Επίδικο, το δημοψήφισμα
Αναλαμβάνοντας ως «πρώτη υπουργός» τον Φεβρουάριο, η Μισέλ Ο' Νιλ (Σιν Φέιν) τόνισε ότι ένα δημοψήφισμα για την ενοποίηση της Ιρλανδίας θα μπορούσε να διεξαχθεί ως το τέλος της δεκαετίας. Αντέδρασε ο Ρίσι Σούνακ, που δεν το θεωρεί ρεαλιστική προοπτική
Στις εκλογές του Μαΐου 2022 το Σιν Φέιν απέσπασε το 29% των ψήφων έναντι του 21,3% του DUP, του Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος των ενωτικών-προτεσταντών, και έγινε ο ισχυρότερος σχηματισμός στην τοπική 90μελή Βουλή, μια ιστορική ανατροπή. Αναπληρώτρια «πρώτη υπουργός» ορκίστηκε η Έμα Λιτλ Πένγκελι του DUP. Είναι το πικρό χάπι που αναγκάστηκαν να καταπιούν οι ενωτικοί, σχολίασαν πολιτικοί αναλυτές. Η νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε αφότου συνήλθε για πρώτη φορά το τοπικό Κοινοβούλιο ύστερα από δύο χρόνια μποϊκοτάζ του DUP ως ένδειξη διαμαρτυρίας για το πρωτόκολλο του Brexit για τη Βόρεια Ιρλανδία. Φυσικά, πίσω από την κουρτίνα κρυβόταν η άρνηση αποδοχής της νίκης του Σιν Φέιν. Ως αντάλλαγμα οι ενωτικοί απέσπασαν, όπως ισχυρίστηκαν, τη δέσμευση του Λονδίνου για την ισχύ του πρωτοκόλλου. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, υποχώρησαν μετά το ξεκάθαρο τελεσίγραφο του Λονδίνου να επιστρέψουν οι βουλευτές στα έδρανά τους ως τις 8 Φεβρουαρίου, διαφορετικά θα προκηρύσσονταν νέες εκλογές. Προφανώς η παραπαίουσα συντηρητική κυβέρνηση του Λονδίνου δεν ήθελε να φορτωθεί με ακόμα μία αποτυχία πρώτου μεγέθους, πιθανής, ντε φάκτο, κατάρρευσης της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής.
Η κυβέρνηση του Ρίσι Σούνακ χρύσωσε το χάπι με μια υπόσχεση για έξτρα χρηματοδότηση της περιοχής με 3 δισ. λίρες. Με το που ανέλαβε την εξουσία, η Μ. Ο’ Νιλ ξεδίπλωσε τα χαρτιά της. Όπως είπε, ένα δημοψήφισμα για την ένωση της Ιρλανδίας θα μπορούσε να δρομολογηθεί και να γίνει ως το τέλος αυτής της δεκαετίας. Άγνωστο τι αισθήματα προκάλεσε αυτή η διακήρυξη στο κατεστημένο του Ουεστμίνστερ, αλλά ο Ρίσι Σούνακ έσπευσε να παρέμβει δίχως καθυστέρηση. Είπε ότι «δεν βλέπει καμία ρεαλιστική προοπτική για ένα δημοψήφισμα για τα σύνορα» (της Βόρειας Ιρλανδίας) και επέμεινε πως οποιοδήποτε δημοψήφισμα για το μέλλον της περιοχής και μια πιθανή ενοποίηση της Ιρλανδίας απέχει ακόμη δεκαετίες.
«Δεκαετία ευκαιριών»
Συμπληρωματικά άφησε να εννοηθεί ότι τα έξτρα 3 δισ. λίρες που έταξε στην τοπική κυβέρνηση για χρηματοδότηση υποδομών και υπηρεσιών είναι «μια χαρά» για την ώρα και, αντί να γίνονται συζητήσεις για κάλπες και δημοψήφισμα, καλά θα κάνουν οι ιθύνοντες να ασχοληθούν με το πώς θα διατεθούν τα χρήματα. Οι δηλώσεις του αυτές μάλλον έπεσαν στο κενό. Σε συνέντευξή της στο βρετανικό δίκτυο Sky News μετά την ανάληψη των καθηκόντων της η Μ. Ο’ Νιλ, που είναι και αντιπρόεδρος του Σιν Φέιν, είπε ότι «αμφισβητεί απολύτως» τις θέσεις του Ρ. Σούνακ και ότι η τρέχουσα δεκαετία είναι μια «δεκαετία ευκαιριών». «Υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα που αλλάζουν. Όλες οι παλιές νόρμες, η φύση αυτού του κράτους, το ότι επικεφαλής της κυβέρνησης είναι μια εθνικίστρια Ρεπουμπλικανή. Όλα δείχνουν αλλαγή» πρόσθεσε.
Με τη σειρά της, η πρόεδρος του Σιν Φέιν Μαίρη Λου Μακντόναλντ δήλωσε ότι η ανάληψη της εξουσίας για πρώτη φορά από τους Ιρλανδούς «εθνικιστές» είναι «μια στιγμή μεγάλης σημασίας» που θα φέρει πιο κοντά την προοπτική της ενωμένης Ιρλανδίας. Ακόμη και ο Λίο Βάραντκαρ, ο Ιρλανδός πρωθυπουργός, ένας συντηρητικός πολιτικός από τη φύση του που κάποτε μάλιστα ήταν κατά του Σιν Φέιν και των όσων πρεσβεύει, δήλωσε πως η Ιρλανδία βαδίζει «στο μονοπάτι της ενοποίησης».
Μια ακτιβιστική πολιτική οργάνωση στο Δουβλίνο, η Ireland’s Future, που μάχεται υπέρ της ενοποίησης έχει αρχίσει εκστρατεία για τον ορισμό χρονοδιαγράμματος για το δημοψήφισμα. Όπως διακηρύσσει, «θα μπορούσε και πρέπει να διεξαχθεί το 2030». Έχει καταθέσει λεπτομερές έγγραφο με τις προτάσεις της για την «προετοιμασία του εδάφους» τα επόμενα έξι χρόνια. Καλεί την ιρλανδική κυβέρνηση να αναλάβει «σαφή δέσμευση» για το προπαρασκευαστικό στάδιο, συμπεριλαμβανομένης της έναρξης συνομιλιών με τη βρετανική κυβέρνηση.
Ετσι, όπως γράφει χαρακτηριστικά στον Guardian ο Ιρλανδός δημοσιογράφος Κόλιν Γκάνον, «εν ριπή οφθαλμού μια ενωμένη Ιρλανδία έχει μετατραπεί από μία εν πολλοίς ανείπωτη απαίτηση σε κάτι που μοιάζει ως η νέα πολιτική πραγματικότητα». Και ο συνάδελφός του, επίσης Ιρλανδός, Τζον Ουόλς τον συμπληρώνει: «Κατά ειρωνικό τρόπο, οι Brexiteers έκαναν περισσότερα για την ιρλανδική ενότητα από τους αμέτρητους Ιρλανδούς Ρεπουμπλικάνους που θυσιάστηκαν στο όνομα της ελευθερίας τους τελευταίους αιώνες».