Διατηρείται η ψαλίδα μεταξύ χονδρικής και λιανικής στο ρεύμα
Παρά την περαιτέρω αποκλιμάκωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει η διαφορά μεταξύ χονδρεμπορικών και λιανικών τιμών, ενώ ξεφεύγουν οι χρεώσεις για τα δίκτυα που εκτοξεύουν συνολικά τους λογαριασμούς
Τ ην απόσταση μεταξύ χονδρεμπορικής και λιανικής τιμής ρεύματος αναδεικνύουν ακόμα και τα φθηνότερα τιμολόγια του Μαρτίου, όταν η ξενόφερτη, κατά την κυβέρνηση, κρίση έχει μάλλον εκλείψει, καθώς οι διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου κατρακυλούν. Την ίδια στιγμή εμφανίζεται ένας νέος κύκλος αυξήσεων μόνιμων και διαρκών, που αφορούν τις χρεώσεις χρήσης των δικτύων, με κίνδυνο να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις επί μακρόν, φουσκώνοντας δυσανάλογα τον τελικό λογαριασμό ρεύματος.
Αν και πράγματι τα τιμολόγια του Μαρτίου είναι σε γενικές γραμμές χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των προηγούμενων μηνών, είναι προφανές ότι με ελάχιστες εξαιρέσεις διαμορφώνονται σημαντικά υψηλότερα από τα επίπεδα των χονδρεμπορικών τιμών του Φεβρουαρίου, στα προϊόντα που λαμβάνεται ως τιμή αναφοράς.
Θυμίζουμε ότι η μέση τιμή της βασικής χονδρεμπορικής αγοράς (επόμενης ημέρας -DAM) έκλεισε τον Φεβρουάριο στα 73,61 ευρώ /μεγαβατώρα (ή 7,361 λεπτά /κιλοβατώρα), έναντι 93,02 ευρώ / μεγαβατώρα (ή 9,302 λεπτών / κιλοβατώρα) τον Ιανουάριο.
Η ψαλίδα παραμένει
Σύμφωνα με τα τιμολόγια Μαρτίου όλων των αποχρώσεων που έχει αναρτήσει η Ρυθμιστική Αρχή (ΡΑΑΕΥ) για τον τρέχοντα μήνα, μόλις ένα («πράσινο» - ειδικό) βρίσκεται στα επίπεδα των 8,182 λεπτών / κιλοβατώρα και τέσσερα (δύο «κίτρινα» - κυμαινόμενα, ένα «μπλε» - σταθερό και ένα «πράσινο» - ειδικό) έχουν τιμή κάτω των 10 λεπτών / κιλοβατώρα. Τα υπόλοιπα 30 τιμο
λόγια με γνωστές εκ των προτέρων τιμές διαμορφώνονται από 10,27 έως 19,9 λεπτά / κιλοβατώρα και ένα ακόμη βρίσκεται στα 36 λεπτά. Στα δε 15 «πράσινα» - ειδικά τιμολόγια που προσφέρονται από 13 παρόχους, και στα οποία βρίσκεται σήμερα η πλειοψηφία των οικιακών καταναλωτών, η μέση τιμή διαμορφώνεται στα 10,86 ευρώ / κιλοβατώρα με ένα εύρος τιμών από 8,182 έως 13,9 λεπτά / κιλοβατώρα.
Από τη χονδρεμπορική του Φεβρουαρίου η μέση τιμή των «πράσινων» τιμολογίων διαμορφώνεται υψηλότερα κατά περίπου 3,5 λεπτά / κιλοβατώρα, ενώ η αντίστοιχη διαφορά στα τιμολόγια του Φεβρουαρίου (μέση τιμή στα 13,59 λεπτά) σε σχέση με τη χονδρεμπορική τιμή του Ιανουαρίου είναι στα +4,28 λεπτά / κιλοβατώρα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι λόγω της χαμηλότερης χονδρεμπορικής τιμής του Φεβρουαρίου υπήρξαν περιπτώσεις που ο μηχανισμός διακύμανσης (ρήτρα αναπροσαρμογής) ενεργοποιήθηκε προς τα κάτω επιφέροντας μειώσεις στην τελική τιμή, που πάντως ψαλιδίστηκαν, καθώς μειώθηκε ταυτόχρονα η έκπτωση στην κιλοβατώρα που ίσχυε από τον Ιανουάριο (π.χ. από 20% έπεσε στο 10%).
Τα «μπλε» - σταθερά τιμολόγια παραμένουν τα ακριβότερα όλων, με τιμές από 9,75 έως 19,9 λεπτά / κιλοβατώρα, ήτοι +2,4 έως +12,54 λεπτά / κιλοβατώρα σε σχέση με τη χονδρεμπορική, αλλά και τεράστια πάγια που φτάνουν έως τα 9,9 ευρώ / μήνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι και το πιο οικονομικό τιμολόγιο με το υψηλότερο πάγιο αντιστοιχεί π.χ. για μια κατανάλωση 300 κιλοβατώρων σε τελική τιμή που ξεπερνά τα 13 λεπτά.
Οσο για τα «κίτρινα» - κυμαινόμενα τιμολόγια, οι τιμές στα μόλις έξι που καταγράφονται με εκ των προτέρων γνωστές τιμές
διαμορφώνονται από 9,176 έως 15,38 λεπτά / κιλοβατώρα, δηλαδή η απόσταση φτάνει μέχρι και τα 8 λεπτά. Στα υπόλοιπα 24 «κίτρινα» τιμολόγια οι τιμές θα ανακοινωθούν εκ των υστέρων και συγκεκριμένα τον Απρίλιο ή τον Μάιο. Γενικότερα σε όλες τις αποχρώσεις πρέπει να συνυπολογιστούν και οι χρεώσεις των παγίων, που φτάνουν έως 10 ευρώ / μήνα, με επικρατέστερη τιμή στα 5 ευρώ, δηλαδή σε ετήσια βάση αντιστοιχούν σε επιπλέον επιβαρύνσεις τουλάχιστον από 18 έως 60 ευρώ.
Απειλή για ατελείωτες ανατιμήσεις
Παράλληλα, την πόρτα για ανεξέλεγκτες αυξήσεις στις μη ανταγωνιστικές χρεώσεις των λογαριασμών και ειδικότερα στην παρούσα φάση στις χρεώσεις χρήσης του συστήματος μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ) αναμένεται να ανοίξει η λεγόμενη κοινωνικοποίηση του 50% του κόστους διασύνδεσης των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στο δίκτυο μεταφοράς, «πατώντας» σε σχετική απόφαση της κυβέρνησης.
Στο μεταξύ έχουν προηγηθεί πριν ένα χρόνο μια σημαντική αύξηση των τελών χρήσης του δικτύου μεταφοράς έως και 100% και η πρόσφατη απόφαση της ΡΑΑΕΥ για έκτακτη αναθεώρηση της απόδοσης επί της ρυθμιζόμενης περιουσιακής βάσης του ΑΔΜΗΕ για τη ρυθμιστική περίοδο 2022-2025 από 6,1% σε 7,57% για το 2023, 7,51% για το 2024 και 7,45% για το 2025, που συνεπάγεται αύξηση κατά 10%15% του επιτρεπόμενου εσόδου για τα έτη 2023-2025 και αντίστοιχη αύξηση των χρεώσεων χρήσης του δικτύου μεταφοράς για τους καταναλωτές.
Τώρα φαίνεται πως προωθείται επιδότηση κατά 50% του κόστους κάθε κατηγορίας παραγωγών για το έργο της διασύνδεσής
τους στο δίκτυο μεταφοράς μετά από αίτημά τους για λήψη όρων σύνδεσης και όχι εκ των προτέρων κατασκευή έργων από τον ΑΔΜΗΕ ενίσχυσης του δικτύου.
Δεδομένης δε της εντεινόμενης διείσδυσης των ΑΠΕ, αλλά και των έργων αποθήκευσης και των θαλάσσιων αιολικών που έρχονται το επόμενο διάστημα, τα κόστη αυτά εκτιμάται ότι θα εκτοξευτούν, ενώ, σημειωτέον, για επενδύσεις ΑΠΕ οι καταναλωτές χρεώνονται ήδη στους λογαριασμούς τους και με το ΕΤΜΕΑΡ (πρώην τέλος ΑΠΕ). Το θέμα ανέδειξε η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών (ΕΒΙΚΕΝ), η οποία σε επιστολή της προς το ΥΠΕΝ επισημαίνει ότι υπάρχει ο κίνδυνoς η περιουσιακή βάση του ΑΔΜΗΕ να επιβαρυνθεί με περίπου 400 εκατ. ευρώ, λόγω της κοινωνικοποίησης κατά 50% του κόστους διασύνδεσης μονάδων. Θυμίζουμε ότι οι χρεώσεις χρήσης του δικτύου επιβαρύνονται ήδη με το κόστος των αναγκαίων έργων διασύνδεσης των νησιών για την επόμενη δεκαετία, ενώ η ελάφρυνση στις χρεώσεις Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) στους λογαριασμούς των καταναλωτών, που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση λόγω ακριβώς των διασυνδέσεων, βρίσκεται ακόμη στα... αζήτητα.
Μαζί με τις αυξήσεις που ήδη τρέχουν στις χρεώσεις του δικτύου διανομής (υπέρ ΔΕΔΔΗΕ), οι λεγόμενες μη ανταγωνιστικές χρεώσεις στους λογαριασμούς ρεύματος εκτοξεύονται. Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη συνολικά φτάνουν κοντά στο 30% του συνολικού λογαριασμού. Αναφέρεται ενδεικτικά ότι σε εκκαθαριστικό λογαριασμό τετραμήνου συνολικού ύψους 233 ευρώ (με 133 ευρώ έναντι), τα 94 ευρώ αφορούν τις ρυθμιζόμενες - μη ανταγωνιστικές χρεώσεις, ενώ σχεδόν 50 ευρώ κοστίζουν δήμος, ΕΡΤ και «διάφορα».