Το παράδειγμα του Μπέργκαμο
Κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας το Μπέργκαμο έγινε συνώνυμο της τραγωδίας. Σήμερα που η Ευρώπη αντιμετωπίζει το δεύτερο και σφοδρότερο κύμα το Μπέργκαμο κι άλλες επαρχίες που επλήγησαν σφοδρά την περασμένη άνοιξη φαίνεται πως έχουν αποφύγει τα χειρότερα. Ειδικοί το αποδίδουν αυτό εν μέρει στην προσεκτική συμπεριφορά των κατοίκων, ενώ άλλοι σε κάποιο ποσοστό ανοσίας της αγέλης. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Φαρμακολογικής Ερευνας Mario Negri, έως 420.000 κάτοικοι της επαρχίας πιθανώς να έχουν εκτεθεί στον κορονοϊό.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ξεκίνησε να στοχεύει τους οπαδούς του κινήματος του Φετουλάχ Γκιουλέν μετά τις έρευνες για διαφθορά τον Δεκέμβριο του 2013, στις οποίες εμπλέκονταν ο ίδιος ο Ερντογάν, η οικογένειά του και μέλη του στενού του κύκλου. Αφού απέρριψε τις έρευνες σαν πραξικόπημα γκιουλενιστών και συνωμοσία κατά της κυβέρνησής του, ο Ερντογάν χαρακτήρισε το κίνημα «τρομοκρατική οργάνωση». Μετά την προσπάθεια πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, το οποίο «χρέωσε» επίσης στον Γκιουλέν, ο Ερντογάν συνέχισε με μεγαλύτερη ένταση τη δίωξη των επικριτών του, φυλακίζοντας δεκάδες χιλιάδες, μεταξύ των οποίων δημοσιογράφους που έγραφαν για τις έρευνες αλλά και δικαστές και αστυνομικούς που συμμετείχαν σε αυτές. Ο Γκιουλέν από τις ΗΠΑ όπου βρίσκεται αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε εμπλοκή στο πραξικόπημα και σε οποιαδήποτε τρομοκρατική ενέργεια. Τα έγγραφα που έφερε στο φως της δημοσιότητας ο Μπαρανσού έδειξαν ότι, αντίθετα με όσα ισχυρίζεται ο Ερντογάν, το κίνημα του Γκιουλέν έχει στοχοποιηθεί
πολύ πριν από το 2013. Η εφημερίδα «Ταράφ» στην οποία εργαζόταν ο Μπαρανσού κέρδισε τη δημοφιλία της από την ανεξάρτητη στάση της και την εκτεταμένη έρευνα σε υποθέσεις που είχαν να κάνουν με το βαθύ κράτος της Τουρκίας: έναν αντιδημοκρατικό συνασπισμό πολιτικών, υψηλόβαθμων αξιωματούχων του στρατού, των υπηρεσιών ασφαλείας και του δικαστικού σώματος, ακόμη και της μαφίας.
Από το 2015 δεκάδες θεσμοί και οργανώσεις για το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου έχουν καταδικάσει την πρακτική της
τουρκικής κυβέρνησης να φυλακίζει δημοσιογράφους: το Διεθνές Ινστιτούτο Δημοσιογραφίας, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, η Διεθνής Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, η Διεθνής Ενωση Ποιητών, Σεναριογράφων, Συντακτών, Δοκιμιογράφων και Συγγραφέων PEN, η αγγλική PEN, η γερμανική PEN, η σουηδική PEN, η PEN Αμερικής, η Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων (CPJ), το Δίκτυο Ηθικής Δημοσιογραφίας, η IFEX, το Ευρετήριο Λογοκρισίας, το Διεθνές Δίκτυο Συντακτών και οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα.