Εκλογές-τεστ στο Ιράν με ρεκόρ χαμηλής συμμετοχής
Νέο ρεκόρ αποχής αναμένεται στις επικείμενες κάλπες, καθώς επίσημες έρευνες δείχνουν ότι μόνο το 41% των Ιρανών που έχουν δικαίωμα ψήφου θα ψηφίσει. Στις προηγούμενες εκλογές, του 2020, η συμμετοχή κατέγραψε χαμηλό ρεκόρ, στο 42,5%, ενώ σε εκείνες του 2016 είχε φτάσει στο 62%
Γενικές εκλογές έγιναν χθες στο Ιράν για την ανάδειξη των 290 μελών του νέου Κοινοβουλίου, του 12ου στη σειρά μετά την Επανάσταση του 1979 και τη σύσταση της Ισλαμικής Δημοκρατίας, καθώς και για την ανάδειξη της 88μελούς συνέλευσης «ειδικών» που εκλέγουν τον ανώτερο ηγέτη της χώρας, θέση την οποία κατέχει τώρα ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Σε κάθε περίπτωση, η ψηφοφορία θεωρείται μια σοβαρή δοκιμασία για την αντοχή του κατεστημένου του Κλήρου και της εξουσίας του σε μια ιδιαίτερα προβληματική συγκυρία, καθώς η αυξανόμενη δυσαρέσκεια και απογοήτευση των Ιρανών για τα οικονομικά δεινά και τους περιορισμούς στις πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες μετατρέπονται σε οργή. Από τους πρώτους που ψήφισαν ήταν ο Αλί Χαμενεΐ, ο οποίος κάλεσε τους πολίτες να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία, χαρακτηρίζοντάς τη μάλιστα «θρησκευτικό καθήκον».
Η πλειονότητα του απογοητευμένου εκλογικού σώματος έχει αποφασίσει να μείνει μακριά από τις κάλπες, θεωρώντας τις εκλογές μια κατ’ επίφαση δημοκρατική διαδικασία με μοναδικό σκοπό να νομιμοποιήσει ένα καθεστώς που δεν έχει κατορθώσει ούτε να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο του κόσμου ούτε να εγγυηθεί ατομικές και πολιτικές ελευθερίες. Σε επανειλημμένες εκκλήσεις του ο 84χρονος Χαμενεΐ προέτρεψε όσους σχεδιάζουν να απέχουν ή να μποϊκοτάρουν την ψηφοφορία να μην το κάνουν διότι είναι «πατριωτικό και ισλαμικό καθήκον» η συμμετοχή στις εκλογές. «Πηγαίνετε να ψηφίσετε το συντομότερο δυνατόν... Σήμερα τα μάτια των φίλων και των εχθρών του Ιράν είναι στραμμένα στις εκλογές και στα αποτελέσματά τους. Κάντε τους φίλους μας χαρούμενους και απογοητεύστε τους εχθρούς μας» είπε χαρακτηριστικά ο Ιρανός ηγέτης σε δηλώσεις του στην κρατική τηλεόραση.
Οι εκλογές είναι το πρώτο επίσημο τεστ των διαθέσεων της κοινής γνώμης από τότε που οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του 2022-23 οδήγησαν στο μαζικότερο κίνημα πολιτικής αμφισβήτησης που έχει γνωρίσει το Ιράν μετά την Ισλαμική Επανάσταση. Προφανώς, το κατεστημένο του Κλήρου που ελέγχει το σύστημα εξουσίας έχει ανάγκη την υψηλή συμμετοχή για να αποκαταστήσει την εικόνα του και να αναβαπτιστεί στη λαϊκή συνείδηση μετά το πλήγμα που δέχτηκε. Ωστόσο, οι επίσημες έρευνες δείχνουν ότι μόνο το 41% περίπου των Ιρανών που έχουν δικαίωμα ψήφου θα ψηφίσει. Και στις προηγούμενες εκλογές, του 2020, η συμμετοχή κατέγραψε χαμηλό ρεκόρ, στο 42,5%, όταν σε εκείνες του 2016 είχε φτάσει στο 62%.
Στην προσπάθειά τους να αναστρέψουν την τάση αποστασιοποίησης των ψηφοφόρων οι Αρ
χές αναγκάστηκαν να κάνουν παραχωρήσεις, περιορίζοντας δραστικά τον «κόφτη» των υποψηφιοτήτων, αυξάνοντας έτσι θεαματικά τον αριθμό των υποψηφίων σε περισσότερα από 15.200 άτομα, δηλαδή στο 75% όσων υπέβαλαν σχετικές αιτήσεις. Είναι το υψηλότερο ποσοστό μετά το 1979. Προσπαθώντας να καλλιεργήσει κλίμα ενθουσιασμού, η κρατική τηλεόραση έδειξε πλάνα σε απευθείας σύνδεση από ορεινά χωριά όπου οι κάτοικοί τους, αψηφώντας το κρύο και τα χιόνια, στέκονταν στην ουρά για να ψηφίσουν. Αρκετοί από αυτούς είπαν ότι πήγαν να ψηφίσουν «για να κάνουν ευτυχισμένο τον ανώτατο ηγέτη».
Ακτιβιστές και ομάδες της αντιπολίτευσης οργανώθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαδίδοντας ευρέως τα hashtags #VOTENoVote και #Election
υποστηρίζοντας ότι η υψηλή συμμετοχή στις εκλογές ουσιαστικά νομιμοποιεί το ισλαμικό σύστημα εξουσίας. «Θέλω αλλαγή καθεστώτος. Αποφάσισα να μην ψηφίσω, οι εκλογές θα χρησιμεύσουν μόνο για την ενίσχυση της κυριαρχίας της Ισλαμικής Δημοκρατίας» δήλωσε στο Reuters ο Μεχράν, ένας 22χρονος φοιτητής από την πόλη Ισφαχάν. «Θέλω να ζήσω ελεύθερα» συμπλήρωσε.
Οι εκλογές είναι οι πρώτες μετά την καταστολή του κινήματος διαμαρτυρίας «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία», με το απερχόμενο Κοινοβούλιο να έχει ψηφίσει νόμους που περιορίζουν την ελευθερία στο Διαδίκτυο και να έχει θεσπίσει νέα πρόστιμα για τη μη χρήση του χιτζάμπ. Η Μοτζάν Εφτεχαρί, η μητέρα της Μαχσά Αμινί, της οποίας ο θάνατος πυροδότησε το κίνημα διαμαρτυρίας, ανέβασε φωτογραφίες της κόρης της στο Instagram και έγραψε: «Αν η ψηφοφορία άλλαζε κάτι, δεν θα σας άφηναν να πάτε να ψηφίσετε».