Ονειρευόμαστε τη φιλία και την αγάπη, που πάντα ανθίζουν πεισματικά
κάνουμε παρέα με μια ηρωίδα μυθιστορήματος και τη συγγραφέα του: την Τζέιν και τη Σαρλότ. Βρισκόμαστε μαζί τους πρωινές ώρες, η Νάνσυ, η Βίκυ, ο Δημήτρης, η Μαρία, η Μαριτίνα κι εγώ. Βρισκόμαστε στο Θέατρο Θησείον, στου Ψυρρή. Στη μικρή μεσογειακή Αθήνα. Και ονειρευόμαστε τη βικτοριανή Αγγλία, τα ορφανοτροφεία, τις γκουβερνάντες, τους μυστήριους κυρίους πάνω στα άλογα, τις ρομαντικές και απελπισμένες βόλτες στην αγγλική εξοχή, τα μπονέ, το τσάι, τα υδρόβια πτηνά της Βρετανίας, τα ρεκόρ κηδειών από φυματίωση στις μικρές αγγλικές πόλεις, τις αποικίες της βασίλισσας Βικτόρια, τον έρωτα που δεν ειπώνεται ποτέ και γιγαντώνεται, τις τρεις αδερφές-συγγραφείς που κατασκευάζουν μυθιστορήματα μυστικά το βράδυ όταν όλοι κοιμούνται, την ακίνητη γυναίκα που τραγουδάει βραχνά όταν όλοι κοιμούνται. Την επίσης Αγγλίδα PJ Harvey και τους Pulp που συνοδεύουν τις πλούσιες κυρίες στον χορό. Το Θόρνφιλντ να δεσπόζει, το Θόρνφλιντ καμένο. Ονειρευόμαστε το 1847, τους ανθρώπους του, εμάς. Πώς θα ήμασταν τότε; Πώς θα ήμασταν ως βικτοριανές γυναίκες και άντρες της μεσαίας τάξης; Ονειρευόμαστε τη φιλία και την αγάπη, που πάντα ανθίζουν πεισματικά μέσα σε έναν κόσμο φτιαγμένο με βία και βιασύνη.
Είναι σημαντικό να πούμε ότι εξερευνήσαμε το έργο με χαρά και ταραχή, συγκίνηση και χιούμορ, χωρίς να ντυθούμε την υποχρέωση μιας πιστής θεατρικής μεταφοράς του. Όλες και όλοι ακούσαμε την πένα της Σαρλότ να γρατζουνάει το χαρτί, δημιουργώντας ακούραστα τον κόσμο της, φτιάχνοντας με τα ίδια της τα χέρια μια λίγο καλύτερη τύχη για την ίδια και για το βιβλίο της. Για μένα η Jane, πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο, είναι η εμπειρία αυτής της συνάντησης, της σύνδεσής μας με την Τζέιν Έιρ και τη Σαρλότ Μπροντέ.