Το «Μόνον της ζωής ταξείδιον» του Ηλία Λογοθέτη
Από τον Σαίξπηρ στον Πίντερ και στα στερνά στον Βιζυηνό
Ακόμη μια οδυνηρή απώλεια για το θέατρό μας. «Έφυγε» σε ηλικία 85 ετών ο σπουδαιότερος εν ζωή ηθοποιός μας, ο δημοφιλής και αγαπητός στους πάντες Ηλίας Λογοθέτης. Ποιος, όμως, αληθινά ήταν ο Ηλίας;
Γνώστης της ελληνικής γλώσσας όσο λίγοι, είχε εμβαθύνει στο μουσικορυθμικό της υπόστρωμα και το μετέφερε ακέραιο στη σκηνή, σμιλεύοντας μία-μία τις λέξεις σαν γλυπτά και ποιώντας, διά του εσωτερικά μελισμένου λόγου του, χρησμικές εικόνες· ένας υπο-κριτής με την αρχαία έννοια του όρου, ένας «αναγνώστης» των γραφών και εξηγητής. Αυτός ήταν ο Ηλίας Λογοθέτης.
Για τους νεότερους, που δεν είχαν την τύχη να τον παρακολουθήσουν από την αρχή της πορείας του, θα επικεντρώσω στον πρώτο μεγάλο ρόλο του που συγκεφαλαιώνει όλη την ατίμητη προσφορά του στα χρόνια που ακολούθησαν: «Τίτος Ανδρόνικος» του Σαίξπηρ στον μακρινό (;) θεατρικό χειμώνα του 197778 με το Αμφι-Θέατρο, τότε εγκατεστημένο στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου. Πρωταγωνιστής σε ένα σπάνια παιζόμενο «ρωμαϊκό» έργο του Σαίξπηρ, βίαιο, άγριο, ανελέητα σκληρό, με αλλεπάλληλους φόνους, βιασμούς, ακρωτηριασμούς και αποκεφαλισμούς επί σκηνής, χωρίς ανάπαυλα και χωρίς ανάσα. Ο ίδιος ο ποιητής χαρακτηρίζει στο έργο του τη Ρώμη «μια ερημιά με τίγρεις» και, βέβαια, μαντεύουμε ότι σε αυτό το έργο η «Ρώμη» είναι μια μετωνυμία της ελισαβετιανής Αγγλίας και μιας μεταβατικής ιστορικής περιόδου που μας οδήγησε από τον σκοτεινό Μεσαίωνα στα «φώτα» της Αναγέννησης, η οποία έκρυβε, ωστόσο, το στιλέτο και τα δηλητήρια κάτω από τη στιλπνή επιφάνεια των περιώνυμων ανακαλύψεών της.
Σε αυτό το πρώιμο νεανικό έργο του ο Σαίξπηρ μας μιλάει με τον δικό του τρόπο για το «κακό» στον κόσμο. Όπως γράφει ο Γιαν Κοτ, ο «Τίτος Ανδρόνικος» είναι κιόλας σαιξπηρικό θέατρο. Αλλά δεν είναι σαιξπηρικό κείμενο. Ο Πίτερ Μπρουκ και ο Ολίβιε είπαν ότι αποφάσισαν να ανεβάσουν τον «Τίτο» επειδή είδαν στην ακατέργαστη ακόμη μορφή του το έμβρυο όλων των σαιξπηρικών τραγωδιών. Ο Σαίξπηρ έδωσε στα πάθη εσωτερική συνείδηση · η αγριότητα έπαψε να είναι αποκλειστικά φυσική. Ο Σαίξπηρ ανακάλυψε την ηθική κόλαση.
Ο Πίτερ Μπρουκ το είδε αυτό στον «Τίτο Ανδρόνικο», ένα έργο που για τουλάχιστον δύο αιώνες το θεωρούσαν βάρβαρο και ατελές, «γοτθικό», όπως έλεγαν οι κλασικιστές. Παρότι ένας τέτοιος Σαίξπηρ είναι τόσο σύγχρονος και συνάμα τόσο αυθεντικά αναγεννησιακός: άγριος, ωμός και κτηνώδης. Προξενεί τρόμο, αλλά είναι επίσης γεμάτος ρεμβασμό, όνειρο και ποίηση. Ο «Τίτος» άρεσε στο ελισαβετιανό κοινό, το συγκινούσε, το συνάρπαζε, το θάμπωνε…
Ο Σπύρος Ευαγγελάτος τόλμησε το σωτήριο 1977-78 να πειραματισθεί με τον «Τίτο Ανδρόνικο» σε μια εποχή που το αίσθημα της ενοχής για τη μακρόχρονη σιωπή φώλιαζε ακόμη στην ψυχή των ανθρώπων. Θέλησε να αποσπάσει το «κακό» από την ανθρώπινη φύση με τρόπο μπρεχτικό και να το προβάλει «απέναντι», δείχνοντας τις γενεσιουργές αιτίες του. Με όργανο και εργαλείο τον Ηλία, που «περιέγραφε» από απόσταση τον ρόλο, φτιάχνοντας με τον λόγο εικόνες ενός δυσοίωνου μέλλοντος. Η παράσταση και ο Ηλίας αποθεώθηκαν από ένα κοινό διψασμένο για αλήθεια.
Το πείραμα του Ευαγγελάτου, που επαναλήφθηκε μετά από χρόνια με τον «Οθέλλο», πάλι με τον Ηλία, δεν πέτυχε επειδή το κοινό είχε πια μεταλλαχθεί σε αστικό και η κατά τον Μπρεχτ «δυσκολία για να γράψει κάποιος την αλήθεια» ήταν απόλυτη. Ο Ηλίας, όμως, δεν πτοήθηκε, «κατέφυγε» στον επίγονο του Σαίξπηρ, στον Χάρολντ Πίντερ, που εκείνος κατείχε τον τρόπο να γράφει την αλήθεια και να γίνεται πιστευτός. Την παράσταση της εμβληματικής «Νεκρής ζώνης» στο Απλό Θέατρο με σκηνοθέτη τον Αντώνη Αντύπα το 2000 παρακολούθησε ο ίδιος ο Πίντερ. Εντυπωσιασμένος με τον Ηλία, τον ρώτησε: «Πώς το έκανες αυτό;». Με τη συνηθισμένη του σεμνότητα ο Ηλίας απάντησε: «Είμαι μεσογειακός, έβαλα λίγη συγκίνηση». Ο δρόμος ήταν πια ανοιχτός για να περάσει ο Ηλίας στον μεγάλο μας ιθαγενή και γι’ αυτό οικουμενικό γραφέα «λυγρών σημάτων», στον Γεώργιο Βιζυηνό. Με κορύφωση το εμβληματικό του αφήγημα «Το αμάρτημα της μητρός μου», που έγινε για εκείνον ένα βίωμα εσωτερικό, ένα «μέγιστον μάθημα», μια «μελέτη θανάτου».
Σαν «έτοιμος από καιρό, σαν θαρραλέος», ο Ηλίας επήγε πέρα…