Εφυγε από τη ζωή ο Damo Suzuki
Ο Ιάπωνας μουσικός υπήρξε η ηγετική φιγούρα του θρυλικού συγκροτήματος των Can στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 και έγραψε τραγούδια όπως το «Vitamin C»
Γεννημένος με το μικρό όνομα Kenji στο Κόμπε της Ιαπωνίας, ο Damo Suzuki εγκατέλειψε τη χώρα του στην ηλικία των 17 για να εξερευνήσει τον κόσμο. Πέρασε από πολλές ευρωπαϊκές χώρες και έζησε για λίγο σε ένα σουηδικό κοινόβιο μέχρι να καταλήξει το 1970 στη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, ο D. Suzuki έβγαζε περιστασιακά χρήματα παίζοντας μουσική στους δρόμους. Μία από τις αυτοσχέδιες παραστάσεις του στο Μόναχο έτυχε να δουν ο μπασίστας Holger Czukay και ο ντράμερ Jaki Liebezeit του γερμανικού progressive συγκροτήματος Can, που μόλις είχαν κυκλοφορήσει τον πρώτο τους δίσκο, το «Monster movie» (1969). Ο τραγουδιστής τους Malcolm Mooney είχε πρόσφατα αποχωρήσει από το συγκρότημα και οι εναπομείναντες αναρωτιόντουσαν πώς να καλύψουν τη θέση του. Το τολμηρό, θεατρικό του στιλ, η αφηρημένη λυρική ευαισθησία και η ορμή της αυτοσχεδιαστικής ερμηνείας του D. Suzuki τον έφεραν τελικά στους Can.
Ο αταξινόμητος και αχαλίνωτος μουσικός μπήκε στο συγκρότημα για τον δίσκο «Soun dtracks » του 1970, ενώ το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα φάνηκε στην ολότητά του στο αριστουργηματικό «Tago Mago» του 1971, ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του Krautrock όλων των εποχών, αλλά και στο «Ege Bamyasi» του 1972, που εξερεύνησε ηχοτοπία που δεν είχε φανταστεί μέχρι τότε ο ανθρώπινος νους. Ο τρίτος δίσκος που θα βγάλει το συγκρότημα με αυτή τη σύνθεση θα είναι το «Future days» του 1973 προτού ο D. Suzuki αποχωρήσει οριστικά. Έπειτα από μια δεκαετία αποχής από τη μουσική, ο D. Suzuki επέστρεψε το 1983, αποφεύγοντας ωστόσο το στούντιο ηχογράφησης για χάρη των αυτοσχέδιων ζωντανών εμφανίσεων, αρκετές από τις οποίες έχουν ηχογραφηθεί και έχουν κυκλοφορήσει στο εμπόριο - ξεχωρίζουν το «Seat tle » του 2000, το «P.R.O.M.I. S. E.» του 2002 και το «The fire of heaven at the end of the universe» του 2007. Είτε συνεργαζόταν με διάφορα συγκροτήματα είτε με άγνωστους μουσικούς («φορείς ήχου», όπως τους αποκαλούσε) που συνήθως δεν έχει συναντήσει ποτέ πριν βρεθούν μαζί στη σκηνή, ο D. Suzuki, σαν παρίας της μουσικής βιομηχανίας, αιρετικός οργανοπαίχτης και ιδιοφυής στον αυτοσχεδιασμό, δεν σταμάτησε να εξερευνά αδιάκοπα τα όρια της δημιουργικότητας.
Μόνο με μουσικούς όπως ο Gary Numan και ο JJ Cale μπορεί να συγκριθεί ο πραγματικά ο D. Suzuki, είτε σαν μέρος της κολεκτίβας των Can είτε σαν performer. Μακριά από τον άγονο μαθουσαλισμό των progressive συγκροτημάτων, που πνίγονταν μέσα στην ανάγκη τους για επίδειξη της δεξιοτεχνίας τους, ο D. Suzuki κυνηγούσε τη θεόσταλτη έμπνευση της στιγμής και το απάτητο μουσικό μονοπάτι για να εξερευνήσει πρώτος.
Η ζωή του καταγράφηκε στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «I am Damo Suzuki» το 2019, ενώ πριν από ενάμιση χρόνο είχε κυκλοφορήσει ένα κατατοπιστικό ντοκιμαντέρ για τον ίδιο με τίτλο «Energy».