Φόβοι για νέες αυξήσεις
Υπερχρεωμένοι οι καταναλωτές, οικιακοί και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Εκτιμήσεις της αγοράς κάνουν λόγο για 500 εκατ. ευρώ ληξιπρόθεσμα χρέη
Με τους πολίτες να ψάχνουν αμήχανα μέχρι τώρα ποιο είναι το πιο συμφέρον τιμολόγιο το οποίο θα πρέπει να επιλέξουν, καταγράφεται μια μείωση της χονδρικής τιμής ρεύματος στην Ελλάδα. Αυτή η πτώση έχει ξεκινήσει ουσιαστικά από την προηγούμενη χρονιά και οφείλεται στη χαμηλή ζήτηση ενέργειας πανευρωπαϊκά, που οδηγεί και σε αυξημένη αποθήκευση φυσικού αερίου στις αποθήκες που διαθέτουν τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην Ευρώπη, πάντως, δεν έχει καταλαγιάσει ο φόβος μιας νέας ενεργειακής κρίσης. Το σενάριο τροφοδότησε πρόσφατα το γεγονός ότι εκπνέει στο τέλος του 2024 η συμφωνία Ρωσίας και Ουκρανίας. Πρόκειται για τη συμφωνία εξαγωγής φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη μέσω αγωγών που διατρέχουν την Ουκρανία. Αυτή η συμφωνία συνέχισε να ισχύει παρά τον πόλεμο. Παρ’ όλα αυτά, η πρόσφατη σύνοδος υπουργών Ενέργειας που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες επισημαίνει την ανάγκη τα κράτη-μέλη να προχωρήσουν σε μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου κατά 15%. Η συμφωνία αυτή προβλέπει τη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου μέχρι τα τέλη Μαρτίου του 2025. Σε γενικές γραμμές, πάντως, οι τιμές του φυσικού αερίου παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Η τιμή της μεγαβατώρας για το φυσικό αέριο κινείται περίπου στα 27 ευρώ και οι εκτιμήσεις μιλούν για διατήρηση αυτών των τιμών. Επομένως, η συγκεκριμένη τάση έχει μεταφερθεί και στην ελληνική πραγματικότητα, έτσι όπως αποτυπώνεται στις τιμές του ελληνικού χρηματιστηρίου ενέργειας. Είναι ενδεικτικό πως η μέση τιμή του Ιανουαρίου στη
χονδρική αγορά ρεύματος σε σύγκριση με τις τιμές που διαμορφώνονται στο χρηματιστήριο ενέργειας τις τελευταίες ημέρες είναι μειωμένη κατά 33%.
Μειωμένα τιμολόγια με αστερίσκους
Θα περίμενε κάποιος λοιπόν να έχει γίνει αισθητή η μείωση της λιανικής τιμής, όταν πριν από μερικούς μήνες συζητούσαμε για μέση τιμή ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ 15 και 17 λεπτών... Ναι μεν οι τιμές έχουν μειωθεί, και αυτό αποτυπώνεται στα τιμολόγια, αλλά υπάρχουν σημαντικές διακυμάνσεις τόσο στα πράσινα (ειδικό τιμολόγιο) όσο και στα κίτρινα, δηλαδή στα κυμαινόμενα. Στα σταθερά τιμολόγια η τιμή δεν αλλάζει. Έτσι, τον τελευταίο μήνα τα πράσινα τιμολόγια έχουν τιμές από 8,18 λεπτά ανά κιλοβατώρα μέχρι 11,5 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Παρ’ όλα αυτά, ο μέσος όρος των τιμών που προσφέρονται τα πράσινα τιμολόγια είναι αυξημένος κατά περίπου 20% σε σχέση με τις τιμές που διαμορφώνονται στη χονδρική αγορά. Ενδεικτικά την Κυριακή 3 Μαρτίου η τιμή της μεγαβατώρας στο ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας ήταν 72.05, τη Δευτέρα 4 Μαρτίου 76,64 και την Τρίτη 5 Μαρτίου 75,99 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Επομένως, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια κέρδους.
Υψηλή παραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Πάντως, η συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας καταγράφει πλέον όλο και μεγαλύτερα ποσοστά στο ενεργειακό μείγμα της χώρας. Αυτό φάνηκε και τον Ιανουάριο του 2024, όταν, σύμφωνα με το Green Tank, «οι ΑΠΕ είχαν τη δεύτερη υψηλότερη μηνιαία παραγωγή ιστορικά (2,207 GWh), με μικρή διαφορά από την πρώτη, τον Αύγουστο του 2023 (2,254 GWh)». Όπως αναφέρει σε ενημερωτικό
δελτίο του (Τάσεις στην ηλεκτροπαραγωγή - Ιανουάριος 2024), «μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά κάλυψαν σχεδόν το 60% της ηλεκτροπαραγωγής και σχεδόν το 57% της ζήτησης. Αναφέρει πως «διατήρησαν την πρωτοκαθεδρία στην ηλεκτροπαραγωγή κατά τον πρώτο μήνα του έτους για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά με παραγωγή 2,207 GWh, ξεπερνώντας κατά 418 GWh το ορυκτό αέριο και τον λιγνίτη μαζί (1,789 GWh). Η τάση αυτή είναι αυξητική, καθώς τον Ιανουάριο του 2023 οι ΑΠΕ υπερτερούσαν των ορυκτών καυσίμων κατά 260 GWh. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε το ορυκτό αέριο (1,398 GWh), παρουσιάζοντας αύξηση κατά 57.8% σε σχέση με τον Ιανουάριο του προηγούμενου έτους. Ακολούθησε ο λιγνίτης με 391 GWh -με τη χαμηλότερη παραγωγή της τελευταίας δεκαετίας για τον μήνα Ιανουάριο- και έπειτα τα μεγάλα υδροηλεκτρικά με 367 GWh. Στην τελευταία θέση, με 162 GWh, βρέθηκαν οι καθαρές εισαγωγές».
Συγκρατημένη η κατανάλωση
Παρά το γεγονός πως τον Ιανουάριο φάνηκε να επανακάμπτει η ζήτηση ενέργειας, δεν συνεχίζεται αυτή η τάση και τον Φεβρουάριο. Ο ήπιος χειμώνας είναι ο βασικός λόγος που δεν υπάρχει άνοδος της κατανάλωσης, με εξαίρεση ελάχιστα διαστήματα. Να σημειωθεί πως ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, είτε οικιακοί καταναλωτές είτε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υπερχρεώθηκαν την περίοδο της ενεργειακής κρίσης. Εκτιμήσεις της αγοράς μιλούν για 500 εκατ. ευρώ ληξιπρόθεσμα χρέη. Μένει να φανεί με ποιον τρόπο και αν θα υποστηριχθούν τα νοικοκυριά. Καταναλωτικοί φορείς μιλούν για την ανάγκη στήριξης των πολιτών με πιο γενναία προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας.
Στην Ευρώπη δεν έχει καταλαγιάσει ο φόβος μιας νέας ενεργειακής κρίσης. Το σενάριο τροφοδότησε πρόσφατα το γεγονός ότι εκπνέει στο τέλος του 2024 η συμφωνία Ρωσίας και Ουκρανίας. Η πρόσφατη σύνοδος υπουργών Ενέργειας επισημαίνει την ανάγκη τα κράτη-μέλη να προχωρήσουν σε μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου κατά 15%