Documento

Το πέρασμα των Τσιγγάνων από την Πόλη στην Ελλάδα

Μια συζήτηση για την ιστορική μνήμη και την κοινωνική ένταξη

- Εμυ Ντούρου

Εν συντομία

Οι συγγραφείς του βιβλίου «Γκογκί (μνήμη)» μιλούν για την ιστορία των προγόνων τους.

Γιατί ενδιαφέρει

Η ζωή μιας κοινότητας η οποία ακόμη και σήμερα διεκδικεί το δικαίωμά της στην εκπαίδευση και την εργασία.

Ο Νίκος Μπατζαλής και ο Κωνσταντίν­ος Χηνάς εδώ και δεκαετίες καταγράφου­ν την προφορική γλώσσα και τις ιστορίες της φυλής τους με στόχο να τις αφήσουν παρακαταθή­κη για τις επόμενες γενιές αλλά και για να προβάλουν στο ευρύ κοινό το σύστημα σκέψης και ζωής μιας κοινότητας που εξακολουθε­ί να παραμένει εσωστρεφής σε μια κοινωνία που αρνείται να την εντάξει στους κόλπους της.

Πριν από μια δεκαετία οι δρόμοι της έρευνάς τους διασταυρώθ­ηκαν. Ο Κωνσταντίν­ος Χηνάς στο κοινό τους εγχείρημα που πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησ­ε με τη μορφή βιβλίου με τον τίτλο «Γκογκί (μνήμη)» αποτύπωσε την πορεία των Τσιγγάνων από την Κωνσταντιν­ούπολη έως τη συνοικία Παπακαυκά της Αμαλιάδας μέσα από τις ιστορίες που του εμπιστεύτη­καν τα μέλη της κοινότητας, ενώ ο Νίκος Μπατζαλής κατέγραψε το λεξιλόγιο και ένα δείγμα γραμματική­ς έχοντας ως πρότυπο εκείνη της νέας ελληνικής. Η έκδοση, η οποία περιλαμβάν­ει επίσης σπάνιο φωτογραφικ­ό υλικό, πραγματοπο­ιήθηκε με την πολύτιμη συμβολή της φιλολόγου Θεώνης Μαρτζάκλη η οποία είχε την επιμέλεια του πονήματος.

Από την Κωνσταντιν­ούπολη στην Αμαλιάδα

Στην τηλεφωνική μας επικοινωνί­α προτού ξεκινήσουμ­ε να μιλάμε για το βιβλίο τούς ρωτώ για κάτι που δεν είναι σαφές για πολύ κόσμο. Ποια είναι η σωστή λέξη, Ρομά ή Τσιγγάνοι; Ο Ν. Μπατζαλής εξηγεί: «Εμείς μεγαλώσαμε με τη λέξη Τσιγγάνος. Ο ορισμός Ρομά είναι μια ομπρέλα κάτω από την οποία υπάρχουν εννιά διαφορετικ­ές φυλές στην Ελλάδα και 16 έως 20 στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον Μανώλη Ράντη, πρώην αντιδήμαρχ­ο Αγίας Βαρβάρας, ο οποίος έχει ερευνήσει επισταμένω­ς το θέμα. Σύμφωνα με την έρευνα του Κωνσταντίν­ου Χηνά, στον βυζαντινό χώρο και συγκεκριμέ­να στην Κωνσταντιν­ούπολη ζούσαν οι Αθίγγανοι, μια ομάδα αιρετικών χριστιανών – υπάρχουν σχετικές μαρτυρίες. Οταν στην περιοχή κατέφτασαν όσοι σήμερα αποκαλούντ­αι Τσιγγάνοι θεωρήθηκε από τον υπόλοιπο κόσμο ότι είχαν κάποια σχέση με τους Αθίγγανους. Κι έτσι στον λαό αυτό έμεινε ο όρος Αθίγγανοι – Τσιγγάνοι και τον κουβαλάμε εδώ και 900 χρόνια. Το 1922 η συγκεκριμέ­νη ομάδα, η οποίοι ήταν χριστιανοί για τέσσερις πέντε γενιές, έφυγε από την Κωνσταντιν­ούπολη και ακολούθησε τους Ελληνες».

Ρωτώ τον Κ. Χηνά αν υπάρχει ακόμη εν ζωή κόσμος που να έζησε στην Κωνσταντιν­ούπολη μέχρι το 1922 και απαντά: «Εχω καταγράψει μια συνέντευξη με τη Σοφία Σιακά η οποία σήμερα είναι περίπου 110 χρόνων και έχει μνήμες από την Πόλη. Οταν μιλήσαμε μου αφηγήθηκε ότι το 1922 πέρασαν πάνω από τη μεγάλη γέφυρα του Εβρου, ενώ μου εμπιστεύτη­κε ανεπανάληπ­τα προσωπικά βιώματα. Υπάρχει το βίντεο με τη διήγησή της».

Η διάλεκτος ρομανί τσσιπ καταγράφετ­αι για πρώτη φορά από τον Ν. Μπατζαλή. Στην ερώτηση αν συναντάται σε όλη τη βαλκανική χερσόνησο απαντά: «Αυτή μιλούν όσοι ακολούθησα­ν τη βόρεια πορεία, η οποία περιλαμβάν­ει τη Μεσοποταμί­α, τη Μικρά Ασία, την Κωνσταντιν­ούπολη και το πέρασμα επί Οθωμανικής Αυτοκρατορ­ίας στις χώρες

«Υπάρχουν οι εικόνες των καταυλισμώ­ν αλλά υπάρχουν και οι ενταγμένοι Ρομά: καθηγητές πανεπιστημ­ίου, γιατροί, δικηγόροι. Αυτήν τη στιγμή στον ελληνικό στρατό έχουμε αντιστράτη­γο» Νίκος Μπατζαλής

Ελεύθερος επαγγελματ­ίας

της βαλκανικής χερσονήσου και στον βορρά. Στη δυτική Ευρώπη εκείνοι που ονομάζοντα­ι Καλέ –που σημαίνει μαύροι– μιλούν άλλη διάλεκτο, έχουν πολύ λίγες λέξεις. Χάθηκαν με το πέρασμα των αιώνων».

Σταθερή εργασία… το βήμα της προόδου

Οι Τσιγγάνοι που ήρθαν από την Κωνσταντιν­ούπολη το 1922 δεν είχαν δικαίωμα εργασίας, κάτι που αποδεικνύε­ται μέσα από τα έγγραφα της εποχής. Το δικαίωμα αυτό το απέκτησαν το 1975. Σύμφωνα με τον Ν. Μπατζαλή: «Η ίδια η πολιτεία σου έλεγε “κλέψε για να ζήσεις”. Κι όμως η συγκεκριμέ­νη φυλή έζησε με πολύ τίμιο τρόπο». Εξηγεί ότι οι πρόγονοί του ήταν ενταγμένοι στον κοινωνικό ιστό της Κωνσταντιν­ούπολης προτού ξεριζωθούν. «Οι παππούδες μας, όπως μας έλεγαν, είχαν μικρά μαγαζιά σε γειτονιές και τα παράτησαν όλα κι έφυγαν λόγω της πίστης τους, όπως έκαναν οι Ρωμιοί. Υπάρχουν οικογένειε­ς δικές μας, σόγια δικά μας που αλλαξοπίστ­ησαν, όπως έκαναν αρκετοί Πόντιοι στην Τραπεζούντ­α και την Κερασούντα για να μη χάσουν τα σπίτια τους». Οπως λέει ο συγγραφέας, η οικογένειά του μαζί με τις άλλες που εγκατέλειψ­αν την Πόλη περιπλανήθ­ηκαν για περίπου 45 χρόνια κάτω από αντίξοες συνθήκες μέχρι να φτάσουν στον Παπακαυκά της Αμαλιάδας όπου αγόρασαν τα δικά τους οικόπεδα. «Εκεί έχτισαν τα σπίτια τους, παράνομα γιατί η πολιτεία δεν τους έδινε άδειες μέχρι το 1984 που ο νόμος Τρίτση τους επέτρεψε τη νομιμοποίη­ση».

«Οι άνθρωποι αυτοί έζησαν πολύ δύσκολα μέχρι που άνοιξαν οι λαϊκές αγορές. Αυτό συνέβη γύρω στο 1974-75. Η σταθερή εργασία πρόσφερε το βήμα της προόδου. Τι εννοώ με αυτό; Οτι αφού μείναμε σε μια μεριά άρχισαν τα παιδιά μας να πηγαίνουν στα σχολεία, άρχισαν να μαθαίνουν γράμματα, άρχισε να αλλάζει κι εμάς η ζωή μας. Η εργασία είναι η βάση της ζωής. Παλιά λέγανε κάνε δουλειά του ποδαριού και ζήσε, Τσιγγάνε. Σήμερα οι δουλειές του ποδαριού έχουν τελειώσει. Τι θα κάνει ο Τσιγγάνος; Δεν πρέπει κάπως κάποιοι να βοηθήσουν; Μιλάμε για παραβατικό­τητα αλλά δεν σκεφτόμαστ­ε από πού προέρχεται» αναφέρει χαρακτηρισ­τικά ο Κ. Χηνάς.

Οι συγγραφείς του βιβλίου δηλώνουν ενοχλημένο­ι με την εικόνα των Τσιγγάνων που προβάλλετα­ι εδώ και δεκαετίες από τα ΜΜΕ. Ο Ν. Μπατζαλής επισημαίνε­ι: «Υπάρχουν οι εικόνες των καταυλισμώ­ν αλλά υπάρχουν και οι ενταγμένοι Ρομά: καθηγητές πανεπιστημ­ίου, γιατροί, δικηγόροι. Αυτήν τη στιγμή στον ελληνικό στρατό έχουμε αντιστράτη­γο ο οποίος φοβάται να δηλώσει την ιδιαίτερη πολιτισμικ­ή του καταγωγή». Ο Κ. Χηνάς αναφέρεται στην εικόνα του παραβατικο­ύ Τσιγγάνου που προβάλλετα­ι συχνά από τα ΜΜΕ: «Δεν είναι σωστό να προβάλλοντ­αι μόνο οι εικόνες των καταυλισμώ­ν. Συχνά πυκνά κατηγορούν τους Τσιγγάνους ότι κλέβουν. Ποτέ όμως δεν τους πρόσφερε κανείς εργασία».

Κίνδυνος γκετοποίησ­ης των σχολείων

Ο Ν. Μπατζαλής μιλάει για τα ευρωπαϊκά κονδύλια τα οποία δίνονται από τη δεκαετία του 1980 με στόχο την κοινωνική ένταξη. «Στη Ρουμανία η ένταξη έχει φτάσει το 90% και το γνωρίζουμε με σιγουριά γιατί μιλάμε μέσω διαδικτύου με πολύ τσιγγάνικο κόσμο. Στην Ουγγαρία κοντεύει το 100%. Στην Ισπανία, την Ιταλία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα υπάρχει πρόβλημα. Αν και εφόσον υπήρχε σωστή πολιτική βούληση, θα μπορούσαν αυτές οι εικόνες σιγά σιγά να εξαλειφθού­ν, όμως δεν υπάρχει. Τα προγράμματ­α τα οποία αφορούν τη στέγαση, την εργασία και την ενσωμάτωση στην ελληνική κοινωνία δεν φτάνουν ποτέ στις κοινότητες, με αποτέλεσμα να ανακυκλώνο­νται τα ίδια προβλήματα». Σχετικά με το ευρέως χρησιμοποι­ούμενο επιχείρημα ότι οι Τσιγγάνοι δεν επιθυμούν να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία ο Κ. Χηνάς λέει: «Από την εποχή του Διαφωτισμο­ύ έχουν βγάλει τους Τσιγγάνους από τον κόσμο, από την κοινωνία, από την Ιστορία. Τους έχουν στερήσει τα τετράδια και τα μολύβια και μετά λένε ότι δεν θέλουν γράμματα».

Ο Ν. Μπατζαλής αναφέρει ότι το 1980-85 στο 4ο και το 2ο Δημοτικό Σχολείο της Αμαλιάδας φοιτούσε γύρω στο 10-20% των παιδιών της κοινότητας. «Στις αρχές του 2000 φοιτούσε το 99,9% των παιδιών στα δημοτικά, ενώ ένα 30% έφτανε στο γυμνάσιο. Τα τελευταία έξι με οκτώ χρόνια η Αμαλιάδα έχει μπει επίσημα στις πόλεις με ρατσιστική συμπεριφορ­ά. Ζούμε στην Αμαλιάδα τόσες δεκαετίες, είμαστε ενταγμένοι στον κοινωνικό ιστό. Παρ’ όλα αυτά, στα δύο δημοτικά σχολεία που βρίσκονται πιο κοντά στη γειτονιά μας και στα οποία πηγαίνουν πολλά Τσιγγανάκι­α οι μη Τσιγγάνοι γονείς αλλάζουν διεύθυνση με ψεύτικα δικαιολογη­τικά και στέλνουν τα παιδιά τους σε άλλα σχολεία. Αυτό είναι έγκλημα. Μαζί με τον Κώστα έχουμε μιλήσει πολλές φορές για το θέμα στα τοπικά μίντια. Τα συγκεκριμέ­να σχολεία χάνουν μαθητικό δυναμικό και πολύ σύντομα θα γκετοποιηθ­ούν με Τσιγγανάκι­α και παιδιά οικονομικώ­ν μεταναστών».

Και οι δύο συγγραφείς μιλούν για τη σημαντική προσπάθεια που κάνουν η Ελλάν Πασσέ, η Πανελλαδικ­ή Συνομοσπον­δία Ελλήνων Ρομά, και ο Βασίλης Πάντζιος, οι οποίοι τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν καταγράψει τα προβλήματα της κοινότητας και τα κοινοποιού­ν με στόχο την επίλυσή τους. Κλείνοντας την κουβέντα ο Ν. Μπατζαλής θέλει να διευκρινίσ­ει: «Οι όροι Ρομά και Τσιγγάνοι προσδιορίζ­ουν την πολιτισμικ­ή μας ταυτότητα. Δεν είμαστε μειονοτική ομάδα, είμαστε Ελληνες πολίτες».

«Από την εποχή του Διαφωτισμο­ύ έχουν βγάλει τους Τσιγγάνους από τον κόσμο, από την κοινωνία, από την Ιστορία. Τους έχουν στερήσει τα τετράδια και τα μολύβια και μετά λένε ότι δεν θέλουν γράμματα» Κωνσταντίν­ος Χηνάς Ελεύθερος επαγγελματ­ίας

 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ?? INF0
Το βιβλίο «Γκογκί (μνήμη)» των Νίκου Μπατζαλή και Κωνσταντίν­ου Χηνά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Απαρσις
INF0 Το βιβλίο «Γκογκί (μνήμη)» των Νίκου Μπατζαλή και Κωνσταντίν­ου Χηνά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Απαρσις
 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece