Η ζωή εδώ δε βαστιέται: Λαϊκή εξαθλίωση και ευμάρεια της ελίτ στις αρχές του Εμφυλίου
Η υφαρπαγή των εφοδίων της UNRRA είχε τέτοια έκταση που θα μπορούσε να πει κάποιος ότι τροφοδότησε την αναπαλαίωση του κοινωνικού ιστού στην πρωτεύουσα. Στις τεχνητές ελλείψεις και στην επιδίωξη αθέμιτου κέρδους προστίθεντο σκάνδαλα υπεξαίρεσης πρώτων υλώ
Το ζήτημα της επιβίωσης στην Αθήνα κατά την πρώτη μεταπολεμική εποχή και τα κοινωνικά του συμφραζόμενα –η αγωνία για την εξασφάλιση τροφής, στέγης και εργασίας, η βία, ο φόβος, η ανασφάλεια, η χειραγώγηση, η προπαγάνδα, η κατάσταση της σωματικής και ψυχικής υγείας των ανθρώπων, οι συλλογικότητες, οι ατομικές πρακτικές και άλλα πολλά– βιώνονται στην Αθήνα ως το καθοριστικότερο στοιχείο συνολικού προσδιορισμού του κοινωνικού σώματος. Δεν επρόκειτο για δευτερεύον θέμα κοινωνικού ενδιαφέροντος που παρεισφρέει στις διαιρέσεις και τις συγκρούσεις της εποχής, αλλά για στοιχείο που τις διαμορφώνει, τις διογκώνει και τις εκτραχύνει.
Η UNRRA και οι μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις
Στο διάστημα 1945-1947 η μόνη σημαντική βοήθεια για τον πληθυσμό προερχόταν από τον διεθνή οργανισμό της UNRRA που στην πραγματικότητα χρηματοδοτούνταν κατά 73% από αμερικανικά κεφάλαια και αφορούσε τρόφιμα, πρώτες ύλες, καύσιμα, μέσα μεταφορών και χρηματικό κεφάλαιο. Η σχετική συμφωνία που είχε υπογραφεί τον Μάρτιο του 1945 προέβλεπε, ανάμεσα σε άλλα, ότι την αποκλειστική ευθύνη για τη διανομή και χρήση των εφοδίων που λαμβάνονταν δωρεάν από την υπηρεσία είχε το ελληνικό κράτος. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την καθοριστικότερη παράμετρο για την αποτελεσματικότητα της χρήσης της ξένης βοήθειας. Τα αγαθά της υπηρεσίας θα παρέχονταν δωρεάν στους απόρους και επί πληρωμή στους πιο ευκατάστατους, ενώ τα έσοδα από την πώληση των αγαθών θα κατέληγαν στο κράτος.
Η πρακτική του διεθνούς οργανισμού να θέσει αυτή την τεράστια βοήθεια στη διάθεση των κρατικών αρχών, δίνοντας τη διακριτική ευχέρεια στις μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις να ρυθμίσουν τη διανομή των εφοδίων κατά το δοκούν, δεν εφαρμόστηκε μόνο στην Ελλάδα. Και άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως η Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία, η Πολωνία, έτυχαν παρόμοιας βοήθειας. Τα δύο τελευταία κράτη στις συμφωνίες που υπέγραψαν
διατήρησαν το δικαίωμα να ρυθμίζουν οι κρατικές αρχές και όχι οι ξένες αποστολές τη διανομή της βοήθειας. Η αυστηρή προϋπόθεση που έμπαινε ήταν ότι κανενός είδους διακρίσεις, πολιτικές ή άλλες, δεν έπρεπε να ισχύσουν στη διανομή των αγαθών. Στις επικρίσεις μάλιστα που είχε δεχτεί ο γενικός διευθυντής της UNRRA Φιορέλο Λα Γκουάρντια για την ενίσχυση της Αλβανίας το καλοκαίρι του 1946 απαντούσε ότι δεν θα καταδικαστεί σε πείνα ένας λαός επειδή δεν αρέσει σε κάποιους η κυβέρνησή του και ότι η UNRRA «προμηθεύει στους λαούς τρόφιμα και όχι κυβερνήσεις».
Στην Ελλάδα η ζωτική σημασία της ξένης βοήθειας δεν αμφισβητήθηκε από την Αριστερά. Ομως πραγματικά τεράστια ήταν η διαστρέβλωση του νοήματος της ξένης συνδρομής από την εγχώρια αστική τάξη, που όξυνε αντί να αμβλύνει τα κοινωνικά χάσματα. Το πρώτο μεγάλο κοινωνικό αλλά και πολιτικό διακύβευμα που τέθηκε με βίαιο τρόπο στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο ήταν αν θα μπορούσαν να διατηρηθούν η κοινωνική ηγεμονία και οι πρακτικές μιας νέας αστικής τάξης της κατοχικής περιόδου και μεταπολεμικά, όταν δηλαδή το εξουσιαστικό status quo πέρασε από τον ξένο κατακτητή και τον κάθε μορφής δωσιλογισμό στις εγχώριες κυβερνήσεις.
Οι αθηναϊκές εφημερίδες παρουσιάζουν στις αρχές του 1946, σε πλήθος καταγγελιών, τη χρήση της ξένης βοήθειας από την αστική τάξη της χώρας. «Τον ελληνικό λαό τον στέλνουν από τον Αννα στον Καϊάφα ενώ η συμμαχική βοήθεια που θα μπορούσε να γιατρέψει κάμποσες πληγές είτε μένει αχρησιμοποίητη προς όφελος των βιομηχάνων που διατηρούν το μονοπώλιο της εσωτερικής αγοράς είτε διαρρέει στη μαύρη (αγορά) προς όφελος λίγων κερδοσκόπων…». Η έκταση της υφαρπαγής των εφοδίων της UNRRA ήταν τέτοια που θα μπορούσε να πει κάποιος ότι τροφοδότησε την αναπαλαίωση του κοινωνικού ιστού στην Αθήνα. Οι τεχνητές ελλείψεις αλλά και η διαρκής επιδίωξη του μέγιστου και παντελώς αθέμιτου κέρδους διόγκωναν τις παθογένειες της εσωτερικής αγοράς. Σε αυτά προστίθεντο τα ηχηρά σκάνδαλα διάθεσης και υπεξαίρεσης πρώτων υλών, οι κλοπές και η σπα
Φιορέλο Λα Γκουάρντια
τάλη στα τρόφιμα, στον ιματισμό 10 και στα εφόδια της UNRRA. 11 Δεν επρόκειτο για καταγγελτικό λόγο στο πλαίσιο της ακραίας πολιτικής πόλωσης αλλά για ανεξέλεγκτη πραγματικότητα. Εκτός από την Αριστερά, πολιτικοί του κέντρου, οι Βρετανοί, η ίδια η UNRRA και αρκετοί Αμερικανοί εξέφραζαν τις ίδιες κατηγορίες ενάντια στις μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις και την εγχώρια αστική τάξη. 12
Το ζήτημα των αντιδράσεων που εκφράζονταν για τις πρακτικές της διανομής και είχαν να κάνουν τόσο με τις ποσότητες των αγαθών που έφταναν στα κράτη-μέλη της UNRRA όσο και με την πολιτική μεροληψία κατά τη διάθεσή τους στο εσωτερικό των κρατών απασχολούσε και τον ίδιο τον διεθνή οργανισμό. Αντιδράσεις υπήρχαν ως προς τους όρους διανομής στην Κίνα αλλά και τη Γιουγκοσλαβία, ενώ ειδικά για το θέμα της πολιτικής χρήσης των εφοδίων της UNRRA από τις κυβερνήσεις αντικείμε
νο συζήτησης ήταν οι διακρίσεις που γίνονταν στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα επικριτικά για την ελληνική κυβέρνηση ήταν τα δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο και προβλημάτιζαν τα ηγετικά κλιμάκια του οργανισμού. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση άρθρου στο «Manchester Guardian Weekly» το 1946 που αναφερόταν σε σοβαρές διακρίσεις και παραποίηση του σκοπού της βοήθειας και της σχετικής συμφωνίας από την ελληνική κυβέρνηση. 13 Παρ’ όλα αυτά, η ροή της ξένης βοήθειας στην Ελλάδα συνεχίστηκε αμείωτη και χωρίς ιδιαίτερους ελέγχους και παρεμβάσεις, για να αυξηθεί εντυπωσιακά αργότερα από τους Αμερικανούς.
Οι εξελίξεις αυτές αποτυπώθηκαν άμεσα στην κοινωνία της πρωτεύουσας. Η επικράτηση της νέας αστικής τάξης, που είχε ξεκινήσει με την απομάκρυνση Βαρβαρέσου 14 (1/9/1945) και την αποτυχία να δοθεί παραγωγική