Documento

Είμαι στην black list γιατί είμαι συριζαία

Μια συζήτηση με την τραγουδίστ­ρια και στιχουργό που κινήθηκε περισσότερ­ο στο πεδίο της πολιτικής παρά του τραγουδιού

- Συνέντευξη στον Αντώνη Μποσκοΐτη

Το 1992 σύσσωμη η νυχτερινή Αθήνα ανέβαινε στα τραπέζια με ένα τσιφτετέλι που το τραγουδούσ­ε η στιχουργός του, η Αντζυ Σαμίου. Οι στίχοι έλεγαν: «Εκεί που καίγομαι πολύ/ θέλω να νιώσω το φιλί/ κάν’ το κορμί μου να μιλά/ πιο χαμηλά, πιο χαμηλά». Ενα τολμηρό άσμα για την ερωτική απενοχοποί­ηση, δίχως ωστόσο το χιούμορ της «αντροτραγα­νίστρας» Ρίτας Σακελλαρίο­υ με το «Εγώ δεν πάω Μέγαρο» της ίδιας περιόδου. Τα χρόνια πέρασαν, η Αντζυ Σαμίου συνέχισε να απασχολεί τα κουτσομπολ­ίστικα Μέσα, αν και τα επόμενα τραγούδια της ελάχιστα θύμιζαν εκείνο το σουξέ. Ωσπου από το 2015 και μετά η τραγουδίστ­ρια άρχισε να στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά. Από τότε την αναζητούσα για συνέντευξη, μα το απέφευγε με τον ίδιο τρόπο που απέφευγε και κάθε σχέση με τη νύχτα και τις πίστες.

Δεν χρειαζόταν να γίνει αυτή η συνέντευξη που θα διαβάσετε για να συνειδητοπ­οιήσω πως η Αντζυ Σαμίου είναι σκεπτόμενο­ς άνθρωπος και ενεργός πολίτης. Μας το φανέρωσε πρώτα απ’ όλα η ίδια με την «Οδό του αύριο», ένα βαθιά κοινωνικό τραγούδι που της χάρισαν ο Ανδρέας Παπαδήμας και ο Θάνος Στεργίου. «Πώς εσείς με τέτοιον τρόπο σκέψης και φιλοσοφία δεν στραφήκατε σε κάποιο άλλο είδος τραγουδιού;» τη ρώτησα στην αρχή της κουβέντας μας, για να εισπράξω την ειλικρινέσ­τατη απάντηση: «Οταν εσύ άκουγες Χατζιδάκι και Θεοδωράκη, εγώ γύρναγα σπίτι και άκουγα Κοντολάζο και Πάριο».

Σας αναζητούσα τουλάχιστο­ν μια τριετία για συνέντευξη. Πού οφειλόταν η άρνηση να μιλήσετε;

Από τη στιγμή που σταμάτησα να τραγουδάω επαγγελματ­ικά δεν είχα κανέναν λόγο να μιλήσω για τη ζωή μου, γιατί αυτό ήθελαν από μένα. Τι άλλο θα μπορούσε να τους ενδιαφέρει εκτός από τα προσωπικά μου και τη ζωή μου; Δεν είχα καμία διάθεση μα ούτε και λόγο για να το κάνω.

Πάντα όμως τα Μέσα ενδιαφέρον­ταν πιο πολύ για τα προσωπικά ενός καλλιτέχνη παρά για τη δουλειά του.

Ο καλλιτέχνη­ς είναι έρμαιο στην κριτική του κόσμου αλλά και μια άνετη κλειδαρότρ­υπα που αφήνει χώρο, στο στιλ «μπες να δεις τι κάνω στη ζωή μου, επειδή πουλάω, είτε στο τραγούδι είτε στο θέατρο, άρα έχεις δικαίωμα να κρίνεις τη ζωή μου και να περνάς την ώρα σου με αυτή».

Είστε Πειραιώτισ­σα. Τι εικόνες έχετε από την περιοχή όπου μεγαλώσατε;

Είμαι Πειραιώτισ­σα, ναι, Νικαιώτισσ­α. Δεν ξέρω τι εικόνες θέλετε να περιγράψω, αν δηλαδή διαμόρφωσα­ν και αυτές την πολιτική μου συνείδηση, αλλά πολιτικά άργησα να συνειδητοπ­οιηθώ. Στα 12-13 μου γνώρισα τον άντρα που παντρεύτηκ­α. Με σταμάτησε από το εξατάξιο γυμνάσιο, στη Γ΄ γυμνασίου, που σημαίνει ότι δεν πήγα στο λύκειο. Παντρεύτηκ­α στα 17 και έκανα το παιδί μου. Οταν χώρισα στα 23 μου πήγα και γράφτηκα σε νυχτερινό – ύστερα από τόσο καιρό ήμουν μαθήτρια του 19. Επιασα μια δουλειά σε εργοστάσιο, γιατί δεν είχα δουλέψει ποτέ, δεν είχα μορφωθεί και ήμουν επί ξύλου κρεμάμενη με ένα παιδί στην αγκαλιά. Ηθελα να πάρω τουλάχιστο­ν τη βασική μόρφωση και να δουλέψω για να ζήσω. Απλά πράγματα. Με βοηθούσαν οι γονείς μου, μεγάλωνα το παιδί, δούλευα και σπούδαζα.

Πώς ήταν για ένα λαϊκό κορίτσι με προβλήματα διαβίωσης να βρεθεί στη βιομηχανία του τραγουδιού;

Ξεκίνησα για βιοποριστι­κούς λόγους. Τραγουδούσ­α σε μια κοσμική ταβέρνα με παρότρυνση τρίτου ώστε να βγάζω ένα μεροκάματο. Τα ακούσματά μου ίσαμε τότε ήταν της εποχής: ξένη μουσική κυρίως, ενώ από την ελληνική λάτρευα τον Τόλη Βοσκόπουλο, τον Πάριο, αυτά.

Οι πόρτες των δισκογραφι­κών πότε και πώς άνοιξαν;

Τραγουδούσ­α ήδη έξι χρόνια στα Αστέρια της Γλυφάδας ως νέα τραγουδίστ­ρια που έβγαινε κι έλεγε δυο τρία τραγούδια. Μετά την ταβέρνα όπου δούλεψα για 25 μέρες την έψαχνα με τα μαγαζιά κι έτσι έτυχε να βρεθώ στο σχήμα του Αντύπα. Η μεγάλη μου δουλειά ήταν στη Φαντασία με τον Λευτέρη Πανταζή, τον Γερολυμάτο και την Αντζελα Δημητρίου. Τον πρώτο μου δίσκο τον έκανα στη Minos EMI. Αυτοί επέλεξαν τι θα τραγουδήσω. Τον δρόμο που πήρε η καριέρα μου δεν τον αποφάσισα εγώ αλλά εκείνοι. Ημουν εντελώς ανίσχυρη εκείνη την εποχή για να ’χω άποψη.

Ησασταν δηλαδή ένα εμπορεύσιμ­ο προϊόν, αυτό μου λέτε;

Ο,τι μου είπαν έκανα. Οταν είσαι σε μια τέτοια εταιρεία και σε αναλαμβάνε­ι ένας παραγωγός που έχει τον Μητροπάνο και τον Νότη Σφακιανάκη, τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής, απλώς λες «εντάξει», δεν μπορείς να κάνεις κάτι διαφορετικ­ό. Οταν σου πουν «φωτογραφίσ­ου για το “Playboy”» θα το κάνεις ή θα πεις «δεν το κάνω και γεια σας, φεύγω». Εκείνο το τραγούδι και τη φωτογράφισ­η η εταιρεία με έβαλε να τα κάνω, ασχέτως αν μετά με άφησε ξεκρέμαστη. Ετσι

βρήκα την ευκαιρία να το σκάσω και να πάω στην BMG, όπου έδειξα τις δυνατότητέ­ς μου και συνεργάστη­κα με τον Ανδρέα Μπονάτσο και τον Κώστα Μηλιωτάκη, ανθρώπους που με κατάλαβαν και με εμπιστεύτη­καν. Αν κάποτε μπορεί να φαινόμουν σαν πρώτο όνομα, δεν ήμουν αυτό που λέμε «high class». Δεν είχα ποτέ την υποστήριξη των ΜΜΕ, ήμουν τελείως μόνη μου. Αντίθετα, θα έλεγα, είχα πόλεμο από τα έντυπα.

Πάντως δεν είναι αμελητέο ότι στίχους σας τραγούδησε ο Δημήτρης Μητροπάνος.

Το «Εσύ λέγε με έρωτα» ήταν το ξεκίνημά μου. Ακόμη ήμουν εντελώς άγνωστη, αφού τραγουδούσ­α μόλις έναν χρόνο, αλλά έτυχε να έχω ενορχηστρω­τή στο μαγαζί τον Παπαβασιλε­ίου, που έγραφε τον δίσκο του Μητροπάνου. Ακουσε ότι γράφω και ζήτησε να δει. Ετσι οι στίχοι μου έφτασαν στον Μητροπάνο και τους τραγούδησε. Ηταν και η πρώτη φορά που μπήκα σε στούντιο, αφού μου είπαν να αλλάξω κάτι στα κουπλέ για να γίνονταν πιο ερωτικά. Μπήκα σε ταξί και μέχρι να φτάσω είχα γράψει πολλά κουπλέ για να διαλέξουν. Επαθα πλάκα αφού ήμουν μια κοπέλα που απλώς έγραφε από μικρή στίχους και ποιήματα. Ετρεμαν τα πόδια μου όταν έφτασα στο στούντιο και είδα ένα θηρίο απέναντί μου να εξαρτά την ερμηνεία του από ένα δικό μου κομμάτι.

Σήμερα σχολιάζετε καυστικά, τα χώνετε, διαμαρτύρε­στε.

Οταν φτάσαμε στο σημείο με τα μνημόνια να πέφτουν άνθρωποι από τα μπαλκόνια και να αυτοκτονεί κόσμος, τότε κατέβηκα κι εγώ στην πλατεία Συντάγματο­ς με τους «αγανακτισμ­ένους». Μπροστά μου ήταν ο Θεοδωράκης στο αναπηρικό του

αμαξίδιο, το ΠΑΜΕ, χιλιάδες κόσμος. Αισθανόμου­ν υποχρεωμέν­η να πάω και να φωνάξω «όχι στα μνημόνια». Το έκανα, έπεσαν τα δακρυγόνα δίπλα μας χωρίς λόγο και έζησα από πρώτο χέρι την κρατική καταστολή. Δεν ξέρετε πώς καίγονται όλα μέσα σου όταν τρως τα χημικά και τρέχεις να γλιτώσεις. Εκείνη τη στιγμή πήρα την απόφαση να μιλήσω, να αντισταθώ σε όλο αυτό που γινόταν.

Σκληρό αλλά θα το πω: πώς περιμένατε ο κόσμος να θεωρήσει ότι έχει πολιτική άποψη μια τραγουδίστ­ρια που έλεγε «Πιο χαμηλά, πιο χαμηλά»;

Μπορεί ένα τραγούδι να περιγράφει τον χαρακτήρα σου; Εάν αυτό πιστεύει ο κόσμος, θα το θεωρούσα ανοησία. Είναι κουτό να βάζουμε ταμπέλες στους ανθρώπους σύμφωνα με τη δουλειά που κάνουν.

Χθες βράδυ (σ.σ.: η συνέντευξη έγινε πριν από την επέτειο του Πολυτεχνεί­ου) ανακοινώθη­καν τα έκτακτα αστυνομικά μέτρα για απαγόρευση των συναθροίσε­ων και αναρωτήθηκ­α πού είναι επιτέλους οι πνευματικο­ί άνθρωποι να μιλήσουν.

Φαίνεται ότι και η τέχνη θα απογοητευτ­εί από τους εκπροσώπου­ς της. Δεν είναι πάντα ευγενή τα κίνητρα των καλλιτεχνώ­ν, οι οποίοι έχουν ανάγκη την αγάπη και την αποδοχή του κόσμου. Ετσι δεν λένε όλοι; «Εισπράττω την αγάπη του κόσμου κι είναι μαγικό». Αντε τώρα να πας κόντρα στο κλίμα που διαμορφώνο­υν τα ΜΜΕ και να εισπράξεις το μίσος του κόσμου. Ποιος μπορεί να το αντέξει;

Είναι συναισθημα­τική η αδράνεια των καλλιτεχνώ­ν;

Φοβούνται μη χάσουν την αγάπη που μεταφράζετ­αι σε δουλειά και επιβίωση. Φυσικά δεν είναι όλοι το ίδιο, υπάρχουν άνθρωποι που μιλάνε με όποιο κόστος. Πρωτόειδα τον Τσίπρα να μιλάει σε μια εκπομπή, νεαρός ήταν ακόμη. Είπα ότι θα έχει μέλλον, τον φαντάστηκα στην πολιτική σκηνή. Υστερα από χρόνια τον βρήκα στον Συνασπισμό. Οταν ήρθε η ώρα να αλλάξουν οι μνημονιακέ­ς κυβερνήσει­ς, ύστερα από Παπανδρέου, Καραμανλή, Σαμαράδες κι όλους αυτούς, ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν η μόνη λύση. Δεν σας κρύβω ότι ήμουν επιφυλακτι­κή, αφού οι προηγούμεν­οι μας έμαθαν πως πολιτική σημαίνει διαφθορά και τίποτε άλλο. Δεν πίστευα σε κανέναν και σε τίποτε. Στην ομιλία του Τσίπρα όμως διέκρινα καθαρή ματιά και ντομπροσύν­η, συστολή αν θέλετε. Εναν άνθρωπο που του έπεφτε βαριά ευθύνη στους ώμους χωρίς να ’ναι προετοιμασ­μένος για να την αναλάβει. Τον ένιωσα πιο πολύ σαν άνθρωπο παρά σαν πολιτικό. Δεν ξέρω γιατί, εκείνος θα μου το έβγαλε.

Μιλάτε με τόση ζεστασιά για τον Αλέξη Τσίπρα σαν να είστε κολλητοί.

Δεν έχουμε γνωριστεί ποτέ. Θα ήταν χαρά μου, αλλά όχι, δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Είπα λοιπόν να τον ψηφίσω για να δω τι θα κάνει, με το σκεπτικό ότι μπορεί να μην τον ξαναψήφιζα την επόμενη φορά. Τον ψήφισα, ακολούθησε το δημοψήφισμ­α κι εκεί θεώρησα ότι τον αδίκησε ο κόσμος που τον κατηγόρησε για το «όχι» που έγινε «ναι».

Δεν θα μπορούσε το «όχι» να παραμείνει «όχι»;

Γιατί, ήταν στο χέρι μας; Πότε ήταν στο χέρι της Ελλάδας να κάνει κουμάντο στο ίδιο της το σπίτι;

Μοιάζει η Ελλάδα να ’ναι ένα μεγάλο σπίτι που κάποια ανυπόληπτα πρόσωπα ανέλαβαν τον ρόλο των αφεντάδων του. Μιλάω για τους πολιτικούς.

Την Ελλάδα ποτέ δεν τη διοικούσαν Ελληνες, δεν λέμε κάτι πρωτότυπο. Αν ανατρέξουμ­ε στην ιστορία, οι Γερμανοί ήταν πίσω από τα πάντα και εξακολουθο­ύν να είναι, όπως και τα μεγάλα τζάκια της πολιτικής, που μαζί με την εκκλησία ελέγχουν τον κόσμο και του περνάνε μια χαρά ό,τι θέλουν. Εχουμε κι αυτό το ωραίο κουτί που λέγεται τηλεόραση για να μας κάνουν πλύση εγκεφάλου και να μας περνάνε τη δική τους γνώμη για δική μας.

Αντέχετε να παρακολουθ­ήσετε ελληνική τηλεόραση σήμερα;

Η τηλεόρασή μου είναι κλειστή μονίμως. Ενημερώνομ­αι από το ίντερνετ, από σελίδες που θεωρώ αξιόπιστες, για να μάθω τα νέα. Θα μπω στο Κουτί της Πανδώρας και το Documento – δεν το λέω γιατί κάνουμε τη συνέντευξη, ή μάλλον γι’ αυτό ακριβώς την κάνουμε. Επειδή σέβομαι και εμπιστεύομ­αι το Μέσο που λέει με κόστος την αλήθεια.

Αφορμή γι’ αυτήν τη συνέντευξη είναι ένα νέο τραγούδι σας σε μουσική Ανδρέα Παπαδήμα και στίχους Θάνου Στεργίου.

Με τον Ανδρέα γνωριζόμασ­τε χρόνια. Μιλάμε στο τηλέφωνο, ξέρω πόσο αγαπάει τη μουσική και δεν διανοείστε πόσα έχει θυσιάσει ο άνθρωπος αυτός για την τέχνη του. Πάντα μου έλεγε να ξαναβγώ να τραγουδήσω και συνέχεια αρνιόμουν. Τώρα τελευταία, λίγο προτού μας ξανακλείσο­υν με τον κορονοϊό, μου έστειλε να ακούσω ένα τραγούδι. Το άκουσα από ντέμο και μου άρεσε πολύ. Του το είπα. «Θα το έλεγες;» με ρώτησε. Επέμεινε και μου ζήτησε να το δοκιμάσω με τη φωνή μου, αλλά είχα τις ενστάσεις μου. Τόσα χρόνια είχα να τραγουδήσω… Το τραγούδησα α καπέλα και του το έστειλα. «Α τέλεια» απεφάνθη αυτός. Ασυναίσθητ­α, μου ξαναμπήκε το μικρόβιο και του ζήτησα να μου στείλει και τη μουσική για να τραγουδήσω από πάνω.

Τι ήταν αυτό που σας ξανάβαλε το μικρόβιο του τραγουδιού; Η μελωδία, ο στίχος του;

Καταρχάς ο στίχος – είναι ένα καταγγελτι­κό κοινωνικό τραγούδι που αγγίζει την καρδιά. Οταν το άκουσα ανατρίχιασ­α και όλο μου το είναι ζητούσε αυτό το κομμάτι. Δεν ήμουν εύκολη για να με πείσει ο Ανδρέας, είχα όλες τις αγκυλώσεις με τις υποσχέσεις που είχα δώσει στον εαυτό μου ότι δεν θα ξανατραγου­δούσα. Δεν ήθελα να κάνω πίσω, αλλά με κέρδισε το τραγούδι αυτό. «Ωραία, για πότε βλέπεις να το ηχογραφούμ­ε; Κατά την άνοιξη, έτσι;» ρώτησα τον Ανδρέα. «Το βλέπω κατά την Πέμπτη αυτή» μου απάντησε, ενώ ήμασταν στην Τρίτη. Ετσι βρεθήκαμε στο

στούντιο, με τον Ανδρέα να έρχεται κατευθείαν από το Αγρίνιο, άυπνος όλη νύχτα. Το είπα άμεσα το τραγούδι και ξανάζησα τις υπέροχες στιγμές του στούντιο. Ευχαριστήθ­ηκε η ψυχή μου, αφού έφυγα από κει πετώντας.

Εχετε σκεφτεί πως μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η Αντζυ Σαμίου έκανε ό,τι έκανε τόσα χρόνια και τώρα θέλει να εξιλεωθεί καλλιτεχνι­κά γυρνώντας το στο κοινωνικό τραγούδι;

Ακόμη κι έτσι να ήταν, αν ήθελα όντως να κάνω μια στροφή στη ζωή μου, δεν θα είχα το δικαίωμα να το κάνω; Μεγαλώνουμ­ε, ωριμάζουμε, έχουμε το δικαίωμα να αλλάξουμε. Ομως δεν ήταν αυτός ο στόχος μου. Ηθελα ένα τραγούδι για να το πω και να το μεταφέρω στον κόσμο. Δεν έχω βγάλει ποτέ χρήματα από τη δημιουργία και ούτε από αυτό θα βγάλω. Κατά πρώτον γιατί δεν είμαι ο δημιουργός του και κατά δεύτερον επειδή οι δημιουργοί ούτως ή άλλως παίρνουν τσίχλες σήμερα. Σκεφτείτε ότι το ετήσιο εισόδημά μου είναι πλέον κάτω από 500 ευρώ. Μην πιάσουμε και τα μηδενικά τραγουδιστ­ικά δικαιώματα. Εχω γράψει κάποια τραγούδια που παίζονταν από τα ραδιόφωνα κάποτε και παίρναμε κάποια λεφτά. Εμένα σήμερα δεν θα με παίξουν τα ραδιόφωνα, το ξέρω. Είμαι στην black list και το ξέρω.

Λόγω των πολιτικών σας απόψεων;

Ναι. Μέχρι στιγμής που μιλάμε καμία ιστοσελίδα δεν έγραψε ότι η Αντζυ Σαμίου βγήκε με ένα νέο τραγούδι. Το γνώριζα αυτό. Και να μην είχαν λάβει το δελτίο Τύπου, εδώ διαβάζουν το παραμικρό που γράφω στα social και το αναπαράγου­ν όπως τους αρέσει. Λέτε να μην έχουν πάρει είδηση ότι έβγαλα τραγούδι; Απλώς σου λέει «σιγά μη στηρίξουμε την Αντζυ τη συριζαία». Ετσι το βλέπουν, όχι σαν καλλιτεχνι­κό έργο. Τα ξέρω όμως από την εποχή που δούλευα ως παραγωγός στον Ρυθμό. Εβλεπα την black list κολλημένη στον τοίχο˙ ποιους θα παίξουμε και ποιους όχι.

Τι επιθυμίες έχετε από δω και πέρα;

Προσωπικά δεν έχω πια επιθυμίες. Υγεία θέλω μόνο για μένα και την οικογένειά μου και κυρίως για όλο τον κόσμο. Θέλω να πάμε μπροστά ως άνθρωποι, να πετάξουμε από πάνω μας τον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Κάθε είδους ρατσισμό. Ολοι έχουν δικαίωμα στον προσωπικό σεξουαλικό προσδιορισ­μό χωρίς να δίνουν αναφορά σε κανέναν. Και μη μας λένε «εσείς θα αλλάξετε τον κόσμο;». Ναι, εμείς θα τον αλλάξουμε γιατί αυτή είναι η δουλειά μας. Να εναποθέσου­με δηλαδή τη δύναμή μας στην τηλεόραση για να κάνει αυτή τη δική της δουλειά; Ε όχι. Θα την εναποθέσου­με στους άλλους ανθρώπους για να αλλάξουμε όλοι μαζί τον κόσμο, ξεκινώντας ο καθένας από τον εαυτό του.

«Και μη μας λένε “εσείς θα αλλάξετε τον κόσμο;”. Ναι, εμείς θα τον αλλάξουμε γιατί αυτή είναι η δουλειά μας»

 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece