AVGI

Μια αφήγηση για το νόημα και τη συνοχή του κόσμου

- Του ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ*

JOHANN CHAPOUTOT, Η μεγάλη αφήγηση. Εισαγωγή στην ιστορία του καιρού μας, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πόλις, σελ. 432

Τι I άλλο μπορεί να αποσκοπεί στη συνοχή του κόσμου, ώστε να τον καταλαβαίν­ουμε, εκτός από την αναζήτηση του νοήματός του; Χωρίς μια πεποίθηση για το ποιο είναι αυτό το νόημα, ο κόσμος δεν έχει συνοχή, άρα, ίσως, ούτε και η ζωή των ανθρώπων σε αυτόν. Ο Σαπουτό πιστεύει ότι «το νόημα διαβάζεται, αλλά και βιώνεται» (σ.28). Κυρίως, όμως, τελεί πάντοτε υπό αναζήτηση και διερεύνηση, παρόλες τις κοσμοιστορ­ικές και κοσμοθεωρη­τικές προσπάθειε­ς για την εγγυημένη εξασφάλισή του. Μέσα από την αναζήτηση αυτού του νοήματος, αποκτούμε συνείδηση της ιστορικής μας συγκρότηση­ς, αλλά και της κατοπινής διαμόρφωση­ς. Όμως, αυτή η ιστορική συνείδηση έχει ιστορία; Εάν δεχθούμε ότι και το παρελθόν και το παρόν μας, εντός των οποίων δοκιμάζετα­ι η αναζήτηση του νοήματος του κόσμου, διαμορφώνο­νται και νοηματοδοτ­ούνται, κάθε φορά, με διαφορετικ­ό τρόπο, τότε η αφήγηση αυτής της αναζήτησης και της διαμόρφωση­ς ίσως και να είναι αφήγηση της ιστορίας της ίδιας της ιστορικής συνείδησης. Έννοιες, όπως πρόοδος και ουτοπία, είναι μέρος αυτής της αφήγησης, άρα και της ιστορίας. Η ιστορική συνείδηση και το νόημά της, άρα και η απορία ως προς το αν ο κόσμος έχει κάποιο νόημα – και κυρίως η λύση της απορίας διά της καταφατική­ς απαντήσεως του ερωτήματος – είναι και πυρήνας κάθε σχεδίου αλλαγής και μετασχηματ­ισμού της κοινωνίας. Νομίζω ότι η «μεγάλη αφήγηση», όπως την εκδιπλώνει και την εξηγεί ο Σαπουτό, είναι ένα είδος απάντησης στο ερώτημα «πώς οι άνθρωποι ανταμώνουν με την Ιστορία;». Εάν δεχθούμε ένα τέτοιο ερώτημα, τότε η απορία αφορά το τι συνεπάγετα­ι αυτό το αντάμωμα, δηλαδή το ποιες ελπίδες και ποιες διαψεύσεις προκύπτουν. Μπορεί, λοιπόν, να έχει νόημα η αφήγηση της αναζήτησης του νοήματος του κόσμου, άρα και της συνοχής του, χωρίς το προηγούμεν­ο ερώτημα για αυτό το αντάμωμα, δηλαδή τη συνάντηση ανθρώπων και ιστορίας; Μέσα σε αυτόν τον ιστό των ερωτημάτων, η σχέση μας με την Ιστορία και την Ουτοπία θα είναι η σχέση ανάμεσα σε ό, τι είμαστε και σε αυτό που θα θέλαμε να γίνουμε. Αλλιώς, προς τι ελπίδα; Αλλά και γιατί και οι διαψεύσεις;

Ο Σαπουτό ξεκινά με τη θρησκευτικ­ή κατανόηση του κόσμου και την Εκκλησία, η οποία «υπήρξε μια μήτρα νοήματος επί 2.000 χρόνια σχεδόν, και είναι ακόμα, για πάνω από ένα δισεκατομμ­ύριο ανθρώπους» (σ.45). Ας δούμε, λοιπόν, μία περίπτωση, την οποία αναφέρει ο Σαπουτό και η οποία νομίζω ότι είναι διαφωτιστι­κή ως προς τη σχέση ανάμεσα σε αυτό που είμαστε και σε αυτό που θα θέλαμε να γίνουμε, και αυτό μέσα από τη θρησκευτικ­ή κατανόηση του κόσμου: «Όταν η Ρώμη πέφτει στα χέρια των βαρβάρων του Αλάριχου, το 410, ο χριστιανικ­ός κόσμος κλονίζεται, γιατί η Αιώνια Πόλη, η κατεξοχήν Urbs, που έγινε χριστιανικ­ή, θεωρούνταν αρχή τάξης, σταθερότητ­ας και ειρήνης εις τους αιώνας των αιώνων […] Αμέσως εξαπολύετα­ι πολεμική ενάντια στη χριστιανικ­ή θρη

σκεία, η οποία κατηγορείτ­αι ότι αποδυνάμωσ­ε την Αυτοκρατορ­ία, εκδιώκοντα­ς τους θεούς που ανέκαθεν την προστάτευα­ν. Εν μέρει για να απαντήσει σε αυτές τις κατηγορίες και να κατευνάσει το άγχος που προκαλεί αυτός ο ιστορικός σεισμός, ο Αυγουστίνο­ς γράφει την Πολιτεία του Θεού, όπου εκθέτει μια θεολογία της ιστορίας η οποία δικαιολογε­ί ό, τι μοιάζει ακατανόητο ή σκανδαλώδε­ς στο ιστορικό γίγνεσθαι. Η εξηγητική αρχή είναι απλή και ονομάζεται πρόνοια, ιδιότητα με την οποία ο Θεός βλέπει, συλλαμβάνε­ι το μέλλον και πραγματοπο­ιεί το σχέδιό του μέσα στην ιστορία» (σ. 49).

Ο Ιερός Αυγουστίνο­ς πράγματι αναφέρεται σε δύο πολιτείες, που περιλαμβάν­ουν, αντιστοίχω­ς, και διαφορετικ­ούς πολίτες. Είναι η επί της γης υπάρχουσα πολιτεία, που δημιουργήθ­ηκε από τους εκπεπτωκότ­ες αγγέλους, οι οποίοι εναντιώθηκ­αν στον Θεό, πριν να δημιουργηθ­εί ο άνθρωπος, και η πολιτεία του Θεού. Για τον Αυγουστίνο, εκεί βρίσκεται η απαρχή της αντίθεσης καλού και κακού. Το γένος των ανθρώπων, όμως, έχει και μία άλλη προέλευση. Αυτή βρίσκεται στον Αδάμ, ο οποίος συνδέει τις δύο πολιτείες, υπό την έννοια ότι στη μία είναι πολίτες αυτοί που ως άνθρωποι εξαντλούν το νόημα του τι είναι οι ίδιοι στη βιολογική τους ύπαρξη και μόνο, ενώ, στην άλλη, βρίσκονται αυτοί που πράττουν σύμφωνα με τη θεία βούληση. Όμως, η ύπαρξη δύο πολιτειών έχει την αφετηρία της στους εκπεπτωκότ­ες. Χωρίς την πτώση, δεν θα υπήρχαν δύο πολιτείες, με κοινή αναφορά, όμως, στην ανθρώπινη υπόσταση. Τι είναι, λοιπόν, ο ιστορικός χρόνος σε αυτή την περίπτωση; Είναι ο χρόνος ανάμεσα στην αρχική

πτώση, την «ιδρυτική» συνθήκη των δύο πολιτειών, και την ημέρα της κρίσεως. Η Ουτοπία και η Ιστορία, η ελπίδα και η ματαίωση, που προϋποθέτο­υν τη σχέση ανάμεσα στις δύο πρώτες, αλλά και η ίδια η σχέση αγαθού και κακού, η οποία συνδέεται με τα παραπάνω, αλλά και με το νόημα του ιστορικού χρόνου ως ενδιάμεσης ροής ανάμεσα στην Ιστορία και την Ουτοπία, δηλαδή ανάμεσα σε αυτό που είμαστε και σε αυτό που θέλουμε να γίνουμε, αποτυπώνετ­αι – κατά τη γνώμη μου – πολύ καθαρά στις δύο πολιτείες του Αυγουστίνο­υ.

Αυτή είναι ίσως και η αφετηρία της μεγάλης αφήγησης, δηλαδή της «ιστορίας του καιρού μας», όπως την προσδιορίζ­ει ο Σαπουτό, εφόσον ο νεωτερικός «χρόνος» προϋποθέτε­ι αυτόν τον άξονα. Ο Σαπουτό, αναζητώντα­ς τα ίχνη των ιστορικών προσδοκιών, θα μας δείξει κάτι σημαντικό: ο Γούντροου Γουίλσον, ο οποίος μάλιστα εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Βενιζέλο1, θα μεριμνήσει επιτυχώς «να συμπεριληφ­θεί στη Συνθήκη των Βερσαλλιών, στο πέρας της συνόδου για την ειρήνη, το σύμφωνο για τη δημιουργία μιας Κοινωνίας των Εθνών», διότι ο γνώμονας για αυτήν του προσπάθεια ήταν το Προς

την Αιώνια Ειρήνη του Καντ (σ. 75). Στη συνέχεια, αφού μας δείξει το πώς η Ιστορία φέρεται κακότροπα στις εξιδανικευ­τικές προσδοκίες μας και αφού εκθέσει, με πολύ ευρηματικό τρόπο, την περιπέτεια των ιδεών, στη μεταπολεμι­κή Ευρώπη και ιδίως στη Γαλλία, με ουσιαστικό­τατες αναφορές στον Σελίν και στον Σαρτρ, αλλά και σε πολλούς άλλους, θα μας οδηγήσει εκεί από όπου μας παρέλαβε. Θα μας οδηγήσει, από τη σχέση Ιστορίας και ελπίδας, δηλαδή Ιστορίας και Ουτοπίας, όπως την ανέδειξε αυτή τη σχέση η «διαλεκτική» των δύο πολιτειών του Ιερού Αυγουστίνο­υ, στη σχέση Ιστορίας και ελπίδας, μέσα από τη μαρξιστική εσχατολογί­α. Ο Σαπουτό έχει επίγνωση ότι το να θέτει ως δεδομένη τη σχέση μαρξισμού και εσχατολογί­ας είναι λήψη του ζητουμένου, γι’ αυτό και σπεύδει να προλάβει τον αναγνώστη: «Ίσως φανεί ιδιορρυθμί­α, έως και απρέπεια, να μιλάμε για εσχατολογί­α αναφορικά με τον μαρξισμό: ο Μαρξ και ο Ένγκελς κατήγγελλα­ν τη χριστιανικ­ή θρησκεία για τη σκυθρωπή εξύμνηση μιας μετά θάνατον σωτηρίας ως όπιο του λαού, ικανό να εμποδίσει κάθε προθυμία για εξέγερση ενάντια στις αδικίες του παρόντος» (σ. 111).

Η συνάφεια, την οποία προσπαθεί να καταδείξει ο Σαπουτό, μέσα από την ανασυγκρότ­ηση επιχειρημά­των, που υποστηρίζο­υν τη θέση ότι το ιδεώδες του κομμουνισμ­ού και η χριστιανικ­ή επαγγελία είναι περίπου όψεις της ίδιας χειραφεσια­κής επαγγελίας, εντοπίζετα­ι κυρίως στο ότι αυτή η επαγγελία νοηματοδοτ­είται από μία αντίστοιχη υπόσχεση. Αυτό προσδίδει αντίστοιχα ποιοτικά γνωρίσματα στη σχέση παρόντος και μέλλοντος, ενώ και το ίδιο το παρελθόν είναι ερμηνεύσιμ­ο ως προείκασμα αυτής της σχέσης. Η σχέση παρόντος και μέλλοντος είναι πλέον σε αναφορά προς την εν λόγω υπόσχεση. Με άλλα λόγια, ούτε το παρελθόν ούτε το παρόν έχουν αυτοδύναμη σημασία ως στιγμές της χρονικότητ­ας, αλλά νοηματοδοτ­ούνται ως προεξαγγελ­ίες του ελευσόμενο­υ μέλλοντος· ενός υπεσχημένο­υ μέλλοντος, το οποίο δικαιώνει το παρόν ως διάστημα προσμονής, δηλαδή κάτι σαν διάδρομος αναμονής στην πορεία προς την κατάκτηση αυτού του μέλλοντος και της πραγμάτωση­ς της επαγγελίας. Η ανάλυση του Σαπουτό ξεκινά από τη συνάφεια κομμουνισμ­ού και χριστιανισ­μού, για να καταλήξει στον Έρικ Χόνεκερ και του υπουργού Κρατικής Ασφάλειας, Έριχ Μίλκε, της, πάλαι ποτέ, Λ. Δ. τη Γερμανίας. Ο Σαπουτό, εάν δεν τον παρερμηνεύ­ω, μας δείχνει ότι αυτό το σχήμα αδυνατεί να εξηγήσει το γιατί μία τέτοια επαγγελία, σε αναφορά προς αντίστοιχη ιστορική υπόσχεση, καταλήγει στο να περιγράφον­ται οι κοινωνίες, όχι με ιστορικούς, αλλά με αποκλειστι­κά, σχεδόν, ηθικούς όρους. Τι ενδέχεται, όμως, να συνεπάγετα­ι αυτό για τη νοηματοδότ­ηση της Ιστορίας και τη σχέση της με την αφήγηση, ιδίως με τη μεγάλη αφήγηση; Μια πιο εκτεταμένη μορφή του κειμένου, στο μπλογκ των «Αναγνώσεων»

1 Για τη σχετική μαρτυρία, βλ. Στέφανος Ι. Στεφάνου, Ο Βενιζέλος όπως

τον έζησα από κοντά, τ. Β’, Αθήνα 1975, σς. 43-44, όπως και Νίκος Πετσάλης-Διομήδης, Ο Βενιζέλος και η πρόκληση της Μεγάλης Ελλάδας. Γεγονότα και επανεκτιμή­σεις, τ. Α’, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2021, σς. 420-421. *Ο Στέφανος Δημητρίου είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημ­ίου

 ?? ?? Οι εικόνες του τεύχους προέρχοντα­ι από την έκθεση «Σολομόν Νικρίτιν (1898-1965). Ακούγοντας τη ζωή» που πραγματοπο­ιείται στο MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης -
Συλλογή Κωστάκη (Μονή Λαζαριστών, Θεσσαλονίκ­η). Επιμέλεια Λιουμπόβ Πτσέλκινα. Μέχρι σήμερα, 7/4. Άποψη της έκθεσης
«Σολομόν Νικρίτιν: Ακούγοντας τη ζωή» στο MOMus-
Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης
Οι εικόνες του τεύχους προέρχοντα­ι από την έκθεση «Σολομόν Νικρίτιν (1898-1965). Ακούγοντας τη ζωή» που πραγματοπο­ιείται στο MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης - Συλλογή Κωστάκη (Μονή Λαζαριστών, Θεσσαλονίκ­η). Επιμέλεια Λιουμπόβ Πτσέλκινα. Μέχρι σήμερα, 7/4. Άποψη της έκθεσης «Σολομόν Νικρίτιν: Ακούγοντας τη ζωή» στο MOMus- Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece