Κάποια μέρα θα πούμε τα πάντα ο ένας στον άλλον (Someday we’ll tell each other everything)
Σκηνοθεσία: Εμιλί Ατέφ Πρωταγωνιστούν: Μαρλέν Μπάροου, Φέλιξ Κρέιμερ, Σεντρίκ Άιχ
Μια έντεχνη και καλαίσθητη γερμανική ιστορία ενηλικίωσης με φόντο την επανένωση της Γερμανίας μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Η ιστορία που διαδραματίζεται το μεταβατικό για τη χώρα καλοκαίρι του ’90 ακολουθεί τη Μαρία, μια 19χρονη που ζει σε ένα χωριό της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Η Μαρία ζει με τον φίλο της Γιοχάνες και την οικογένειά του στο αγρόκτημά τους και βιώνει μια εργατική αλλά ευχάριστη καθημερινότητα. Περνάει αρκετό χρόνο διαβάζοντας τα βιβλία της και η φαντασία και το σώμα της λαχταρούν για κάτι πολύ περισσό
τερο. Μια ερωτική συνάντηση με τον γείτονά της στον αχυρώνα αποδεικνύεται αρκετή για να τη φέρει αντιμέτωπη με ένα συναισθηματικό δίλημμα. Ένα δίλημμα που γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκο από το γεγονός ότι εκείνος ο αγρότης έχει περισσότερα από τα διπλάσια χρόνια της και μάλιστα είναι μεγαλύτερος ακόμα κι από τη μητέρα της. Βλέπουμε το αθέατο σκάνδαλο της υπαίθρου να εξελίσσεται μέσα από τη σωματική και τη συναισθηματική τους επιθυμία που κατακλύζει την οθόνη, άλλοτε απαλά, άλλοτε σαν να είναι η τελευταία φορά που θα συναντηθούν. Στην καρδιά της βουκολικής νηνεμίας η σχέση τους μοιάζει με έκρηξη. Η σκηνοθεσία εστιάζει σ’ αυτή τη συνάντηση και στις συνέπειές της, αλλά θα μπορούσε να επιμείνει και στις δυναμικές της οικογένειας, που μένουν λίγο ανεξερεύνητες. Όταν αυτοί οι δύο είναι μαζί, ο θεατής νιώθει πως είναι οι μοναδικοί άνθρωποι στον κόσμο. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις ερμηνείες και στη χημεία τους, αλλά κυρίως στο μεγάλο κενό που αφή
νουν οι υποτονικοί χαρακτήρες που τους πλαισιώνουν και εμείς που το παρακολουθούμε παύουμε να ενδιαφερόμαστε για οτιδήποτε άλλο συμβαίνει γύρω από το φλογερό ειδύλλιο. Η σχέση της Μαρίας με τη μητέρα είναι πολύπλοκη, κυρίως από την έλλειψη χρημάτων και από το βάρος του από
ντα πατέρα. Όμως στην οθόνη δεν εξελίσσεται πολύ περισσότερο από αυτή την επιφάνεια που είναι φανερή από πολύ νωρίς. Υπάρχουν αρκετές διασκεδαστικές σκηνές που παίζουν με τις προσδοκίες της Ανατολικής και της Δυτικής Γερμανίας εκείνη την εποχή. Φυσικά, όπως ο έρωτας των ηρώων και ο βήχας, η αγάπη της σκηνοθέτριας για τον Τέρενς Μάλικ δεν κρύβεται. Έτσι, μεγάλο μέρος της απαγορευμένης έλξης εξελίσσεται μέσα από λυρικά και καλοφωτισμένα πλάνα ανάμεσα στα στάχυα και στη φύση. Κι αυτή η αισθητική επιλογή δεν είναι καθόλου μα καθόλου κατακριτέα.