Από τον μαρασμό στην άνθηση
Οι ειδικοί προειδοποιούν πως το αμερικανικό ρυθμιστικό μοντέλο με γνώμονα την αγορά και το ευρωπαϊκό με γνώμονα τα συμφέροντα του καταναλωτή βρίσκονται σε τροχιά σύγκρουσης
Πράγματι,
το streaming έχει σηκώσει στις πλάτες του όλη τη δισκογραφική βιομηχανία σήμερα. Και, το σημαντικότερο, χάρη σ’ αυτό ο κλάδος γνωρίζει πάλι άνθηση, όταν πριν από μερικά χρόνια τον είχαν όλοι ξεγραμμένο λόγω της διαδικτυακής πειρατείας.
Ηταν επόμενο ότι καθώς θα άρχιζε πάλι να δημιουργείται χρήμα, θα ξεσπούσε κόντρα για το ποιος θα έχει το μεγαλύτερο μερίδιο. Αυτή τη φορά η Apple φαίνεται πως έχασε το στοίχημα στην αγορά που πόνταρε πρώτη. Και το έχασε μάλιστα από έναν Ευρωπαίο ανταγωνιστή της που ήρθε από το «πουθενά» ή μάλλον από... πολύ μακριά. «Μεσολάβησαν» βέβαια τόσο οι αλλαγές στο τεχνολογικό τοπίο, δηλαδή η εξέλιξη του streaming σε αξιόπιστη εναλλακτική έναντι του downloading, αλλά και οι αλλαγές στις καταναλωτικές τάσεις του κοινού. Ως έναν βαθμό η αλληλεπίδραση των υπηρεσιών ροής με το νεότερους μουσικόφιλους της λεγόμενης γενιάς Ζ, των παιδιών που γεννήθηκαν στην εποχή του Ίντερνετ, διαμόρφωσε ένα διαφορετικό κοινό, που ακούει πλέον όλα τα είδη μουσικής, ως εκ τούτου δεν «χρειάζεται» να αγοράζει κάτι συγκεκριμένο κάθε φορά, του αρκεί μια συνδρομή.
Η εταιρεία-κολοσσός από το Κουπερτίνο της Καλιφόρνια βλέπει το έδαφος να κινείται κάτω από τα πόδια της σε ό,τι έχει να κάνει με το streaming. Με την εισαγωγή του iPod το 2001 και του iTunes δύο χρόνια αργότερα, η Apple κυριάρχησε γρήγορα και πλήρως στον κόσμο των νόμιμων καταφορτώσεων ηχογραφημένης μουσικής κατέχοντας το επιβλητικό 69% της αγοράς ψηφιακών πωλήσεων το 2009. Ο πλησιέστερος ανταγωνιστής της, το Amazon MP3, υστερούσε πολύ, με μόλις 8% εκείνη τη χρονιά. Ωστόσο, η κυριαρχία της στην κατανάλωση μουσικής από ψηφιακές αγορές έληξε το 2016, όταν τα έσοδα από το streaming ξεπέρασαν αυτά των καταφορτώσεων. Το Spotify ηγήθηκε μεταξύ των υπηρεσιών streaming το δεύτερο τρίμηνο του ίδιου έτους έχοντας κερδίσει το 44% της παγκόσμιας αγοράς. Η ομοειδής υπηρεσία της Apple, το Apple Music, είχε μόλις το 19%. Το Spotify συνεχίζει να κατέχει την πρώτη θέση ως υπηρεσία ροής διατηρώντας το 34% της παγκόσμιας αγοράς από το δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Η άνοδος της πλατφόρμας σε κυρίαρχο παίκτη στο σύμπαν της ψηφιακής αγοράς μουσικής ήταν θεαματική, ειδικά στην αμερικανική αγορά. Από το 7% που είχε το 2010, εκτοξεύτηκε στο 83% μέχρι το τέλος του 2020 και τα έσοδα από τις πωλήσεις κατέγραψαν την πέμπτη συνεχή χρονιά σταθερής αύξησης ξεπερνώντας τα 12,2 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τη RIAA, την αμερικανική ένωση δισκογραφικών εταιρειών. Εν ολίγοις, το streaming αποδείχθηκε ο από μηχανής θεός που έσωσε τη δισκογραφική βιομηχανία από τον αφανισμό -το υπό ποιους όρους έγινε αυτό είναι μια άλλη συζήτηση…- και ο παγκόσμιος επικεφαλής της αγοράς, το Spotify, συνέβαλε καθοριστικά στην άνθηση που γνωρίζει σήμερα αυτή η ιδιαίτερη βιομηχανία.
Δύσκολη συνύπαρξη (;)
Είναι κατανοητό, ως ενός σημείου, οι ιθύνοντες της Apple να θεωρούν πως το τελευταίο πρόστιμο σε βάρος της εταιρείας ευνοεί τους ανταγωνιστές της, που είναι μάλιστα κυρίαρχοι αυτή τη στιγμή στην αγορά. Στα μάτια τους αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Θα μπορούσε, υπό συνθήκες, να είναι μία από τις σταγόνες που θα ξεχειλίσουν το ποτήρι γενικότερα στις εμπορικές -και όχι μόνο σχέσεις- των δύο διαχρονικών εταίρων και στρατηγικών συμμάχων στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, ιδιαίτερα σ’ αυτή τη συγκυρία που στον ορίζοντα αχνοφαίνεται η ρεαλιστική προοπτική ολικής επαναφορά του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο; Υπ’ όψιν ότι ο πρώην Πρόεδρος, που δεν είχε τις καλύτερες σχέσεις με τους μεγάλους τεχνολογικούς κολοσσούς των ΗΠΑ, εν μέρει διότι επιμένουν στο outsourcing, παραδόξως είχε πολύ καλές σχέσεις με την Apple και το μεγάλο αφεντικό της, τον Τιμ Κουκ, έχοντας συχνά συναντήσεις και συνομιλίες μαζί του και κάνοντας κοινές εμφανίσεις σε γκαλά και δεξιώσεις.
Αναλυτές που έχουν ασχοληθεί με τους ρυθμιστικούς κανόνες στις ψηφιακές αγορές εκφράζουν σκεπτικισμό. Θεωρούν πως το αμερικανικό ρυθμιστικό μοντέλο, με γνώμονα τους κανόνες της αγοράς, και το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, προσανατολισμένο στην προστασία και στα δικαιώματα των καταναλωτών, κινούνται σε τροχιά σύγκρουσης κι αυτό τροφοδοτεί και θα συνεχίσει να τροφοδοτεί τις διατλαντικές αντιπαραθέσεις. Το γενικότερο πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη δημιουργεί σήμερα ροπή προς ένα περισσότερο προστατευτικό οικονομικό περιβάλλον και οι αξιωματούχοι της Ευρώπης αντιλαμβάνονται ότι οι επιλογές τους στην αντιμονοπωλιακή πολιτική και στην ψηφιακή ατζέντα «συμπλέουν» με έναν κόσμο που στρέφεται στην εθνική αναδίπλωση και με τον εθνοκεντρισμό που έχει ενσκήψει σε πολλές χώρες- μέλη. Σε κάθε περίπτωση, οι εντεινόμενες ανησυχίες για την ψηφιακή επικυριαρχία υπερισχύουν έναντι εκείνων για την οικονομική ελευθερία. Το μέλλον, και μάλιστα το άμεσο, θα δείξει κατά πόσο οι εντάσεις θα αμβλυνθούν ή θα οξυνθούν. Οι αιτίες που τις προκαλούν δεν φαίνεται πάντως να εκλείπουν σύντομα… Το κεντρικό κτήριο της Apple στο Κορκ της Ιρλανδίας