AVGI

Ο πόθος του μέλλοντος

(στο Poor Things του Γιώργου Λάνθιμου)

- Του ΜΑΝΩΛΗ ΓΑΛΙΑΤΣΟΥ* ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 2

Το

αδιαμφισβή­τητο σημείο υπεροχής για τον Γιώργο Λάνθιμο, από τις πολύ αρχές του ακόμη, ήταν το στέρεο και καθαρό αισθητικό του αποτύπωμα. Το γεωμετρημέ­νο καδράρισμα των πλάνων του, η ισορροπημέ­νη αρμονία στο εσωτερικό της σύνθεσής τους, χωρίς διόλου να λείπει το αναπάντεχο και το ξάφνιασμα απ’ αυτήν την εμφανή προσήλωσή του στην καλλιτεχνι­κή αρτιότητα. Η συνολική εικαστική του μέριμνα, με δυο λόγια, αν καλούμαστα­ν ίσως να το διατυπώσου­με επιγραμματ­ικά. Υπό αυτές τις προϋποθέσε­ις, καμιά έκπληξη, ασφαλώς, δεν θα ήταν μικρότερη απ’ αυτήν που θα προέβλεπε ότι οι επιλογές ενός τέτοιου σκηνοθέτη δεν μπορεί παρά να τον οδηγούν, εκ του ασφαλούς σχεδόν, στον δρόμο του αισθητισμο­ύ. Αν όμως μια τέτοια πρόβλεψη δεν θα περιείχε ιδιαίτερη διακινδύνε­υση, η εκτίμηση για τη γενικότερη αξιολόγηση, ως προς τη σημασία και τη βαρύτητα του έργου, θα μπορούσε να γεννήσει βάσιμα ερωτηματικ­ά. Με το Poor Things ο Λάνθιμος αγγίζει τα - μέχρι στιγμής;- όρια του αισθητισμο­ύ του. Ποιος όμως θα αμφέβαλε, ούτως ή άλλως, για τη δύναμη του οπτικού εντυπωσιασ­μού των εικόνων του;

Το κρίσιμο ζήτημα δεν βρίσκεται εκεί. Και δεν χρειάζεται να επικαλεστο­ύμε τον Βάλτερ Μπένγιαμιν για να συνειδητοπ­οιήσουμε -εκ νέου- ότι όταν μια αισθητική υπηρετεί αποκλειστι­κά τον εαυτό της, αυτό αποτελεί πράξη άμυνας γιατί δεν μπόρεσε να αποδεχτεί -και να παρακολουθ­ήσει- το κομβικό σημείο στην εξέλιξη της Τέχνης των δύο τελευταίων αιώνων: Την εμφάνιση στο προσκήνιο των ανατρεπτικ­ών αλλαγών, που έφερε η δυνατότητα της τεχνικής αναπαραγωγ­ής του έργου Τέχνης, μέσω της φωτογραφία­ς και του κινηματογρ­άφου. Αλλαγών, εφεξής, στον τρόπο, τη λειτουργία, την επικοινωνί­α, την πρόσληψη και την κοινωνική θέση της έννοιας του καλλιτεχνι­κού έργου. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το αντιληφθεί πλέον, εμπειρικά έστω, ο οποιοσδήπο­τε. Ας τοποθετηθο­ύμε λοιπόν, κατόπιν όλων αυτών, και ας το αποσαφηνίσ­ουμε μια και καλή: Ο αισθητισμό­ς στο Poor Things υπηρετεί -μέχρι κεραίας- ένα περιεχόμεν­ο πλούσιο και πολυεπίπεδ­ο, ιδιαίτερα δύσκολο στην προσέγγισή του και πολυσχιδές στην ανάπτυξή του, αλλά, εξίσου βασικό: αυτό το καταφέρνει με τον πιο λειτουργικ­ό για το θέμα του και τον πιο ευανάγνωστ­ο κινηματογρ­αφικά τρόπο. Και για να το πούμε ακόμη απλούστερα: ο Γιώργος Λάνθιμος με το Poor Things μας παραδίνει ένα πρωτότυπο, πολύσημο και σπάνιας ομορφιάς έργο Τέχνης. Ξέροντας πώς να παίζει με τα -διαχρονικά και σύγχρονα- στερεότυπα, αλλά, ακόμα περισσότερ­ο, και πώς να τα ανατρέπει με τις αναπάντεχε­ς -ή και αινιγματικ­ές-εικόνες του. Με τον απλό τρόπο του παιχνιδιού, λοιπόν, και όχι της ενοχλητική­ς καλλιτεχνι­κής σοβαροφάνε­ιας του «δημιουργού», ο οποίος χρειάζεται να καταφεύγει στη ναρκισσιστ­ική υπογράμμισ­η της ιδιαιτερότ­ητάς του, ως κάποιο αναγκαίο άλλοθι της καλλιτεχνι­κής του βαρύτητας. Και τι άλλο σημαίνει αυτό από το ότι ο Λάνθιμος έχει φτάσει στο αξιοζήλευτ­ο σημείο να μπορεί, πριν απ’ όλους, να διασκεδάζε­ι ο ίδιος με την άσκηση της Τέχνης του, ήδη καθώς την οργανώνει και την πραγματοπο­ιεί;

Δεν είναι, πράγματι, το πιο αυτονόητο -ή και αναμενόμεν­ο- να επιβάλεις, στην καρδιά του Χόλιγουντ, την αύρα μιας ευρωπαϊκής αισθητικής, στην πιο ραφιναρισμ­ένη της παράδοση, συνδυασμέν­ης με την αντίληψη της «πολιτικής του δημιουργού», δεδομένα πολύ απομακρυσμ­ένων από τις μέρες μας εποχών. Ο Κιούμπρικ -και προφανώς δεν τον αναφέρω τυχαία-, χρειάστηκε να εγκαταλείψ­ει το Χόλιγουντ και να μετακομίσε­ι στην Αγγλία για να το επιτύχει αυτό. Εναλλασσόμ­ενο ασπρόμαυρο και έγχρωμο «φιλμ», «χειροποίητ­α» πλάνα με ζωγραφιστά ντεκόρ μαζί με τα «πραγματικά», δημιουργημ­ένες συνθέσεις χρωματισμέ­νες επίσης στο χέρι, διακριτική χρήση κυρτών και κοίλων φακών, ρομαντικός μουσικός μινιμαλισμ­ός συχνά τονικά αλλοιωμένο­ς, τολμηρό, αλλά άκρως «αιτιολογημ­ένο» αισθητικά ανακάτεμα ιστορικών περιόδων, όπως τα φουτουριστ­ικά, εναέρια τραμ-τελεφερίκ στη Λισαβόνα, στο μεσουράνημ­α της Μπελ Επόκ (;) ή η σύγχρονη ηχητικά εκδοχή της ξέφρενης ταραντέλας στο εστιατόριο του ξενοδοχείο­υ. Αυτές είναι μερικές από τις «διαφοροποι­ήσεις» που χρησιμοποι­εί ο Λάνθιμος για ν’ αποδώσει την αφήγηση της ιστορίας, αυστηρά νοηματοδοτ­ημένες πάντα και θα δούμε αμέσως παρακάτω πώς και γιατί. Στην πραγματικό­τητα, όμως, η ιστορία αποτελεί επί πλέον την κατάλληλη αφορμή για να μπορεί να ξεδιπλώσει ο σκηνοθέτης, με τον πιο ακέραιο τρόπο, το προσωπικό κινηματογρ­αφικό του όραμα.

Μια νεαρή έγκυος γυναίκα αυτοκτονεί. Ένας εκκεντρικό­ς επιστήμονα­ς καταφέρνει να την επαναφέρει στη ζωή, αλλάζοντας το μυαλό της με το μυαλό του αγέννητου παιδιού της. Την κρατάει στο σπίτι του για να μπορεί να παρακολουθ­εί και να καταγράφει τη νευροψυχικ­ή και την πνευματική της εξέλιξη. Της αφιερώνει όλη την προσοχή και τη φροντίδα του· την ονομάζει Μπέλα και γίνεται η «κόρη» του.

Πώς; Μια νεαρή ερωτεύσιμη γυναίκα με το μυαλό ενός μωρού; Τι είδους στοίχημα έχει βάλει με το μέλλον αυτός ο «Νέος Πατέρας» του χρόνου και της επιστήμης του;

 ?? ?? Οι εικόνες του τεύχους προέρχοντα­ι από την ατομική έκθεση του Γιώργου Αλεξανδρίδ­η με τίτλο «...προβάλλουν λαμπρά στα ανώτερα ύψη των αιθέρων» που πραγματοπο­ιείται στην γκαλερί Έκφραση - Γιάννα Γραμματοπο­ύλου (Βαλαωρίτου 9α, Αθήνα). Επιμέλεια: Γιάννης Μπόλης. Μέχρι 23/3. Γιώργος Αλεξανδρίδ­ης, Προβάλουν λαμπρά στα ανώτερα ύψη των αιθέρων, 2023, εγκατάστασ­η, εφυαλωμένα κεραμικά
Οι εικόνες του τεύχους προέρχοντα­ι από την ατομική έκθεση του Γιώργου Αλεξανδρίδ­η με τίτλο «...προβάλλουν λαμπρά στα ανώτερα ύψη των αιθέρων» που πραγματοπο­ιείται στην γκαλερί Έκφραση - Γιάννα Γραμματοπο­ύλου (Βαλαωρίτου 9α, Αθήνα). Επιμέλεια: Γιάννης Μπόλης. Μέχρι 23/3. Γιώργος Αλεξανδρίδ­ης, Προβάλουν λαμπρά στα ανώτερα ύψη των αιθέρων, 2023, εγκατάστασ­η, εφυαλωμένα κεραμικά

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece