Η υπουργός και οι «λατερνατζήδες»
Παρατυπίες και παλινωδίες στην υλοποίηση του προγράμματος στήριξης του σινεμά
Διαβάζοντας την τελευταία ανακοίνωση του ΥΠΠΟΑ περί οικονομικής ενίσχυσης ακόμη 100 σεναρίων στο πλαίσιο του Ειδικού Προγράμματος Ενίσχυσης της Κινηματογραφικής Κοινότητας, το πρώτο που σκέφτηκα ήταν ότι «κι ο άγιος φοβέρα θέλει» – αν μπορούν να εκληφθούν σαν φοβέρα οι πιέσεις που άσκησαν οι εμπλεκόμενοι με τον κινηματογράφο. Η δεύτερη σκέψη μου ήταν «ρίξε κάνα κοκαλάκι να κλείσουν τα στόματα», καθώς γνωρίζω καλά τις διαχρονικές πρακτικές των πολιτικών υπευθύνων.
Παρακολουθώντας τα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχημάτισα το συμπέρασμα ότι οι αρμόδιοι παραδέχτηκαν εμμέσως πως έκαναν λάθος και προσπαθούν να το μπαλώσουν.
Επαγγελματίες και όχι χομπίστες
Εμείς οι κινηματογραφιστές σίγουρα ζούμε εδώ και χρόνια σε ένα τοξικό περιβάλλον, καίριο ρόλο στη διαμόρφωση του οποίου έχει παίξει το πώς αντιλαμβάνονται τη δουλειά μας εκείνοι που παίρνουν τις πολιτικές αποφάσεις. Ετσι, τώρα που προέκυψε και η πανδημία με τις συνέπειές της όλοι εμείς καλούμαστε να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε χομπίστες αλλά κανονικοί εργαζόμενοι.
Ας προσπαθήσουμε να δούμε τι τελικά έχει συμβεί με το σχέδιο στήριξης των επαγγελματιών του σινεμά που εξήγγειλε το υπουργείο Πολιτισμού τον Απρίλιο (παρατύπως δεν δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ). Από την πρώτη ανακοίνωση του εν λόγω προγράμματος έγινε ξεκάθαρο ότι υπήρχαν ασάφειες. Μεταξύ άλλων, σχετικά με το ποιες θα είναι οι επιτροπές αξιολόγησης και ποιοι θα είναι οι αναγνώστες της πρώτης και της δεύτερης φάσης. Γι’ αυτό άλλωστε ακολούθησε μια σειρά από διευκρινιστικές ανακοινώσεις. Ο τρόπος αξιολόγησης δεν καθορίστηκε – το ΥΠΠΟΑ διατείνεται ότι υιοθέτησαν τα διεθνή πρότυπα του Eurimages, πράγμα που δεν ευσταθεί καθώς σε αυτή την περίπτωση εξετάστηκαν σχέδια και όχι πλήρεις φάκελοι ταινιών. Η μόνη αναφορά του υπουργείου όσον αφορά τις επιτροπές αξιολόγησης με συγκεκριμένα ονόματα αφορούσε την τελική φάση, μετά την πρώτη επιλογή, αναφορικά με τα σενάρια που τελικά θα υλοποιούνταν.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι πώς έφτασαν οι τελικές λίστες στο υπουργείο από το ΕΚΚ.
Η «Λατέρνα» και ο θρύλος της Εδεσσας
Υστερα από συνεχείς ανακοινώσεις ενώσεων (Ενωση Ελληνικού Ντοκιμαντέρ, Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών) αλλά και μεμονωμένων συναδέλφων, το ΕΚΚ στις 6/8/20 απαντά ότι εξαιτίας της πίεσης του χρόνου και του όγκου των αιτήσεων αναγκάστηκε να ορίσει ως αξιολογητές οχτώ στελέχη του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, εφτά στελέχη του ΕΚΚ, τον σκηνοθέτη Δημήτρη Παναγιωτάτο και τη σεναριογράφο – συγγραφέα Βίκη Χασάνδρα».
Προφανώς οι εμπλεκόμενοι στην ανάγνωση των σεναρίων δεν φέρουν καμιά ευθύνη· θα μπορούσαμε να ήμασταν εμείς στη θέση τους.
Αν κάποιος προσπαθήσει να διαβάσει συνολικά τις ανακοινώσεις του ΕΚΚ και του ΥΠΠΟΑ, δεν θα αποφύγει να φέρει στο μυαλό του τον αντιπρόεδρο του Εδεσσαϊκού.
Επειτα από τις παλινωδίες που ζήσαμε φτάνουμε στην τελευταία δήλωση της υπουργού, η οποία μεταξύ άλλων αναφέρει: «Η μέχρι σήμερα εμπειρία μας από το ειδικό πρόγραμμα στήριξης των δημιουργών καθώς και τα περιθώρια βελτίωσης που ορθά επισημαίνονται αποδεικνύουν ότι πρέπει το ταχύτερο δυνατόν να αποκτήσουμε έναν νέο κινηματογραφικό νόμο». Προσέξτε τη φράση «που ορθά επισημαίνονται». Οταν όμως η κινηματογραφική κοινότητα διαμαρτυρόταν η υπουργός περί άλλα ετύρβαζε.
Πέρα από τα ερωτήματα, τις καθυστερήσεις και τις παλινωδίες, ένα είναι σίγουρο. Οι εργαζόμενοι στον κινηματογράφο είμαστε κάτι σαν τη «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», που άλλωστε είναι και από τις αγαπημένες ταινίες της υπουργού.
Οι εργαζόμενοι στον χώρο του κινηματογράφου είμαστε κάτι σαν τη «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», που άλλωστε είναι και από τις αγαπημένες ταινίες της υπουργού