Εκρήγνυμαι
ψη και πράξη βρίσκεται στο μεταίχμιο τέχνης και επιστήμης, αισθητικής και τεχνολογίας και επιδρά άμεσα και καταλυτικά στην ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Επανερχόμενη συνέχεια στον μείζονα ρόλο της αρχιτεκτονικής να θεραπεύει την ανθρώπινη αναγκαιότητα και να ενσαρκώνει τα οράματα της κοινωνίας, αναζητά απαντήσεις για τις πολλαπλές εκφάνσεις της κατοίκησης, για την ποιητική διάσταση του χτισμένου χώρου, για την ώσμωση του ιδιωτικού και του δημόσιου, για το ατομικό και το συλλογικό βίωμα, για τους μεταβατικούς χώρους και τα κατώφλια, για την ρευστότητα των ορίων και τις σχεδιαστικές συλλήψεις οι οποίες μεταβάλλουν την καθημερινότητα των ανθρώπων, εμπλουτίζοντας την βιωματική εμπειρία του χώρου με νέα νοήματα. Για την επαναφορά στο προσκήνιο όσων ιδεολογικών προταγμάτων έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα και υπερκερασθεί από την φαντασμαγορία της εικόνας, την ορθολογική λειτουργικότητα, την τεχνολογική αλλοτρίωση, την άκριτη αποθέωση της υψηλής τεχνολογίας, την εντατικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων και των σχέσεων παραγωγής, την εφησυχαστική προοπτική του αβαθούς και της αυτοαναφορικότητας που χαρακτηρίζει τον σχεδιασμό και την καθολική εμπορευματοποίηση των αρχιτεκτονικών πρακτικών. Η απόπειρα διαφύλαξης του πεπρωμένου της πόλης, η αξιοποίηση της ιστορικής και μυθικής οντότητας του εδάφους, η σημασία του χρώματος και της αρχιτεκτονικής λεπτομέρειας, η διασταλτική ερμηνείας της κατοίκησης είναι επίσης κάποια ερωτήματα στα οποία επανέρχεται διαρκώς αναζητώντας φιλέρευνα απαντήσεις.
Ιδιαίτερα αποτελεσματική και σημαίνουσα είναι η αισθητική αρτιότητα και η εποπτική αποτελεσματικότητα του βιβλίου καθώς η εναλλαγή προσωπικών φωτογραφικών τεκμηρίων, πλήθους αρχιτεκτονικών σχεδίων και φωτογραφιών υλοποιημένων έργων δημιουργεί μια γοητευτική πρόσμιξη προθέσεων και πράξης, βοηθώντας τον αναγνώστη, ειδήμονα ή μη, να επικοινωνήσει με τον άνθρωπο και το αρχιτεκτονικό του όραμα. Να συναισθανθεί την διαρκή αγωνία και την ψυχική διαθεσιμότητα και εγρήγορση για την υλοποίησή του μέσα από γραπτές αναφορές στον “λόγο και στον λογισμό” που επικουρεί το όνειρο και την φαντασία από μια αφοσιωμένη στο έργο της αρχιτέκτονα με ευρύτητα πνεύματος και πολυμάθεια. Για μια γενναιόδωρη φύση με βλέμμα οξυδερκές, διορατικό και ευαίσθητο, που μεταμορφώνει το οικοδόμημα σε «τόπο ζωής».
Στην παρουσίαση του βιβλίου στο Ωδείο Αθηνών, εκείνης απούσας, ήταν συγκινητική η συμμετοχή τεσσάρων γυναικών αρχιτεκτόνων διαφόρων γενεών και ηλικιών, (Ντίνα Βαίου, Μπούκη Μπαμπάλου-Νουκάκη, Ίρις Λυκουριώτη, Ανθή Ροζή), οι οποίες με την θέρμη της παρουσίας και τις βιωματικές τους μαρτυρίες θέλησαν όχι μόνον να μοιραΜέχρι το κεραμικό βάζο, τα λουλούδια και το φλιτζάνι να βγουν από το σκοτάδι, εγώ θα εκρήγνυμαι, θα είμαι μέσα στο όλον που διερευνά άκρα και οπλές. Κι όταν ξημερώσω, εάν τα μάτια δώσουν την κατάφαση στο φως μετά την ονειρική υπηκοότητα ίσως αρχίσει ένας άνεμος καλοσύνης να φέρνει βροχή, νερό στα μάτια μου, για να λυτρωθώ από το βάρος των μεταφορών όσα με τα χρόνια έσφιξαν τα χαλινάρια.
Τρέχω σε ένα χάος που αφήνουν ελεύθερο τα έπη των σπασμών, κλαίω ξαφνικά, θα ’λεγες πως δεν πατώ συμπλέκτη, ενώ τα μάτια μού μετρούν τα άστρα μετά το ξεκαθάρισμα.