Θεσμικά όργανα χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες
Πολλές
συζητήσεις και κριτικές, όπως και προβληματισμούς προκάλεσε το πρόσφατο ψήφισμα (7/2/2024 ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με αντικείμενο «Το Κράτος Δικαίου και η ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης στην Ελλάδα».
Άμεσα επικρίνονται ο δημόσιος φορέας και οι κυβερνητικές Αρχές για τον χειρισμό βασικών τομέων του δημόσιου και του ιδιωτικού βίου. Η πρωτοβουλία για τις σχετικές συζητήσεις που κατέληξαν στο ανωτέρω ψήφισμα προήλθε από τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις της Κεντροαριστεράς, με βασικούς υποστηρικτές τους Έλληνες κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους του παραπάνω πολιτικού χώρου.
Δεν θα απαριθμήσουμε ούτε θα αναφέρουμε χωριστά κάθε τομέα και τις περιπτώσεις που θίγονται στο ψήφισμα, που είναι γνωστές, ούτε τις αιτιάσεις κατά των ελληνικών αρμόδιων Αρχών -κυβερνητικών, δικαστικών, αστυνομικών και Δημόσιας Διοίκησης-, στις οποίες καταλογίζονται οι ευθύνες για παραβιάσεις δικαιωμάτων των πολιτών που θίγουν τις δημοκρατικές αρχές, με αποτέλεσμα η εικόνα της Ελλάδος να συγκρίνεται με εκείνη της Ουγγαρίας.
Όμως δύο σημεία (άρθρα 17 και 21) του ψηφίσματος που αναφέρονται και θίγουν τη μεταχείριση των μεταναστών, των προσφύγων και διακρίσεις σε βάρος των Ρομά και άλλων μειονοτήτων πιστεύω ότι αδικούν την Ελλάδα, τις ελληνικές Αρχές και γενικότερα τον ελληνικό λαό, που έχουν πάρει εύσημα από διεθνείς φορείς, ακόμη και από τον Προκαθήμενο της Καθολικής Εκκλησίας, τον Πάπα Φραγκίσκο. Ας μην παραβλέπουμε το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η βασική πύλη εισόδου παράτυπων μεταναστών, προσφύγων και οικονομικών μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πως η χώρα μας υφίσταται το κύριο βάρος φιλοξενίας έως ότου αποφασισθούν η παροχή ή μη ασύλου και η κατανομή στις χώρες-μέλη της Ένωσης, ορισμένες εκ των οποίων αρνούνται την αποδοχή. Το κύριο βάρος της φιλοξενίας πέφτει στα ακριτικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, από τις πλέον ευαίσθητες, για τους γνωστούς λόγους, γεωγραφικές περιοχές της ελληνικής επικράτειας. Μάλιστα πολλές από τις ροές μεταναστών ή οικονομικών μεταναστών και προσφύγων προωθούνται προς τις ελληνικές ακτές από τις απέναντι τουρκικές από παράνομους διακινητές, οι οποίοι εξυπηρετούν και πολιτικούς στόχους και σκοπιμότητες.
Πώς λειτουργεί και εργάζεται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πώς, διαδικαστικά, επιλέγονται οι ευρωβουλευτές;
Το αρχικό σχέδιο του Ρομπέρ Σουμάν, κύριου εμπνευστή της δημιουργίας μίας ενωμένης Ευρώπης, δεν προέβλεπε θεσμικό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η ιδέα για τη δημιουργία του με εκπροσώπους από όλα τα συμμετέχοντα κράτη- μέλη της Ένωσης γεννήθηκε και ωρίμασε σταδιακά, όταν το όραμα της ενωμένης Ευρώπης άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά και η ενοποίηση αναδείκνυε την ανάγκη θέσπισης και των απαραίτητων θεσμικών οργάνων. Ατελές θεσμικά από συστάσεώς του, σταδιακά διεκδίκησε και διεκδικεί συγκεκριμένες αρμοδιότητες, όπως ο έλεγχος πράξεων των εκτελεστικών οργάνων της Ένωσης που, βασικά, είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το έτος 1979 -η Ελλάδα κατέστη πλήρες μέλος το 1981- διενεργούνται
οι πρώτες ευρωεκλογές που αντικαθιστούν και διαδέχονται τους διορισμένους ευρω- αντιπροσώπους. Σήμερα το Ευρωκοινοβούλιο απαρτίζεται από 705 ευρωβουλευτές -από τους 751 μετά το Brexit-, που εκπροσωπούν 28 χώρες-μέλη. Το σύνολο των ευρωβουλευτών που προέρχονται από τα εθνικά πολιτικά κόμματα των κρατών-μελών είναι οργανωμένο σε οκτώ πολιτικές ομάδες που εκφράζουν τις διαφορετικές πολιτικές ιδεολογίες. Στο πολιτικό μωσαϊκό του Ευρωκοινοβουλίου κυρίαρχη θέση κατέχουν οι ανήκοντες στην παράταξη του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και οι δυνάμεις της προοδευτικής Κεντροαριστεράς. Οι ευρωβουλευτές εξετάζουν και επεξεργάζονται τις νομοθετικές προτάσεις που κατά κανόνα προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ελλάδα εκπροσωπείται από 21 ευρωβουλευτές, ενώ τον υψηλότερο αριθμό έχει η Γερμανία (96). Οι πρώτες ευρωεκλογές του 1979 δεν μετέβαλαν τον ρόλο της Ευρωβουλής, που περιορίζεται σε απλό συμβουλευτικό όργανο. Η Συνθήκη της Λισαβόνας του 2009 μπορεί να βελτίωσε και να αύξησε τις αρμοδιότητές του, όχι όμως και ουσιαστικά. Περιορίζονται μόνο στη συναπόφαση με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της έγκρισης του ετήσιου προϋπολογισμού της Ένωσης. Καμία σύγκριση με τα εθνικά Κοινοβούλια, τα οποία εγκρίνουν ή απορρίπτουν προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου. Προς τι, λοιπόν, η χρησιμότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όταν στερείται ουσιαστικών αρμοδιοτήτων και οι δαπάνες λειτουργίας του είναι λίαν υψηλές; Ασφαλώς μπορεί να μην ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών, δεν παύει ωστόσο να αποτελεί ένα forum στο οποίο ασκείται κριτική, συζητούνται θέματα που αφορούν άμεσα ή έμμεσα τους Ευρωπαίους πολίτες και ασκείται κριτική και για επιλογές και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπως και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Προοπτική εξομοίωσης με τα εθνικά Κοινοβούλια όταν η Ε.Ε στερείται ακόμα κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, που είναι τα βασικά στοιχεία μίας πραγματικής ένωσης, δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Εκτός της ατελούς μορφής ύπαρξης και λειτουργίας του, επιφυλάξεις εκφράζονται και για την επιλογή των εθνικών κοινοβουλευτικών.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας του 2009 μπορεί να βελτίωσε -από απλό συμβουλευτικό όργανο- και να αύξησε τις αρμοδιότητες του Ευρωκοινοβουλίου. όχι όμως και ουσιαστικά. Περιορίζονται μόνο στη συναπόφαση με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της έγκρισης του ετήσιου προϋπολογισμού της Ένωσης. Καμία σύγκριση με τα εθνικά Κοινοβούλια, τα οποία εγκρίνουν ή απορρίπτουν προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου