Σιγά… το υπουργείο Πολιτισμού κοιμάται
Τέσσερις καλλιτέχνες εκφράζουν την αγωνία τους για την απάθεια με την οποία αντιμετωπίζει η Λίνα Μενδώνη τον χώρο τους
Πολλά ερωτήματα ζητούν απάντηση
Ηπολιτεία θεωρεί τον πολιτισμό πολυτέλεια. Ο πολιτισμός όμως είναι ανάγκη. Εχεις σκεφτεί πώς θα ήταν η ανθρωπότητα αν δεν υπήρχαν το θέατρο, το σινεμά, η μουσική, η ζωγραφική; Για άλλη μια φορά η μη αναφορά του κράτους στους ανθρώπους της τέχνης με απογοητεύει και με κάνει να βαριέμαι με όλα αυτά τα παιχνίδια υποταγής, εξουσίας και χειραγώγησης. Η πολιτική ηγεσία κουκουλώνει την ανεπάρκειά της και χωρίς κριτική σκέψη αρθρώνει τις λανθασμένες λέξεις μιλώντας για απαγορεύσεις, ματαιώσεις και ακυρώσεις παραστάσεων, λες και ο κορονοϊός είναι θεατρόφιλος!
Μέσα σε όλα αυτά και η συνενοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης που σπέρνουν τον πανικό ανακυκλώνοντας ανερυθρίαστα την αίσθηση ότι η πολιτεία δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Με γοργούς ρυθμούς ο πολιτισμός οδηγείται στο σκοτάδι της φίμωσης και της τυφλότητας. Θα μιλάς αλλά δεν θα μπορείς να μιλάς, θα μπορείς να βλέπεις αλλά δεν θα βλέπεις. Ετσι προβλέπεται να κυλήσει ο επερχόμενος χειμώνας. Η τέχνη σε παύση –περιμένοντας αναλυτικές οδηγίες– προγραμματισμού και σε αναζήτηση κάποιου οράματος που θα δημιουργεί δικλίδες ασφαλείας ώστε να μπορεί να υπάρχει και να «ενοχλεί». Προς το παρόν συναντά μόνο κρούσματα βαρβαρότητας που την κάνουν να νιώθει πιο παραγκωνισμένη από ποτέ.
Τι θα κάνουν τα μικρά ιδιωτικά θέατρα; Ποιοι θα είναι οι νέοι κανόνες ασφαλείας και ατομικής προστασίας; Πώς θα καλυφθούν οι ζημιές; Πώς θα ζήσουν οι άνεργοι; Τι θα γίνει με τις επιχορηγήσεις; Τόσα και άλλα τόσα ερωτήματα που κάνουν την αγωνία μας να κορυφώνεται. Μπροστά σε αυτή την υπεροπτική στάση του συστήματος απαιτείται η συνεργασία όλου του καλλιτεχνικού κόσμου. Προβάλλει επιτακτική η ανάγκη να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας και να αντισταθούμε στην οποιαδήποτε απειλή φόβου. Κάθε απώλεια δημιουργεί την επιθυμία για μια νέα τάξη πραγμάτων.
Η πολιτική ηγεσία κουκουλώνει την ανεπάρκειά της και χωρίς κριτική σκέψη αρθρώνει τις λανθασμένες λέξεις μιλώντας για απαγορεύσεις, ματαιώσεις και ακυρώσεις παραστάσεων, λες και ο κορονοϊός είναι θεατρόφιλος
Μια ιστορία σκληρού punk που κάνει το «Holiday in Cambodia» να ακούγεται σαν το «Killing me softly»
Π. Φρούντζος
Η ομορφιά της έκφρασης και της δημιουργίας είναι η ωραιότερη τάση του ανθρώπου. Το θαύμα μπορεί να συμβεί ακόμη και στις πιο σκοτεινές εποχές.
Πρόσφατη προσωπική μου ευτυχισμένη στιγμή είναι η παράσταση «Βάκχες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη. Το κοινό μάς αντάμειψε γεμίζοντας το Ηρώδειο για πρώτη φορά φέτος το καλοκαίρι, τηρουμένων φυσικά των αποστάσεων και των μέτρων ασφαλείας. Μια αυτοχρηματοδοτούμενη παραγωγή που κατόρθωσε να συγκεντρώσει γύρω στις 2.000 θεατές. Μια απόδειξη ότι ακόμη και σε δύσκολες εποχές οι θεατές αντιστέκονται στην τρομολαγνεία και στηρίζουν καλές παραστάσεις. «Στον τοίχο μιας ταβέρνας στη Μαδρίτη υπάρχει μια πινακίδα που λέει “απαγορεύεται το τραγούδι”. Στον τοίχο του αεροδρομίου του Ρίο ντε Τζανέιρο υπάρχει μια πινακίδα που λέει “απαγορεύεται να παίζετε με τα καρότσια”. Με άλλα λόγια, υπάρχει ακόμη κόσμος που τραγουδάει και κόσμος που παίζει» (Εδουάρδο Γκαλεάνο).