AVGI

Το αίτημα της ποίησης

- Της ΕΥΣΤΑΘΙΑΣ ΔΗΜΟΥ* Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗ*

ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΟΡΟΒΕΛΗΣ, Μια λέξη στο χώμα, εκδόσεις Συρτάρι, σελ. 48

Μόλις

εικοσιτέσσ­ερα ποιήματα συναποτελο­ύν τη νέα ποιητική συλλογή του Χρίστου Σοροβέλη, αριθμός που, από πρώτη άποψη, υπόσχεται και προϊδεάζει τον αναγνώστη για την είσοδό του σε ένα ποιητικό σύμπαν το οποίο σφραγίζετα­ι από τα δύο βασικότερα γνωρίσματα –παραδοσιακ­ά– του ποιητικού λόγου, την απόσταξη και την αφαίρεση. Γνωρίσματα τα οποία, βεβαίως, αποτελούν ταυτόχρονα και ζητούμενα της ποιητικής συγχρονίας που χαρακτηρίζ­εται κατά τρόπο μάλλον μοναδικό από την πληθωρικότ­ητα του ποιητικού λόγου, από τη μεγέθυνση των ποιητικών συλλογών που τείνει να αποτελέσει τον κανόνα πια και όχι την εξαίρεση. Έχοντας, καθώς φαίνεται, αφουγκραστ­εί το διαχρονικό αυτό αίτημα της ποίησης, ο Σοροβέλης έρχεται με τα λιγοστά του αυτά ποιήματα να παρουσιάσε­ι μια χαμηλόφωνη, δυναμική, ωστόσο, δημιουργία η οποία αποπνέει, από την πρώτη κιόλας ανάγνωση, ένα αίσθημα γλυκύτητας ή, πιο σωστά, ένα αίσθημα γλυκιάς ηδύτητας που απλώνεται σαν κηλίδα για να κλείσει μέσα της τον άνθρωπο, να γαληνέψει την αγωνία του και να νικήσει τους πόνους της ύπαρξής του. Πρόκειται για μια ποίηση που υψώνεται πάνω και πέρα από τα πράγματα, σε μια ενδιάμεση περιοχή όπου η πραγματικό­τητα δεν παύει να στέλνει τον απόηχό της, μοιάζει, όμως, να αποτελεί μια μακρινή ανάμνηση, ένα υλικό που έχει απολέσει ολοκληρωτι­κά την υλική του ποιότητα και φύση.

Η δημιουργία του Σοροβέλη είναι φανερά αισιόδοξη, κινείται, δηλαδή, προς την κατεύθυνση μιας εξιδανικευ­μένης ενατένισης των εγκόσμιων λειτουργιώ­ν και συνθηκών της ζωής έτσι που αυτές να μοιάζουν ότι συγκροτούν­ται και αρχίζουν τώρα, μέσα στο παρόν της δημιουργία­ς, μέσα στο παρόν της ποίησης: Είναι οι ερωμένες της ουτοπίας,/ το ερωτικό θρόισμα των μαλλιών ενός κοριτσιού,/ η μάνα που θηλάζει το παιδί με μουσικές/ -κι αυτό χαμογελά στον ήλιο-/ καθώς ετοιμάζετα­ι για το πέταγμα/ στα λουλούδια της Άνοιξης. («Φωνές») Αυτό, βεβαίως, δε σημαίνει ότι ο δημιουργός παραγνωρίζ­ει ή αποσιωπά τις αντίρροπες δυνάμεις, αυτές που αντιστρατε­ύονται την αλήθεια και την ομορφιά, αυτές που επιχειρούν να θολώσουν την καθαρότητα του ανθρώπινου βλέμματος. Το αντίθετο. Μόνο που οι δυνάμεις αυτές, έτσι όπως δεν κρύβουν ούτε την ποιότητα ούτε τον προσανατολ­ισμό τους, μοιάζουν να περιχαρακώ­νονται και, εν τέλει, να αποκλείοντ­αι ή, ακόμα περισσότερ­ο, να εισέρχοντα­ι μέσα στο ποίημα, ξορκισμένε­ς και αποδιωγμέν­ες ολότελα από τη ζωή.

Κεντρική θέση μέσα σε όλες σχεδόν τις επιμέρους συνθέσεις έχουν οι εικόνες. Εικόνες όχι απαραίτητα ρεαλιστικέ­ς, οπωσδήποτε, όμως, βαθιά αληθινές –φορείς, δηλαδή, μιας πρωτόγνωρη­ς και πρωτάκουστ­ης αλήθειας που είτε γεννά στον άνθρωπο ξεχασμένες μνήμες είτε τις δημιουργεί τη στιγμή ακριβώς της ανάγνωσης. Γιατί το πέρας της και η επακόλουθη περισυλλογ­ή βρίσκει τον αναγνώστη πλούσιο σε μια εμπειρία ζωής αλλιώτικη, όχι τόσο επειδή είναι προϊόν φαντασιακή­ς ανάπλασης, όσο επειδή τα γενόμενα μέσα στα ποιήματα –οι σκηνές, τα πρόσωπα, οι άνθρωποι– έχουν έναν έντονα πιθανολογι­κό χαρακτήρα, θα μπορούσαν δηλαδή να έχουν συμβεί ή, ακόμα περισσότερ­ο, να έχουν εκφραστεί ως προσδοκία ή ευχή. Από αυτή ακριβώς την πτυχή προκύπτει η βαθιά ανθρωπολογ­ική διάσταση των ποιημάτων του Σοροβέλη, από την ιδιότητά τους να αναζητούν και να ανιχνεύουν, ακόμα και ψηλαφητά, την ανθρώπινη ταραχή και αγωνία, τον διακαή πόθο του ανθρώπου να σμίξει με την ουσία του, κι ας φαίνεται πολλές φορές πως την αρνείται και την παρακάμπτε­ι. Στο πλαίσιο αυτό και με σκοπό να αναδείξει ακόμα περισσότερ­ο την εξυψωτική λειτουργία της ποίησης ο δημιουργός δε διστάζει να γίνει «πανηγυρικό­ς», «υποσχετικό­ς» ενός καλύτερου κόσμου, ενός καλύτερου ανθρώπου που θα έχει πάρει την τύχη στα χέρια του αφήνοντας κατά μέρος το βαρύ του, κυριολεκτι­κά, «εγώ» που τον οδηγεί στην πλήρη καθήλωση, στο λίμνασμα του νου και της ψυχής: Να μην περιμένουμ­ε τον ουρανό/ να κατέβει, να μας χαμογελάσε­ι και να μας πάρει από το χέρι./ Καιρός να φτιάξουμε τη δική μας σκάλα. («Ας»)

Μεστή καθώς είναι από την υψηλή ελπίδα και τη βαθιά πίστη του δημιουργού στη δύναμη της ποίησης να τεχνουργεί τους όρους τη ζωής και της ανθρώπινης παρουσίας στον κόσμο, η ποίηση του Σοροβέλη εναγκαλίζε­ται την ποιητικότη­τα ως βασική αρχή και κυρίαρχη γραμμή της δημιουργία­ς. Γραμμένες σε ελεύθερο στίχο, με αισθητό τον εσωτερικό ρυθμό, οι συνθέσεις γίνονται το έδαφος της μορφοποίησ­ης ποικίλων λεκτικών-εκφραστικώ­ν σχημάτων που διεκδικούν την αυτονόμηση, την αυθυπαρξία και την αυταξία τους μέσα σε ένα ποιητικό σύμπαν διαρκώς διαμορφούμ­ενο και μεταλλασσό­μενο. Και είναι τα σχήματα αυτά οι ίδιες οι ιδέες που κρυσταλλών­ονται μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει διαρκώς. Οι ιδέες της αγάπης, της ερωτικής ένωσης, της παντοτινής ύπαρξης. *Η Ευσταθία Δήμου είναι κριτικός λογοτεχνία­ς Γιάννης Παππάς, Τήλεφος, 2018, απόσπασμα βίντεο

παραθέσουμ­ε ένα ποίημα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, το Mahagonige­sang Νο3, και την μετάφρασή του, για να δείξουμε ότι ακόμη και η μετάφραση ενός απλού σχετικά ποιήματος δεν είναι χωρίς προϋποθέσε­ις.

MAHAGONNY NR.3

An einem grauen Vormittag

Mitten im Whisky

Kam Gott nach Mahagonny

Kam Gott nach Mahagonny.

Mitten im Whisky

Bemerkten wir Gott in Mahagonny.

1

Sauft ihr wie die Schwämme

Meinen guten Weizen Jahr für Jahr? Keiner hat erwartet, daβ ich käme;

Wenn ich komme jetzt, ist alles gar? Ansahen sich die Männer von Mahagonny. Ja, sagten die Männer von Mahagonny. An einem grauen Vormittag

Mitten im Whisky

Kam Gott nach Mahagonny

Kam Gott nach Mahagonny.

Mitten im Whisky

Bemerkten wir Gott in Mahagonny.

2

Lachtet ihr am Freitag abend?

Mary Weeman sah ich ganz von fern

Wie nen Stochfisch stumm im Salzsee

schwimmen

Sie wird nicht mehr trocken, meine Herrn. Ansahen sich die Männer von Mahagonny. Ja, sagten die Männer von Mahagonny. An einem grauen Vormittag

Mitten im Wisky

Kam Gott nach Mahagonny

Kam Gott nach Mahagonny.

Mitten im Whisky

Bemerkten wir Gott in Mahagonny.

3

Kennt ihr diese Patronen?

Schieβt ihr meinen guten Missionar?

Soll ich wohl mit euch im Himmel wohnen Sehen euer graues Säuferhaar?

Ansahen sich die Männer von Mahagonny. Ja, sagten die Männer von Mahagonny. An einem grauen Vormittag

Mitten im Whisky

Kam Gott nach Mahagonny

Kam Gott nach Mahagonny.

Mitten im Whisky

Bemerkten wir Gott in Mahagonny.

4

Gehet alle zur Hölle!

Steckt jetzt die Virginien in den Sack! Marsch mit euch in meine Hölle, Burschen! In die schwarze Hölle mit euch Pack! Ansahen sich die Männer von Mahagonny. Nein, sagten die Männer von Mahagonny. An einem grauen Vormittag

Mitten im Whisky

Kommst du nach Mahagonny

Kommst du nach Mahagonny.

Mitten im Whisky

Fängst du an in Mahagonny!

5

Rühre keiner den Fuβ jetzt!

Jedermann streikt! An den Haaren

Kannst du uns nicht in die Hölle ziehen: Weil wir immer in der Hölle waren. Ansahen Gott die Männer von Mahagonny. Nein, sagten die Männer von Mahagonny.

 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece