Ακρίβεια διαρκείας στους λογαριασμούς ρεύματος
Η ακριβή ενέργεια παραμένει και αναμένεται να διατηρηθεί και τα επόμενα αρκετά χρόνια, καθώς, μετά από σχεδόν μια διετία έκρηξης τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος που αποδόθηκαν βολικά σε εξωτερικούς και ξενόφερτους παράγοντες, η επαναφορά σε πιο «κανονικά» επίπεδα που διαφαίνεται σήμερα στην τιμή της κιλοβατώρας δεν συνεπάγεται μειωμένους λογαριασμούς αφού πλέον προστίθενται άλλα κόστη, που προέρχονται κυρίως από νέα «πράσινα» έργα και επενδύσεις αλλά και ανοιχτά μέτωπα από ειδικά ταμεία - λογαριασμούς.
Αλλωστε τις επερχόμενες αυξήσεις έχει επιβεβαιώσει και η τελευταία εκδοχή του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που έχει καταθέσει η κυβέρνηση Ν.Δ., βάσει του οποίου το κόστος δικτύων διανομής και μεταφοράς διαμορφώνεται ως εξής (μέση ετήσια τιμή καταναλωτή, προ φόρων κατανάλωση και ΦΠΑ, σε σταθερά ευρώ):
2021: 22,5
2025: 24,3
2030: 28,7
2040: 33,3
2050: 32,7 ευρώ.
Πρόκειται για το σκέλος του λογαριασμού ρεύματος που δεν αφορά στο καθαρό κόστος της καταναλισκόμενης ενέργειας αλλά στις λεγόμενες ρυθμιζόμενες (μη ανταγωνιστικές) χρεώσεις οι οποίες επιβάλλονται στους καταναλωτές και αναπροσαρμόζονται με βάση τις εισηγήσεις των Διαχειριστών των δικτύων μεταφοράς και διανομής (ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ, αντίστοιχα) και τις ανάγκες στήριξης των ειδικών λογαριασμών ΑΠΕ και ΥΚΩ (ΕΛΑΠΕ και ΕΛΥΚΩ) και του ειδικού τέλους υπέρ ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ). Αυτές οι χρεώσεις ορίζονται σε συγκεκριμένα επίπεδα και συνδέονται με την κατανάλωση ρεύματος, δηλαδή σε λεπτά ανά κιλοβατώρα, δεν είναι παροδικές ή με μηνιαίες διακυμάνσεις, όπως η τιμή της ενέργειας, αλλά οι όποιες αυξήσεις εγκρίνονται καθίστανται μόνιμες. Και μπορεί η κάθε μια χρέωση ξεχωριστά να φαίνεται μικρής αξίας, όμως σωρευτικά το σκέλος αυτό διογκώνεται διαρκώς κι έχει πλέον ξεπεράσει το ένα τρίτο του συνολικού λογαριασμού.
Κόστη δικτύων και έργων
Η συζήτηση έχει ενταθεί γύρω από τα κόστη που συνεπάγονται οι αυξημένες φιλοδοξίες και ανάγκες στο πλαίσιο της «πράσινης» μετάβασης, ιδίως ως προς τις επενδύσεις των Διαχειριστών των δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας τόσο για τη μεγαλύτερη εισροή ΑΠΕ στο σύστημα όσο και για τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Παράλληλα, οι Διαχειριστές, που αποτελούν φυσικά μονοπώλια στις ενεργειακές υποδομές, και οι μέτοχοί τους απολαμβάνουν προφανή οφέλη.
Μετά τις μεγάλες αυξήσεις χρεώσεων δικτύων που πέρασαν σιωπηλά στους λογαριασμούς το 2022 και 2023 και αναμένεται να συνεχιστούν όσο εντείνεται η ενεργειακή μετάβαση, έρχεται να προστεθεί η ενδεχόμενη επιβάρυνση από τη μετακύλιση στους καταναλωτές και του μισού κόστους διασύνδεσης μονάδων ηλεκτροπαραγωγής ΑΠΕ στο δίκτυο μεταφοράς. Πρόκειται, στην ουσία, για κρατική επιδότηση ιδιωτικών έργων με κόστος που υπολογίζεται σε περίπου 400 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα η δυνατότητα αυτή έχει θεσμοθετηθεί από την κυβέρνηση
Ν.Δ. με ρύθμιση σε νόμο του 2022 που προβλέπει ότι το κόστος κατασκευής των αναγκαίων έργων επέκτασης ή ενίσχυσης των δικτύων μεταφοράς για τη σύνδεση σχετικών έργων εντάσσεται στη ρυθμιζόμενη περιουσιακή βάση του ΑΔΜΗΕ κατά περίπτωση και ανακτάται μέσω των χρεώσεων χρήσης συστήματος. Προφανώς η αύξηση θα προστεθεί στις χρεώσεις χρήσης, που ήδη θα επιβαρύνονται με το κόστος των αναγκαίων έργων διασύνδεσης για την επόμενη δεκαετία.
Θυμίζουμε ότι οι αυξήσεις στις χρεώσεις των δικτύων προέρχονται από την αλλαγή μεθοδολογίας και μοναδιαίων χρεώσεων: αύξηση μοναδιαίας χρέωσης ΑΔΜΗΕ κατά 55% (αύξηση κόστους παρά την κατάργηση χρέωσης ισχύος) και αύξηση χρέωσης ισχύος ΔΕΔΔΗΕ κατά 752% (επίσης αύξηση κόστους παρά τη μείωση της μοναδιαίας χρέωσης, που όμως τώρα χρεώνεται και στο «νυχτερινό»).
Ανοιχτά μέτωπα στους ειδικούς λογαριασμούς
Προβλήματα όμως εμφανίστηκαν και στους ειδικούς λογαριασμούς Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) και ΑΠΕ, φτάνοντας σήμερα συνολικά σε πάνω από 400 εκατ. ευρώ, μαύρη τρύπα που δημιουργήθηκε κυρίως από την αφαίμαξη των δύο λογαριασμών για τις άκριτες επιδοτήσεις της κυβέρνησης στο ρεύμα, με βάση τα πανάκριβα τιμολόγια που ανακοίνωναν κάθε μήνα οι προμηθευτές.
Θυμίζουμε ότι μέρος της χρηματοδότησης των δύο λογαριασμών (ΕΛΥΚΩ και ΕΛΑΠΕ) προέρχεται από τις αντίστοιχες ρυθμιζόμενες χρεώσεις που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς ρεύματος των καταναλωτών, δηλαδή χρεώσεις ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ (πρώην τέλος ΑΠΕ).
Για φέτος η Ρυθμιστική Αρχή (ΡΑΑΕΥ) αποφάσισε οι σχετικές χρεώσεις να παραμείνουν αμετάβλητες για τους καταναλωτές (στα 0,017 ευρώ / κιλοβατώρα το ΕΤΜΕΑΡ και στα 0,0069 ευρώ / κιλοβατώρα οι ΥΚΩ), ενώ εισηγήθηκε να υπάρξει χρηματοδότηση των δύο λογαριασμών από άλλες πηγές, όπως ο κρατικός προϋπολογισμός, το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) κ.λπ. Ζήτησε πάντως από το ΥΠΕΝ για το ΕΤΜΕΑΡ, μετά το τέλος του πρώτου εξαμήνου, να της παράσχει τη δυνατότητα επικαιροποίησης της πρότασής της ανάλογα με την πορεία εσόδων / εξόδων του ΕΛΑΠΕ. Υπενθυμίζεται επίσης ότι έχει ήδη θεσμοθετηθεί από την κυβέρνηση το 2022 η δυνατότητα αύξησης των χρεώσεων ΥΚΩ και μάλιστα της τάξεως του 146% (για καταναλώσεις έως 1.600 κιλοβατώρες / τετράμηνο), που προς το παρόν έχει παγώσει.
Για τον ΕΛΥΚΩ το έλλειμμα φέρεται να ανέρχεται σε 300 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2023, ενώ υπολογίζεται ότι αντίστοιχη «τρύπα» θα προκύψει και για το 2024.
Για τον ΕΛΑΠΕ φαίνεται ότι τελικά μπαλώνεται το έλλειμμα με επαναφορά των 200 εκατ. από το Ταμείο Ανάκαμψης (που, ενώ αρχικά προορίζονταν για τον ΕΛΑΠΕ, στη συνέχεια εξεταζόταν να διατεθούν αλλού) και με την αύξηση του φετινού ποσοστού από τα δικαιώματα των ρύπων (14,6% από 3,8%).
Για τις ΥΚΩ η κυβέρνηση φέρεται να προκρίνει κάλυψη μέρους του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ακόμη και από τον κρατικό προϋπολογισμό κατανέμοντας τις καταβολές σε τρία χρόνια (20242026), ενώ οι απομειώσεις που θα έφερναν στις χρεώσεις ΥΚΩ οι διασυνδέσεις των νησιών και κυρίως της Κρήτης εξανεμίζονται τουλάχιστον για την τριετία.
Πιέσεις στο ενεργειακό κόστος συνεπάγονται για τους καταναλωτές τα έργα στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης σε συνδυασμό με ανοίγματα στους ειδικούς λογαριασμούς (ΥΚΩ και ΑΠΕ) που πρέπει επίσης να καλυφθούν