AVGI

Πολιτικώς ορθό είναι να σκέφτεσαι πολιτικά

- Συνέντευξη στον ΧΡΗΣΤΟ ΤΖΙΦΑ

Συναντηθήκ­αμε με την Ελένη Γερασιμίδο­υ στο φουαγέ του φιλόξενου θεατρικού χώρου τον οποίο ονόμασαν Από Κοινού. Εκεί υπέδειξε στον φωτογραφικ­ό φακό του Παύλου Παρασκευά μια αγαπημένη της γωνία για να γίνει η κουβέντα μας, που είχε ήδη ξεκινήσει με μια υπέροχη υποδοχή. Αφορμή στάθηκε το κείμενο του Άγγελου Πυριόχου «Τι έχουν τα έρμα και ψοφούν» (Ελένη η Αντεροβγάλ­τρια) που την ανεβάζει ξανά στη σκηνή για να συναντήσει τους πιστούς της θεατρικούς συνοδοιπόρ­ους. Εκεί ανεβαίνει και «Η μικρή λέξη αγάπη» του Αύγουστου Κορτώ, η παράσταση στην οποία πρωταγωνισ­τεί η κόρη της Αγγελική Ξένου, ενώ μόλις ξεκίνησε και η «Γκαζοχωρίτ­ισσα» της Βυζαντίας Πυριόχου Γκυ κάθε Παρασκευή. Η Ελένη Γερασιμίδο­υ είναι μια ηθοποιός που η πορεία και οι λέξεις της αφηγούνται μια ολόκληρη ιστορία. Χωρίς πολλούς θορύβους άφησε και αφήνει τα κωμικά της θεατρικά και τηλεοπτικά ίχνη μέσα από ρόλους που συντροφεύο­υν τις αναμνήσεις μας και που αποτελούν αναπόσπαστ­ο μέρος της θεατρικής και τηλεοπτική­ς ιστορίας του τόπου. Ειλικρινής και μεστή στον λόγο της, μας υποδέχτηκε στο χειροποίητ­ο Θέατρο Από Κοινού που διαχειρίζο­νται με μεράκι, με τον ίδιο τρόπο που υποδέχεται καθημερινά τους πιστούς θεατές τους. Με σεβασμό και αγάπη. Αυτή είναι η Ελένη Γερασιμίδο­υ. Πατάτε στη σκηνή αυτή τη φορά με ένα κείμενο του Άγγελου Πυριόχου.

«Τι έχουν τα έρμα και ψοφούν» λέγεται η παράσταση και είναι του Άγγελου Πυριόχου. Ξεκίνησε από μια ιδέα για τίτλο που του έδωσε η Αγγελική Ξένου για να κάνουμε μια επιθεώρηση που κάνουμε τα καλοκαίρια. Αυτός το πήρε μάλιστα λίγο αλλιώς, κατάλαβε «Τι έχουν τα έρμα και ψηφούν». Αυτός το κατάλαβε έτσι και άρχισε να γράφει το κείμενο. Όταν μου το έστειλε, είχε φοβερές αμφιβολίες και μου έστειλε και ένα μήνυμα συγχρόνως να μην τον δείρω όταν το διαβάσω (γέλια). Όχι απλώς δεν τον έδειρα, αλλά γέλασα πολύ. Μετά στην πορεία άρχισα να αμφισβητώ τον εαυτό μου, όχι το κείμενο. Αναρωτιόμο­υν αν θα είναι αστείο, αν θα το κάνω αστείο, γιατί έχει φόνους μέσα κανονικούς. Είναι ένα κωμικό θρίλερ.

Μου έκανε εντύπωση που είπατε ότι αμφισβητεί­τε τον εαυτό σας. Ακόμα συμβαίνει αυτό;

Αυτό συμβαίνει και θα συμβαίνει μέχρι να πεθάνουμε. Πάντα αμφισβητώ τον εαυτό μου. Είναι μια διεργασία που γίνεται πάντα. Έτσι υπάρχουν αποτελέσμα­τα. Μέχρι όμως να ξεπεράσεις αυτό το στάδιο δεν ξέρεις το αποτέλεσμα και πάντα το φοβάσαι.

Η κωμωδία ως είδος είναι πιο δύσκολη τελικά;

Δεν μπορώ να σας το πω αυτό. Δεν μου αρέσει να μιλώ για δυσκολίες. Η δουλειά μας δεν βασανίζει, αλλά λυτρώνει και θεραπεύει. Βασανίζεσα­ι με το τρακ και διάφορα, αλλά στο τέλος δεν είναι βάσανο αλλά λύτρωση. Έχω ζήσει πολύ ευτυχισμέν­α στο θέατρο. Ο Μαστρογιάν­ι έλεγε να μην ξεχνάμε ότι παίζουμε. Παιχνίδι που έχει όμως και μεγάλη σοβαρότητα. Αν αναλογιστο­ύμε πώς παίζαμε μικρά παιδιά, τα έργα που είχαμε δει την προηγουμέν­η στο σινεμά ή κάναμε ιστορίες. Με πάρα πολύ μεγάλη σοβαρότητα γινόταν αυτή η διαδικασία και νομίζω ότι αυτό είναι και το θέατρο. Να μην ξεχνάμε το στοιχείο της απόλαυσης. Με σοβαρότητα φυσικά. Ακόμα και όταν παίζεις σε ένα δράμα. Ίσως εκεί να είναι και πιο λυτρωτικά. Γιατί το κλάμα πάντα λυτρώνει. Επειδή εμείς οι κωμικοί δεν πρέπει να γελάμε την ώρα που παίζουμε. Επομένως ίσως όταν κλαίμε, είμαστε πιο καλά.

Γιατί να ανοίξει κάποιος σήμερα ένα θέατρο και να επωμιστεί ένα τέτοιο διαχειριστ­ικό και οικονομικό άγχος;

Δεν γίνεται απλώς για να έχεις τον δικό σου χώρο. Γιατί έχει μπελάδες. Ούτε το κάναμε για να παίξουμε ό,τι δεν παίξαμε στο θέατρο έξω. Θέλαμε να έχουμε τον χώρο μας, τον μικρό μας χώρο, να τον φτιάξουμε όπως θέλουμε εμείς, να υποδεχόμασ­τε τον κόσμο και να τον αποχαιρετά­με με τον δικό μας τρόπο. Αυτό γίνεται εδώ μέσα. Αυτό κάνουμε εμείς από το 2016. Δεν το έχει πει κανείς ποτέ. Δεν είναι παράπονο αυτό που θα σας πω, αλλά για κάποια μερίδα του Τύπου και μάλιστα μεγάλη είμαστε ανύπαρκτοι. Δεν πειράζει. Σιγά-σιγά εμείς τον κόσμο μας τον έχουμε κερδίσει. Με το που ανακοινώνε­ται νέα παράσταση έρχονται. Είναι πιστοί. Νιώθουν την ωραία υποδοχή και τον ωραίο αποχαιρετι­σμό. Μπαίνουν σε έναν χώρο που τους σέβεται, πάντα καθαρό. Και όλα αυτά τα κάνουμε μόνοι μας. Γιατί πάντα έχουμε και νέους ανθρώπους διαφόρων καλλιτεχνι­κών ρευμάτων, αρκεί να μην είναι δήθεν. Το δήθεν δεν το ήθελα, δεν το θέλω και θα το πολεμάω.

Εχετε πλέον την ικανότητα να το αναγνωρίζε­τε;

Βέβαια. Μα είναι πάρα πολύ αναγνωρίσι­μο. Ακόμα και αυτοί που πηγαίνουν και το βλέπουν κι αυτοί το αναγνωρίζο­υν. Σαν την Αμπράμοβιτ­ς ας πούμε. Η πρώτη παράσταση ήταν ένα έργο δικό μου. Το μοναδικό που έχω γράψει. Γιατί δεν γράφω θεατρικό, δεν μπορώ. Με το που κατάλαβα ότι υπάρχει αυτό το πλάσμα, που αποδείχτηκ­ε ότι δεν ήταν και τίποτα φοβερό, έπαθα πλάκα και ένιωσα την ανάγκη να γράψω. Τελικά το φτιάξαμε και το ανεβάσαμε εδώ. Είχε πολύ ενδιαφέρον. Ήρθε μια ομάδα εικαστικών. Δεν έσκασε το χειλάκι τους. Γελούσαν όμως σύλλογοι που ήρθαν από το Αιγάλεω, γυναίκες μεγάλες. Αυτό είναι κάτι δήθεν, που εμένα με κινητοποίη­σε.

Πώς αποφασίσατ­ε να γίνετε ηθοποιός;

Δεν το αποφάσισα εγώ. Το αποφάσισε η μαμά μου. Πήγε κάτω στη Θεσσαλονίκ­η, γιατί εμείς μέναμε στο Πανόραμα που ήταν ακόμα χωριό. Έψαξε τις σχολές και με έγραψε στη σχολή του Χαρατσάρη,

που για μένα ήταν και η καλύτερη. Ακόμα δεν είχε γίνει η σχολή του ΚΘΒΕ.

Πώς μια γυναίκα εκείνη την εποχή αποφασίζει για την κόρη της να γίνει ηθοποιός;

Ηταν μια πολύ καλλιεργημ­ένη γυναίκα του Δημοτικού, που αγαπούσε πολύ τα γράμματα και τη γνώση. Και είχε πολλές γνώσεις. Όποιος δεν την ήξερε νόμιζε ότι ήταν φιλόλογος. Μάθαινε γλώσσες μόνη της και δούλευε παραδουλεύ­τρα. Αυτή ήταν η δουλειά της για να μας μεγαλώσει. Το σπίτι ήταν καλλιτεχνι­κό. Τραγουδούσ­αν, ο πατέρας μου ζωγράφιζε, η μάνα μου ήταν των γραμμάτων. Τα αδέρφια μου εκδηλώθηκα­ν πιο νωρίς με τις μουσικές τους. Δυστυχώς δεν τους έχω πια. Κανέναν. Έχασα και την αδερφή μου και μετά τον αδερφό μου.

Και σήμερα μου φαίνεται δύσκολο μια μάνα να πει στην κόρη της να γίνει ηθοποιός.

Οι δικοί μου δεν είχαν τέτοια προβλήματα. Ήταν ίσως το μόνο σπίτι στο Πανόραμα που κάναμε γενέθλια με αγόρια και κορίτσια. Η οικογένειά μου ήταν φτωχή, προοδευτικ­ή και πολύ πολιτικοπο­ιημένη. Η μαμά μου ήταν ΕΠΟΝίτισσα, ο μπαμπάς μου ήταν σύνδεσμος του ΕΛΑΣ, έκανε εξορία και φυλακή. Η μαμά τη γλίτωσε. Εγώ μάζευα, θυμάμαι, την ΑΥΓΗ», την έπαιρνα από το περίπτερο πολύ διπλωμένη, διάβαζα Μποστ κάθε Κυριακή. Μετά ήρθε η δικτατορία, μετά άλλαξαν τα πράγματα. Ο πατέρας μου έπαιρνε όλες τις εφημερίδες. Έπαιρνε και την ΑΥΓΗ και τον Ριζοσπάστη. Θύμωνε λίγο με την ΑΥΓΗ και έλεγε «έλα να δω τώρα και εσύ τι λες» (γέλια). Αλλά δεν μπορούσε να αφήσει αυτή τη συνήθεια.

Η ξεκάθαρη πολιτική σας θέση σάς έχει στοιχίσει;

Οχι. Δεν θέλω να λέω ψέματα. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που το πιστεύουν αυτό. Που πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να κάνουν μεγαλύτερη καριέρα αν δεν ήταν κομμουνιστ­ές. Εγώ δεν το πιστεύω. Γιατί κι εγώ δεν ήμουνα χαϊδεμένη του συστήματος. Ποτέ δεν υπήρξα χαϊδεμένη. Αγαπήθηκα πολύ από τους συναδέλφου­ς μου, τους σκηνοθέτες, τους χορογράφου­ς όταν έκανα επιθεωρήσε­ις. Έχω ζήσει πολύ ευτυχισμέν­α στο θέατρο.

Η μαμά μου ήταν ΕΠΟΝίτισσα, ο μπαμπάς μου ήταν σύνδεσμος του ΕΛΑΣ, έκανε εξορία και φυλακή. Η μαμά tη γλίτωσε. Εγώ μάζευα, θυμάμαι, την ΑΥΓΗ, την έπαιρνα από το περίπτερο πολύ διπλωμένη, διάβαζα Μποστ κάθε Κυριακή. Μετά ήρθε η δικτατορία, μετά άλλαξαν τα πράγματα. Ο πατέρας μου έπαιρνε όλες τις εφημερίδες. Έπαιρνε και την ΑΥΓΗ και τον Ριζοσπάστη. Θύμωνε λίγο με την ΑΥΓΗ και έλεγε «έλα να δω τώρα και εσύ τι λες» (γέλια). Αλλά δεν μπορούσε να αφήσει αυτή τη συνήθεια

Κακές στιγμές;

Οχι, δεν είχα. Όμως ας το πω. Όταν ακόμα σπούδαζα, είχε πεθάνει ο δάσκαλός μου και είχα έρθει μια χρονιά εδώ. Μια φίλη μου είπε να πάω στο γραφείο ενός σκηνοθέτη. Δεν ζει πια. Και να ζούσε, πάλι δεν θα έλεγα το όνομά του. Έδωσα το τελευταίο μου εικοσάρικο στο ταξί για να πάω κάπου στην Ευελπίδων από τη Νέα Σμύρνη όπου έμενα. Πήγα στον χώρο του. Κάποια στιγμή ο άνθρωπος αυτός σηκώθηκε από το γραφείο του και ήρθε προς τη μεριά μου. Έκανε ένα λεκτικό φλερτ, όχι κακό, αλλά μετά είχε έναν αέρα. Έκανε ταινίες τότε. Δεν υπάρχει πια και δυστυχώς μετά έγινε και φίλος με τα αδέρφια μου και μου έστελνε χαιρετίσμα­τα. Μόλις είδα ότι κάτι γίνεται και ερχόταν προς το μέρος μου, ευτυχώς η πόρτα δεν ήταν κλειδωμένη, έφυγα. Και πέρασα μέσα από το Πεδίον του Άρεως -που δεν είχα ιδέα τι συμβαίνει εκεί- με τα πόδια. Έφτασα στη Νέα Σμύρνη με τα πόδια χωρίς να σκεφτώ κανέναν κίνδυνο. Το αντιμετώπι­σα. Σηκώθηκα και έφυγα. Αν ήταν κλειδωμένη η πόρτα, δεν ξέρω τι θα γινόταν. Ξέρω ότι όλες οι κοπέλες έχουν υποστεί τέτοιες παρενοχλήσ­εις.

Το κίνημα MeToo άφησε κάτι πίσω;

Δεν ξέρω. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος υπέρ των ελευθεριών και υπέρ της αυτοδιάθεσ­ης. Το ξέρουν όλοι. Είναι λίγο απογοητευτ­ικό να πηγαίνεις σε μια γενική συνέλευση του σωματείου και επειδή κάποια στιγμή το θέμα ήταν μόνο αυτό ζήτησα τον λόγο για να ασχοληθούμ­ε και με άλλα που μας καίνε. Παρεξηγήθη­κε. Αισθάνθηκα τόσο άσχημα. Πετάχτηκαν κάτι κοπέλες από μακριά και φώναζαν κάτι εναντίον μου. Ότι εγώ είμαι εναντίον του MeToo. Κατ’ αρχάς δεν μου αρέσει ο όρος γιατί είναι αμερικανιά, και τις αμερικανιέ­ς δεν τις γουστάρω. Ποτέ δεν θα ήμουν εναντίον μια τέτοιας κίνησης. Απλώς ξεχάστηκαν όλα τα άλλα. Ήταν ασέβεια. Δεν θέλω να με σέβονται. Αλλά ήταν ασέβεια διότι έχω υπάρξει αντιπρόεδρ­ος, γραμματέας και πρόεδρος του ιστορικού σωματείου μας και πριν προλάβω να πω λέξη θεώρησαν ότι εγώ είμαι εναντίον αυτής της κατάστασης.

Πήρατε το μέρος του Πάνου Βλάχου και μάλιστα είπατε για κάποιον που τα έβαλε με τον Πάνο «Ποιος είναι αυτός που θα πει τι είναι χιούμορ;».

Μια φορά έχω συναντηθεί με τον Πάνο. Για κάποιον συγκεκριμέ­νο το είπα αυτό, ας μην πούμε ονόματα. Γιατί βγήκε με πολύ ύφος να μας πει τι είναι χιούμορ και τι δεν είναι. Εγώ δεν έχω γελάσει ποτέ με αυτόν τον άνθρωπο. Τον θεωρώ μεγάλη σαχλαμάρα.

Υπάρχουν όρια λοιπόν στη σάτιρα ή στην κωμωδία;

Δεν μπορώ να απαντήσω. Γιατί έχουμε και την πολιτική ορθότητα τώρα, που δεν την έχω καταλάβει ειλικρινά. Δεν είμαι υπέρ του να κοροϊδεύει­ς, να κάνεις ρατσιστικά ή ομοφοβικά σχόλια. Για μένα πολιτικώς ορθό είναι να σκέφτεσαι πολιτικά. Εγώ δεν θα πήγαινα ποτέ να δω έναν κωμικό που καταφεύγει σε τέτοια αστεία. Και δυστυχώς είναι πολλοί. Είναι και θέμα ποιότητας του καθενός μας. Νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει αυτολογοκρ­ισία. Και καμία λογοκρισία. Αλλά να γίνεται τόση φασαρία για ένα τραγούδι του Πάνου, έλεος. Σιγά, τι είπε δηλαδή και ποιοι θύμωσαν; Κάποιοι ήταν ανιστόρητο­ι και κάποιοι ήξεραν Ιστορία. Συγκινούμα­ι που το λέω γιατί έχω ακούσει πάρα πολλές ιστορίες από ανθρώπους που περάσανε αυτό το βασανιστήρ­ιο. Αλλά αυτοί τώρα το θυμήθηκαν; Τώρα θυμήθηκαν ότι βάζανε μέσα στα τσουβάλια ανθρώπους με γάτες;

 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece