Η «αντοχή» του καθεστώτος και ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ως πόλος εξουσίας
* Ο Μενέλαος Γκίβαλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του ΕΚΠΑ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
τα βασικά ερωτήματα που τίθενται κατά την κρίσιμη περίοδο που διανύουμε: α) Ποιες η φύση και η «ανθεκτικότητα» του κυβερνητικού καθεστώτος, ενόψει μάλιστα των έντονων κοινωνικών αντιδράσεων που εκδηλώνονται σε πολλά επίπεδα; β) Ποια είναι η προοπτική διαμόρφωσης ενός ευρέος πολιτικοκοινωνικού προοδευτικού μετώπου, μιας ευρύτατης κοινωνικής συμμαχίας ικανής να αποτελέσει μια σοβαρή και βιώσιμη εναλλακτική πρόταση εξουσίας;
1) Η δομή του καθεστώτος και η κοινωνική του «νομιμοποίηση» α) Το σημερινό κυβερνητικό πολιτικοοικονομικό καθεστώς αποτελεί την εξελιγμένη, ανώτερη φάση του μνημονιακού καθεστωτικού παραδείγματος που διαμορφώθηκε κατά την περίοδο 2010-2014 (με κορύφωση τη διετία 2012-2014). Στο οικονομικοδιαχειριστικό επίπεδο, το καθεστώς αυτό καθορίζει πλήρως τη ροή του χρήματος και την κατανομή των πόρων και του πλούτου έχοντας διαμορφώσει ολιγομελή καρτέλ που ελέγχουν όλους τους κρίσιμους κόμβους της οικονομικής- παραγωγικής διαδικασίας (χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενέργεια, διατροφικό κύκλωμα, κατασκευές κ.λπ.). Σ’ αυτό το επίπεδο το κυβερνητικό καθεστώς, το οποίο ελέγχει ολοκληρωτικά τους μηχανισμούς καταστολής και τους ιδεολογικούς-προπαγανδιστικούς μηχανισμούς των ΜΜΕ, δεν εμφανίζει ρωγμές, διαθέτοντας την ικανότητα να επιλύει τις κατά καιρούς εμφανιζόμενες εσωτερικές του αντιθέσεις και αντιφάσεις. β) Η «νομιμοποίηση» που διασφάλισε το κυβερνητικό καθεστώς από το 2019 μέχρι σήμερα μπορεί να χαρακτηριστεί ως «αναγκαστική» ή «επιβεβλημένη» νομιμοποίηση, η οποία υπήρξε αποτέλεσμα της θανατηφόρας πανδημίας και των επάλληλων κρίσεων που ακολούθησαν.
Στην πράξη, η κοινωνία «εγκλωβίστηκε» σε ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης στο οποίο ο αυταρχισμός, η ενοχοποίηση των πολιτών, η νομοτελειακού χαρακτήρα ερμηνεία των κρίσεων, η επιχείρηση αποπολιτικοποίησης, η απαξίωση και η έκπτωση των δημοκρατικών θεσμών αποτέλεσαν την «κουλτούρα» της καθεστωτικής τάξης πραγμάτων που επιβλήθηκε στην κοινωνία ως «σιδηρούν προσωπείον». Όμως η σκληρή νεοφιλελεύθερη στρατηγική, που εφαρμόζεται πολυεπίπεδα με τις ιδιωτικοποιήσεις, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, τη φτωχοποίηση ενός διευρυνόμενου
τμήματος του πληθυσμού, την αποδυνάμωση ή και κατάλυση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, διαμορφώνει ευρείες αντιδράσεις που είναι αδύνατον να «κατασταλούν» ή να αποκρυβούν από τους καθεστωτικούς μηχανισμούς. Μια μορφή «κοινωνικής αντιπολίτευσης» αναδύεται και προκύπτει ακόμα και μέσα από τον ίδιο τον πυρήνα της κοινωνικής-εκλογικής βάσης της Ν.Δ. (ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες, μικρομεσαίοι κ.λπ.), κάτι που φανερώνει την αρχή του τέλους της «καταναγκασμένης συναίνεσης». Συμπερασματικά: Χωρίς να έχουν αποδυναμωθεί οι οικονομικοπολιτικές δομές και τα δίκτυα συμφερόντων που στηρίζουν το κυβερνητικό καθεστώς, οι ρηγματώσεις και οι απώλειες στο επίπεδο της κοινωνικής-εκλογικής βάσης διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο, παρά το γεγονός ότι δεν εμφανίζεται μια σημαντική αλλαγή συσχετισμών. Η Ν.Δ. από το 2019 μέχρι σήμερα διαθέτει το ατού να προβάλλει ως ο μόνος ισχυρός πόλος εξουσίας, αφού οι αδυναμίες και τα σφάλματα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. καθώς και η στάση των κομμάτων του αποκαλούμενου (τυπικώς) δημοκρατικού τόξου την ανέδειξαν ως μοναδικό κέντρο εξουσίας. Αυτή είναι η θεμελιώδης αντίφαση που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί (και να επιλυθεί) κατά την επόμενη περίοδο.
2) Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η προοδευτική κυβέρνηση
Οπως έχουν διαμορφωθεί τόσο οι κοινωνικοπολιτικοί συσχετισμοί όσο και οι στρατηγικές των κομμάτων στο φάσμα του πολιτικού μας συστήματος, ο μόνος αποδέκτης για κάποια συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ- Π.Σ. είναι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ., αφού το ΚΚΕ έχει αυτοεξαιρεθεί από κάθε προοπτική συμμετοχής σε προοδευτική κυβέρνηση, αποτελώντας ένα «ετερόδοξο» μεν προς το καθεστώς κόμμα, που όμως δεν το αφορά το ζήτημα της εξουσίας. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. έχει υποστεί δομικού χαρακτήρα μεταλλαγές από τη «χρυσή εποχή» του σημιτικού
εκσυγχρονισμού και ολοκλήρωσε την ιδεολογικοπολιτική του μεταλλαγή κατά την κρίσιμη περίοδο 2010-2014, δρώντας ως πιστός μνημονιακός εταίρος της Ν.Δ. Η θεμελιώδης αντίφαση μεταξύ της παπανδρεϊκής περιόδου 1974 με 1996 και της μετέπειτα εποχής επιλύθηκε πρακτικά με τη «συμπληρωματικού τύπου» ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ στο συστημικό πλαίσιο. Η ανάδυση μάλιστα από το εσωτερικό του
ΠΑΣΟΚ του μορφώματος του ακραίου νεοφιλελεύθερου Κέντρου αποτελεί γεγονός που επισφραγίζεται με τον ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας και μετακίνησης στελεχών του στο κυβερνών κόμμα.
Η στρατηγικής σημασίας υπονόμευση της απλής αναλογικής, η θεωρία των «ίσων αποστάσεων» και οι κατά καιρούς ανώδυνου χαρακτήρα «επιθέσεις» που εξαπολύει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝ.ΑΛΛ. κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης δεν συνιστούν πεδία στρατηγικής σύγκρουσης με το κυβερνητικό καθεστώς, αλλά εντάσσονται σε μια συνήθη διαδικασία αντιπαράθεσης στο πλαίσιο του τυπικού κομματικού ανταγωνισμού.
Βασικό ερώτημα: Πώς μπορεί να εκφραστεί η μεγάλη αριστερή- δημοκρατική-προοδευτική πλειοψηφία σε πολιτικό-κομματικό και εν συνεχεία σε κυβερνητικό επίπεδο;
Είναι προφανές ότι σε επίπεδο κορυφής το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. έχει θέσει ως βασικό του αντίπαλο τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. διεκδικώντας τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές. Για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. θα είναι αποδεκτός ως εταίρος και συνομιλητής μόνο ως ηττημένος, ως μικρομεσαίος κομματικός «χώρος» που θα συμβιβαστεί.
Ασφαλώς η μεγάλη κοινωνική- προοδευτική πλειονότητα επιθυμεί και επιδιώκει την ανατροπή του καθεστώτος και την ανάδειξη μιας προοδευτικής κυβέρνησης. Όμως μια τέτοια προοπτική μπορεί να προκύψει ρεαλιστικά μόνο με την ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ως ισχυρού πόλου εξουσίας. Αυτή αποτελεί και τη μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για μια προοδευτική κυβέρνηση.
Αλλωστε, μια προοδευτική κυβέρνηση δεν μπορεί να συγκροτηθεί και να επιβιώσει αν δεν προωθήσει ένα πρόγραμμα που προϋποθέτει συγκρούσεις με τις δομές συμφερόντων και ριζική αναδιανομή των πόρων. Και όχι βέβαια μια κυβερνητική σύμπραξη συνδιαχείρισης, που θα αφήσει ανενόχλητες τις δομές του καθεστώτος.
Χωρίς να έχουν αποδυναμωθεί οι οικονομικοπολιτικές δομές και τα δίκτυα συμφερόντων που στηρίζουν το κυβερνητικό καθεστώς, οι ρηγματώσεις και οι απώλειες στο επίπεδο της κοινωνικής- εκλογικής βάσης διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο
Ασφαλώς η μεγάλη κοινωνική-προοδευτική πλειοψηφία επιθυμεί και επιδιώκει την ανατροπή του καθεστώτος και την ανάδειξη μιας προο κυβέρνησης. Όμως μια τέτοια προοπτική μπορεί να προκύψει ρεαλιστικά μόνο με την ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ως ισχυρού πόλου εξουσίας. Αυτή αποτελεί και τη μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για μια προοδευτική κυβέρνηση