Συγκοινωνούντα δοχεία
Ακροδεξιά δράση, συντηρητισμός και παραθρησκευτικές οργανώσεις συναντιούνται στους δρόμους
«Η ανάγκη εκδήλωσης με τρόπο φασιστικό της έχθρας, του μίσους απέναντι στο διαφορετικό ήρθε να κολλήσει πάνω σε μια βαθιά ακραία συντηρητική παράδοση που είναι διάχυτη στην πόλη» τονίζει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής ο Ανδρέας Τάκης, καθηγητής του ΑΠΘ και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Τις
πιο σκοτεινές στιγμές της Θεσσαλονίκης θύμισε η ομοφοβική επίθεση που δέχτηκαν δύο τρανς άτομα στην πλατεία Αριστοτέλους από έναν όχλο δεκάδων μαυροντυμένων νεαρών, που τους επιτέθηκαν λεκτικά και σωματικά με απίστευτο μένος. Είναι όμως αυτή μόνο η πλευρά της πόλης; Ισχύει στη Θεσσαλονίκη κάτι διαφορετικό σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα; Η απάντηση δεν είναι απλή. Κι αυτό γιατί ένα πρόσωπο της πόλης είναι το εξαγριωμένο πλήθος, κυρίως νεαρών ατόμων, που επιτίθεται εναντίον δύο ανυπεράσπιστων θυμάτων. Είναι όμως και οι χιλιάδες άνθρωποι που την επόμενη μέρα από την επίθεση συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της πόλης για να διαδηλώσουν απέναντι στον ρατσισμό και στην ομο/τρανσφοβία.
Παραθρησκευτικές οργανώσεις και συντηρητισμός
Η Θεσσαλονίκη υπήρξε ένα από τα πιο μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα της Ανατολικής Μεσογείου, με εξαιρετικά πλουραλιστική κουλτούρα, με παραδειγματική συμβίωση διαφορετικών ομάδων. Αλλά, δυστυχώς, είναι μια πόλη στην οποία διαχρονικά έχουμε χαρακτηριστικά περιστατικά όπου δυνάμεις της συντήρησης έχουν μια κυριαρχική παρέμβαση στον δημόσιο λόγο και στον δημόσιο χώρο.
Σύμφωνα με τον Ανδρέα Τάκη, καθηγητή της Νομικής του ΑΠΘ και πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ο οποίος μίλησε στην ΑΥΓΗ της Κυριακής, η «ιδιαιτερότητα» της πόλης ίσως έχει να κάνει λιγότερο μ’ αυτό που αποκαλούμε Άκρα Δεξιά και συνειρμικά σκεφτόμαστε οργανώσεις που χρησιμοποιούν τη βία στην καθημερινότητα της δράσης τους (όπως η Χρυσή Αυγή). Μάλλον περισσότερο μοιάζει να σχετίζεται με ομαδώσεις με βαθιά συντηρητικές αντιλήψεις, όπως λ.χ. παραθρησκευτικές οργανώσεις, που ασκούν επιρροή στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα του πληθυσμού της πόλης. «Οι βαθιές συντηρητικές δυνάμεις
της πόλης φαίνεται πως αναδύονται ξανά σε μια πολιτική επιφάνεια και σε τοπικό επίπεδο επειδή τα ζητήματα τα οποία τίθενται, τα πεδία στα οποία εγείρεται και αναπτύσσεται ο κοινωνικός προβληματισμός, όπως τα ζητήματα της έμφυλης ταυτότητας, είναι σημεία στα οποία είχαν ανέκαθεν κάτι να πουν και θεωρούσαν πως τα διαφέντευαν κυριαρχικά» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Το πρόσφατο νομοθέτημα για την ισότητα στον πολιτικό γάμο και ο τρόπος με τον οποίο διεξήχθη ο δημόσιος διάλογος είναι μια χαρα
κτηριστική περίπτωση στην οποία οι παραδοσιακοί αυτοί κύκλοι της πόλης ένιωσαν πως πρέπει να πάρουν θέση, να εκδηλώσουν την παρουσία τους με τρόπο δυναμικό, οπότε οι ομοφοβικές επιθέσεις δεν έρχονται ως κεραυνός εν αιθρία. «Αυτό επιδρά ταυτοχρόνως και στα κοινωνικά εκείνα μορφώματα τα οποία παράγουν τη νεανική κοινωνικότητα» σημειώνει ο Ανδρέας Τάκης, χαρακτηρίζοντας δυσάρεστο, θλιβερό και εξαιρετικά ανησυχητικό το ότι στα επεισόδια υπήρξε μαζική συμμετοχή ανήλικης νεολαίας. «Η ανάγκη εκδήλωσης με τρόπο φασιστικό της έχθρας, του μίσους απέναντι στο διαφορετικό ήρθε να κολλήσει πάνω σε μια βαθιά ακραία συντηρητική παράδοση που είναι διάχυτη στην πόλη» σημειώνει ο Ανδρέας Τάκης, προσθέτοντας ότι «υπάρχουν μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού τα οποία ασπάζονται τη ρητορική της Άκρας Δεξιάς και είναι διατεθειμένα να την εκδηλώσουν και έμπρακτα στο πιο ευαίσθητο κομμάτι του πληθυσμού, που είναι η νεολαία».
Πόλος έλξης ανηλίκων οι ακροδεξιές ομάδες
Από τη μία, λοιπόν, διακρίνει κανείς μια οχλώδη αντίδραση του νεανικού πλήθους και από την άλλη την επιρροή οργανωμένων ομάδων, που είτε είναι υπολείμματα της Χρυσής Αυγής είτε προέκυψαν από τις διασπάσεις της. Οργανωμένες φασιστικές μικροομάδες, και μάλιστα ιδιότυπες, στην πόλη που αποτελούν πόλο έλξης ανηλίκων, οι οποίοι νιώθουν την ανάγκη να εκτονώσουν τα αδιέξοδά τους στον διπλανό τους και εκπαιδεύονται στο να αναγνωρίζουν στόχους. Άλλωστε, τα όχι τόσο μακρινά επεισόδια στα ΕΠΑ.Λ. της Σταυρούπολης μπορούν να ερμηνευτούν ως κρίκοι της ίδιας αλυσίδας.
Ως εκ τούτου, μοιάζει η δράση ακροδεξιών θηλάκων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και οι ομοφοβικές επιθέσεις που έχουν καταγραφεί να είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτή τη διασύνδεση βλέπει και ο Ανδρέας Τάκης, εκτιμώντας πως το φαινόμενο, ακόμη και να θεωρούνταν σε έναν βαθμό αναμενόμενο, εκδηλώνεται με μια μορφή η οποία είναι αιφνιδιαστική. «Τα ξεσπάσματα παίρνουν μια βίαιη μορφή που δεν την περιμέναμε. Δεν έχουμε πια καταδίωξη και περιφρόνηση της ετερότητας σε επίπεδο εθνικής, φυλετικής καταγωγής, που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε από μέλη ακροδεξιών οργανώσεων όπως η Χρυσή Αυγή. Τώρα αυτό που φαίνεται ότι έχει καταστεί ένα προνομιακό πεδίο παρέμβασής τους και εκδήλωσης της βίας είναι αυτό της έμφυλης ταυτότητας κι αυτό δεν το περιμέναμε».
Η μη απάντηση του υπουργείου Δικαιοσύνης
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν η συγκεκριμένη δραστηριότητα και σύνδεση είναι στα ραντάρ της Πολιτείας. Σε γνώση της προφανώς είναι, σε επίπεδο όμως πολιτικού σχεδιασμού και κοινωνικής παρέμβασης, ώστε να αποτραπούν τέτοια φαινόμενα, διακρίνεται απραξία. Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατη ερώτηση που κατέθεσαν βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. σχετικά με τη δραστηριότητα φασιστικών νεοναζιστικών οργανώσεων στη Θεσσαλονίκη η απάντηση του υπουργείου Δικαιοσύνης ήταν... μη απάντηση. Την ίδια ώρα που η νεολαία της Χρυσής Αυγής δραστηριοποιείται έντονα στην πόλη, διαφημίζει μάλιστα τις δράσεις της στην ιστοσελίδα που έχει και διατηρεί γραφεία υπό την ονομασία Εθνικιστικό Στέκι ΣΑΡΙΣΑ στην περιοχή των Δικαστηρίων. Απέναντι σ’ αυτούς τους ισχυρούς θύλακες της Ακροδεξιάς, που παραμένουν δυνατοί παρά την καταδίκη της εγκληματικής οργάνωσης, ο τρόπος παρέμβασης δεν μπορεί να είναι το μοντέλο που διαχρονικά χρησιμοποιήθηκε, γιατί αυτό στην πράξη φάνηκε αποτυχημένο. Η αποσιώπηση επίσης δεν φαίνεται ως λύση. Ίσως η εμπλοκή σε έναν διάλογο επιχειρημάτων να αναδείκνυε το σαθρό και μισάνθρωπο οπλοστάσιο ιδεών της Άκρας Δεξιάς.