Μιλάμε για την Αναστασούλα μας σαν να ήταν μαζί μας
Ο Ηλίας Παπαγγελής έχασε την κόρη του Αναστασία σε ηλικία 19 χρόνων. Ήταν φοιτήτρια του Γεωπονικού του ΑΠΘ στο 1ο έτος. Πριν πάρει το τρένο της επιστροφής, είχε κατέβει από τη Θεσσαλονίκη για το τριήμερο της Αποκριάς μετά το τέλος της εξεταστικής. Πήγε με συμφοιτήτριες και παλιές της συμμαθήτριες στο καρναβάλι της Πάτρας. «Κι αφού τελείωσε, έφτασε από κει στον Κηφισό με λεωφορείο το απόγευμα της Τρίτης, στις 6. Την παρέλαβε η μαμά της και την πήγε στον Σταθμό Λαρίσης. Την Παρασκευή με είχε ρωτήσει, για να κλείσει τα εισιτήρια: “Μπαμπά, να πάω με το λεωφορείο ή το τρένο;”. Εγώ δεν ήθελα να πηγαίνει με το τρένο, έτσι, από ένστικτο, δεν ξέρω γιατί. Από την άλλη, σκεφτόμουν ότι οι μέρες ήταν κρύες και βροχερές και φοβόμουν και το λεωφορείο. Κι έτσι της είπα να πάει με το τρένο».
Την ώρα που ταξίδευε, ο Ηλίας Παπαγγελής έπαιρνε τηλέφωνο την κόρη του κάθε μία ώρα. «Πώς πας; Καλά;». Τελευταία φορά μίλησαν γύρω στις 9 το βράδυ. «Και μετά πήγα από τη δουλειά στο σπίτι, όπου κάθισα να δω τηλεόραση». Μέχρι που διακόπηκε το δελτίο ειδήσεων κι εκεί κατάλαβε ότι είχε γίνει κάτι πολύ σοβαρό. Την πήρε τηλέφωνο αμέσως. «Ξανά, ξανά και ξανά. Τίποτα». Πήρε την αδελφή της, επίσης φοιτήτρια στη Θεσ
σαλονίκη, η οποία είχε μείνει πίσω. Άρχισε να τηλεφωνεί κι εκείνη. Τίποτα. Ξύπνησε τη σύζυγό του, ντύθηκαν άρον-άρον και ταξίδεψαν για τη Λάρισα. Έφτασαν εκεί στις 3.30 το πρωί. Πήγαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Είχαν φέρει τους πρώτους τραυματίες, αλλά δεν ήταν το δικό της ανάμεσα στα πρώτα ονόματα. Μετά πήγαν στο Γενικό Κρατικό. Κι εκεί μερικά ονόματα, δεν ήταν ούτε εκεί. Η μέρα πέρασε με τηλέφωνα στα περιφερειακά νοσοκομεία, όμως τίποτα. Την Παρασκευή τους ενημέρωσαν ότι η σορός της είχε ταυτοποιηθεί. «Θα αποσταλεί σ’ εσάς με γραφείο κηδειών». Επειτα από δύο με τρεις εβδομάδες κλεισμένος στο σπίτι, ο
Ηλίας Παπαγγελής αποφάσισε να επιστρέψει στην εργασία του. «Με πολύ μεγάλη προσοχή και συγκέντρωση, γιατί δεν ήθελα αυτό το γεγονός να βλάψει κάποιον συνάνθρωπό μου που ως γιατρός εξέταζα ή του έδινα συμβουλές». Η καθημερινότητα συνεχίστηκε με το να ενισχύουν μέσα στην πενταμελή πια οικογένεια - υπάρχουν και ακόμα δύο αδελφές που πηγαίνουν σχολείο- ο ένας τον άλλον. «Προσπαθήσαμε να είμαστε όλοι ενωμένοι, να κάνουμε και τις βόλτες μας, να ξεχαστούμε, αλλά να μιλάμε για την Αναστασούλα μας σαν να ήταν μαζί μας. Κι έτσι το αισθανόμαστε ακόμα».