Τίμησε τη ζωή όπως την έζησε
Μαίντη Σολομών (Κοέν). Γεννήθηκε το 1928 στη Θεσσαλονίκη και μας άφησε στις 8 Φεβρουαρίου του 2024. Καλό ταξίδι, μάνα
Η πρώτη πλαστή ταυτότητα που της είχε δώσει η αστυνομία της Νέας Σμύρνης
Οι
μέρες περνούν, η θλίψη καταλαγιάζει και οι αναμνήσεις έρχονται να καλύψουν το δυσάρεστο γεγονός. Κι εγώ σήμερα μετατρέπω τις μουσικές σελίδες μου στην ΑΥΓΗ σε ένα βήμα για να την τιμήσω.
Βγήκε στην παρανομία και πέρασε τον Όλυμπο με τους αντάρτες τις μέρες που οι ναζί εισβολείς φόρτωναν τα τρένα για το Άουσβιτς γεμάτα φίλους και συγγενείς. Βίωσε τη μεγάλη πείνα της Κατοχής, τον θάνατο, την απώλεια, κρύφτηκε σε κάθε λογής κρυψώνες, μέχρι που έφτασε η μέρα της Απελευθέρωσης.
Εγινε μετανάστρια από ανάγκη, ελπίζοντας να χτίσει μια καλύτερη ζωή στην ξενιτιά, πριν τελικά γυρίσει στην πατρίδα για να γεννήσει τον πρώτο της γιο. Κι όταν όλα γύρω της γκρεμίζονταν, δεν έπαψε να ελπίζει πως μια μέρα θα ζούσε πάλι ελεύθερη στη γενέτειρά της. Η Μαίντη Σολομών υπήρξε μία από τις λίγες επιζήσασες της εποχής του Ολοκαυτώματος, φορέας μνήμης της ναζιστικής θηριωδίας και του αντισημιτισμού.
Γεννήθηκα στη Σαλονίκη…
Οι γονείς της ήταν εύποροι, μέλη της κοινότητας της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας της Ιωσήφ Κοέν υπήρξε ιδιοκτήτης μεγάλου καταστήματος και εργοστασίου υποδηματοποιίας σε κεντρικό δρόμο της πόλης. Το 1940 στιγμάτισε τη ζωή της δευτερότοκης κόρης του.
Η Μαίντη θυμάται τον εαυτό της σε νεαρή ηλικία. Ήταν ένα άτακτο παιδί, που το χαρακτήριζε η άγνοια κινδύνου. Οι στιγμές της ξεγνοιασιάς έδωσαν τη θέση τους στο ανελέητο σκηνικό του πολέμου. Την ημέρα που οι Ιταλοί -και λίγο μετά οι Γερμανοί- μπήκανε στην πόλη ήταν 12 ετών. «Θυμάμαι τη μέρα αυτή τόσο έντονα, που ακόμη ανατριχιάζω. Φτάνω στο σχολείο, το βλέπω άδειο και αναρωτιέμαι “τι συμβαίνει;”. Μου λέει τότε ο επιστάτης “τι γυρεύεις εδώ, Μαίντη; Φύγε γρήγορα για το σπίτι, γίνεται πόλεμος!”. Δεν είχα
Με την εγγονή της Λουίζα στα 90ά γενέθλιά της