία».
Η αθηναϊκή συναυλία εγκαινιάσθηκε με επιλογή από τις σουίτες αρ. 1 και 2 του μπαλέτου «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Sergei Prokofieff, σε μια ανάγνωση που ανέδειξε, όπως και η καταληκτική της εκδήλωσης σουίτα από το μπαλέτο «Ο θαυμαστός μανδαρίνος» του Béla Bartók, τις ποιότητες της Ορχήστρας, τη λάμψη των εγχόρδων, τη μουσικότητα των ξύλινων, την ακρίβεια των κρουστών, τη στιλπνή οικονομία των χάλκινων και την αρμονική σύμπραξη όλων υπό μια μπαγκέτα που χειρίσθηκε τη συμφωνική γραφή με ρυθμική πειθαρχία απόντων χορευτών. Μετά από έναν ατρόμητο «Totentanz» του Fr. Liszt, ο ξανθός άγγελος του πιάνου πήρε τον χρόνο του για το andante spianato του Fr. Chopin, που απέδωσε με δαντελένιο δακτυλισμό και διακριτική χρήση του πεντάλ, προτού εφορμήσει στην πατριωτική Grande Polonaise με σαλονίσια εσωτερικότητα και εξομολογητική ευγένεια…