Η άνοδος του ναζισμού
Το βιβλίο «Βερολίνο, 1933» του Ντανιέλ Σνεντερμάν μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά
Εν συντομία
Η στάση των ξένων δημοσιογράφων που ζούσαν στο Βερολίνο κατά την άνοδο του Χίτλερ.
Γιατί ενδιαφέρει
Αρκετές ομοιότητες εκείνης της εποχής με σήμερα.
Το βιβλίο του Γάλλου κριτικού των ΜΜΕ Ντανιέλ Σνεντερμάν έχει θέμα τον τρόπο που οι Αμερικανοί, Βρετανοί και Γάλλοι ανταποκριτές οι οποίοι βρέθηκαν στο Βερολίνο από το 1933 έως το 1941 κάλυψαν την επικαιρότητα, εστιάζοντας κυρίως στο κυνήγι της αποκλειστικότητας για μια δήλωση του Χίτλερ ενώ την ίδια στιγμή αποσιωπούσαν ό,τι συνέβαινε με τα πογκρόμ και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Για εκείνους ο Χίτλερ ήταν απλώς «ένας Γερμανός Μουσολίνι», το φτηνό αντίγραφο μιας ήδη γνωστής περίπτωσης. Η εύκολη αυτή σύγκριση υποτίθεται ότι βοηθούσε το ευρύ κοινό στην αποκωδικοποίηση της προσωπικότητάς του, στην ουσία όμως συνέβαλε στην υποβάθμιση της επικινδυνότητάς του.
Το βιβλίο του Σνεντερμάν γεννήθηκε από τον τρόμο που επικράτησε μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο τα ΜΜΕ των ΗΠΑ χλεύαζαν όταν έβαλε υποψηφιότητα για το προεδρικό αξίωμα, αντιμετωπίζοντάς τον σαν φάρσα, αγνοώντας ανεπίτρεπτα τη δύναμη που έχει η επανάληψη της εικόνας. «Το Κακό. Πρώτα να το αναγνωρίζεις. Να προσπαθείς να μυριστείς ότι πλησιάζει. Να μην εμπιστεύεσαι ούτε τον εαυτό σου. […] Και ύστερα να το ξεσκεπάζεις. Να το κατονομάζεις. […] Και να το καταπολεμάς. Να το καταπολεμάς περιγράφοντάς το. Να το κατονομάζεις για να το καταπολεμήσεις. Αυτή είναι η δουλειά του δημοσιογράφου» γράφει ο συγγραφέας.
Το βιβλίο του Σνεντερμάν (μτφρ. Γιώργος Καράμπελας) έρχεται τη σωστή στιγμή για να υπενθυμίσει ότι τίποτε δεν είναι αυτονόητο σε μια εποχή που η δημοσιογραφία
τείνει να ταυτιστεί με τις δημόσιες σχέσεις, που τα χρήματα κλείνουν στόματα και στομώνουν πένες, που υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι ακόμη ισχυρίζονται ότι δεν γνωρίζουν τις συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων και άλλοι που λίγες μέρες πριν από την απόφαση για τη δίκη της Χρυσής Αυγής εξακολουθούν να επιμένουν ότι πρόκειται για πολιτική οργάνωση και όχι για συμμορία.